Ο Ι.Ν. της Παναγίας των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη
Απαρχές του προσκυνήματος στην Πόλη
Στην περιοχή του σημερινού Ayvansaray, στην περιφέρεια Fatih, βρισκόταν ο πιο σεβαστός ναός της Θεοτόκου στην Πόλη, η μεγάλη βασιλική της Παναγίας των Βλαχερνών (σε λατινική απόδοση Blachernae).
Από τους πρώιμους ιστορικούς, όπως ο Προκόπιος, και από μεταγενέστερους λογίους, όπως ο Σκαρλάτος Βυζάντιος, μαθαίνουμε ότι ο ναός πρέπει να έχει κτιστεί από την αυτοκράτειρα Πουλχερία (398-453), στην ακτή του Κερατίου, περί το 450, μόλις τρία χρόνια πριν από το θάνατό της και ότι ολοκληρώθηκε από τον σύζυγό της αυτοκράτορα Μαρκιανό (450-457). Αμέσως μετά, ο Λέων Α’ πρόσθεσε ένα κυκλόσχημο παρεκκλήσι-οστεοφυλάκιο, επονομαζόμενο Αγία Σωρός, για να στεγάσει το Ιμάτιο και τη Ζώνη της Παρθένου Μαρίας, τα όποια είχαν μεταφερθεί από την Παλαιστίνη. Στο πρώτο ήμισυ του έκτου αιώνα, ο Ιουστίνος Α’ (518-527) ανακαίνισε το ναό.
Η ιστορία αυτού του ναού, η φήμη του οποίου είχε διαδοθεί σε ολόκληρο το χριστιανικό κόσμο, εκτείνεται σε όλη τη βυζαντινή εποχή, ενώ τα σημαντικά γεγονότα που συνδέθηκαν με αυτόν, σχετίζονται άμεσα με την ιστορία της Πόλης. Για αιώνες, κάθε Παρασκευή αφιερωνόταν μία ολονυκτία στη θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου, την Παναγία την Βλαχερνίτισσα η Βλαχερνιώτισσα, η όποια τελικά καταστράφηκε από τους εικονομάχους τον 9° αιώνα. Το όνομα Βλαχέρναι πιθανότατα παραπέμπει σε μία φυσική πηγή στην περιοχή.
To νερό γρήγορα θεωρήθηκε άγιασμα, ενώ ένα χωριστό κτίσμα οίκοδομήθηκε από τον Λέοντα Α’, που πήρε τον τίτλο Άγιον Λούσμα.
Το πιο γνωστό και σημαντικό ιστορικό γεγονός, που είναι συνδεδεμένο με το μνημείο, συνέβη το 626, όταν η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε από τους Άβάρους και τους Πέρσες, ενώ ο αυτοκράτωρ Ηράκλειος (610-641) με τα στρατεύματα του επιχειρούσαν κατά των Περσών στη Μικρά Ασία. Η εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας λιτανεύτικε κατά μήκος των τειχών, ενώ προπορεύονταν ο υιός του απόντος αυτοκράτορος μαζί με τον Οικουμενικό Πατριάρχη Σέργιο (610-638). Η σωτηρία της Πόλης και η καταστροφή του εχθρικού στόλου από καταιγίδα, αποδόθηκε στην άμεση επέμβαση της Θεομήτορος. Σύσσωμος ο πληθυσμός της Κωνσταντινούπολης συγκεντρώθηκε μέσα και έξω από τον Ιερό ναό σε μία ολονύκτια ακολουθία και έψαλε τον Ακάθιστο Ύμνο (πού σημαίνει τον ύμνο που ψάλλουμε όρθιοι) προς τιμήν της Παρθένου Μαρίας της Βλαχερνίτισσας, της προστάτιδας της Πόλης. Ένα χρόνο αργότερα το 627, ο Ηράκλειος επέκτεινε τα τείχη της Πόλης για να περικλείσει το ναό. Το θαυματουργικό γεγονός έχει καταγραφεί από την Άννα Κομνηνή στην Αλεξιάδα της (Βιβλίο XIII, 2).
Το 843, το εiκονομαχικό κίνημα κατέρρευσε και ο “θρίαμβος της ’Ορθοδοξίας”, της αναστήλωσης των ιερών εικόνων, εορτάστηκε για πρώτη φορά στο ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Σύμφωνα με την παράδοση, το 944, η εικόνα του Χριστού, η γνωστή ως το Ιερόν Μανδήλιον (δηλαδή η αχειροποίητη εικόνα) και η επιστολή του Βασιλέως Άβγαρου (4 π.Χ.-7 μ.Χ. και 13-50 μ.Χ.) μεταφέρθηκαν εκεί από την Έδεσσα (τo σημερινό Urfa στη νοτιοανατολική Τουρκία) και τοποθετήθηκαν σe ένα παρεκκλήσι εντός του ναού.
Ο ναός πυρπολήθηκε και καταστράφηκε το 1070, άλλα γρήγορα ξαναχτίστηκε. Μετά την τέταρτη Σταυροφορία το μνημείο πέρασε στα χέρια των Λατίνων, έως ότου ο Ιωάννης Γ’ Δούκας Βατάτξης (1222- 1254), αυτοκράτωρ της Νίκαιας (γνωστός ως ο “ελεήμων” και “άγιος βασιλεύς”), επανέκτησε το ναό της Παναγίας των Βλαχερνών, μαζί με άλλες μονές της Κωνσταντινούπολης. Το 1348. Γενουάτες πειρατές προκάλεσαν βλάβες στο μνημείο.
Μετά από μία καταστροφική πυρκαγιά το 1434 και την άλωση της Πόλης το 1453, τίποτε δεν απέμεινε από τον άλλοτε πλούσιο και φημισμένο ναό, έκτος από το άγιασμα. Η κυριότητα του χώρου έμεινε σε Οθωμανικά χέρια μέχρι το 1867, οπότε αγοράστηκε από τη συντεχνία των ορθόδοξων γουναράδων, οι οποίοι έχτισαν ένα μικρό ναό. Συν τω χρόνω, το Οικουμενικό Πατριαρχείο έκανε ορισμένες προσθήκες και το μνημείο έλαβε την παρούσα μορφή του, παρότι μεγάλο μέρος του ναού καταστράφηκε κατά τις ταραχές του 1955. Ενώ τίποτε δεν έχει απομείνει από τον αρχικό ναό του Λέοντα Α’, ο μεταγενέστερος ναός και τα περιβάλλοντα κτήρια ανακαινίστηκαν από τον Πατριάρχη Αθηναγόρα. Μελλοντικές ανασκαφές στην ευρύτερη περιοχή της Παναγίας των Βλαχερνών, ίσως οδηγήσουν στην ανακάλυψη των ερειπίων του αυθεντικού βυζαντινού ναού.
Η λατρευτική ζωή στον ιερό ναό της Παναγίας των Βλαχερνών. Παρελθόν και παρόν
Περί το έτος 500, ένα ανάκτορο (επίσης επονομαζόμενο Βλαχέρναι) ανεγέρθηκε στην πλαγιά πάνω από το μνημείο, ενώ μία ειδική πύλη και μία σκάλα, το συνέδεσαν απευθείας με τον ιερό ναό πιο κάτω. Αρχίζοντας από τον ενδέκατο αιώνα, κατά τη δυναστεία των Κομνηνών και αργότερα των Παλαιολόγων, αυτό το ανάκτορο έγινε η κύρια κατοικία των αυτοκρατόρων. Οι αυτοκράτορες συχνά συμμετείχαν στις λειτουργίες στην Παναγία των Βλαχερνών και εκδήλωναν την υποστήριξη και το σεβασμό τους για το μνημείο με ποικίλους τρόπους. Ο Κωνσταντίνος Ζ’ ο Πορφυρογέννητος, στο έργο του Βιβλίο των Τελετών προσφέρει μία λεπτομερή περιγραφή της πομπής, της τάξης και του πρωτοκόλλου που ίσχυε κατά τις αυτοκρατορικές επισκέψεις στον ιστορικό ναό και στο Άγιο Λούσμα. Είναι επίσης γνωστό ότι οι εκστρατεύοντες αυτοκράτορες μετέφεραν μαζί τους μία εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας, όπως και αυτοκρατορικές σφραγίδες που έφεραν την εικόνα αυτή.
Από την εποχή του Πατριάρχου Τιμοθέου Α’ (511-518) είχε καθιερωθεί να τελείται λιτανεία κάθε Παρασκευή στο ναό της Παναγίας στη Χαλκοπράτεια (το όνομα υποδηλώνει την αγορά χαλκού, ακριβώς δυτικά της Αγίας Σοφίας, εκεί όπου σήμερα βρίσκονται ακόμη ερείπια του ναού της Αγίας Μαρίας της Χαλκοπράτειας, του πέμπτου αιώνα), όπου λιτανευόταν εν πομπή η εικόνα της Παναγίας της Βλαχερνίτισσας. Με ιδιαίτερη μεγαλοπρέπεια ετιμώντο και άλλες εορτές στο ναό των Βλαχερνών, όπως η Υπαπαντή του Κυρίου (2 Φεβρουάριου), η Κυριακή της Ορθοδοξίας (πρώτη Κυριακή των Νηστειών), η Μεγάλη Παρασκευή, η Τρίτη του Πάσχα, η εορτή της κατάθεσης της Τιμίας Εσθήτος της Θεοτόκου (2 Ιουλίου), τα εγκαίνια του ναού (31 Ιουλίου), η διάσωση της Πόλης από τους Άβάρους και τους Πέρσες (7 Αυγούστου), η Κοίμησις της Θεοτόκου (15 Αυγούστου), και η ανάμνηση του μεγάλου σεισμού του 740 (26 Οκτωβρίου).
Είναι γνωστό ότι στο ναό των Βλαχερνών υπήρχαν αρκετές εικόνες της Παρθένου Μαρίας και ότι η σημαντική ιστορική πηγή Η ζωή του Στεφάνου του νεανίου, περιγράφει μία θαυματουργή εικόνα του όγδοου αιώνα. Ενώ οι περισσότερες εικόνες της Βλαχερνίτισσας απεικονίζουν την Θεομήτορα όρθια να κρατά τον Χριστό ως παιδί, η αυθεντική απεικόνιση—ίσως η εικόνα στην αψίδα του ναού—ήταν πιθανώς η Παρθένος προσευχομένη (σε στάση προσευχής με εκτεταμένους βραχίονες) χωρίς τον Χριστό.
Σήμερα, στο μικρό ναό, οι τέσσερεις τοιχογραφίες του Ειρήναρχου Κόβα (1964), επάνω από την Αγία Τράπεζα, είναι υπομνήσεις μεγάλων στρατιωτικών θριάμβων του Βυζαντίου, που συνδέονται με τις Βλαχέρνες. Ένα άγιασμα, που ήταν αρχικά έξω από το ναό, στο οποίο αναβλύζει νερό πηγής, βρίσκεται σήμερα εντός του ναού. Χριστιανοί, καθώς και μουσουλμάνοι, επισκέπτονται συχνά αυτόν τον ιερό χώρο.
Το κείμενο αντλήθηκε από το βιβλίο: Το Οικουμενικό Πατριαρχείο σήμερα. Ορθόδοξα προσκυνήματα και μνημεία της Πόλης.