Ο άνθρωπος που ανακάλυψε την Κνωσό
Καλοκαιρινός Μίνως
Ο Μίνως Καλοκαιρινός γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης το 1843. Γονείς του ήταν ο μεγαλέμπορος Ανδρέας Δ. Καλοκαιρινός και η Μαργιόρα Καλοκαιρινού, το γένος Κρασάκη. Το 1852, πέθανε η μητέρα του και το Μίνωα ανέλαβε η συγγενής της οικογένειας, Αργυρή Γ. Στεργιάδου. Το 1862, ο Μίνως τελείωσε το Γυμνάσιο, στη Σύρο και γράφτηκε στη Νομική σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Η επιστροφή στην Κρήτη
Το 1864, πέθανε ο πατέρας του και αναγκάστηκε να διακόψει τις σπουδές του, για να αφοσιωθεί μαζί με τον αδελφό του, Λυσίμαχο, στη διαχείριση της μεγάλης περιουσίας της οικογένειάς του. Το 1869, παντρεύτηκε τη Σκεύω Κριεζή, κόρη του Υδραίου, Εμμανουήλ Κριεζή. Το ζευγάρι απέκτησε 4 παιδιά, τη Μαρία, τον Ανδρέα, το Λέοντα και τον Οδυσσέα.
Η πρώτη ανασκαφή στην Κνωσό
Το 1878, μέσα από την εντατική μελέτη των αρχαίων συγγραφέων και μετά από πενταετείς τουλάχιστον προσπάθειες συλλογής πληροφοριών για την ευρύτερη περιοχή της Κνωσού, οδηγήθηκε στην απόφαση να ανασκάψει το λόφο της Κεφάλας. Συνέταξε συμβόλαιο με τον ιδιοκτήτη του λόφου, Ζεκυρή Μπέη Ιμπραήμ Εφεντάκη, ο οποίος απέκτησε αυτόματα δικαίωμα στο 1/3 των ευρημάτων, σύμφωνα με τον τουρκικό αρχαιολογικό νόμο.
Οι εργασίες του Μίνωα Καλοκαιρινού πραγματοποιήθηκαν με δυναμικό 20 εργατών, διήρκησαν 3 περίπου εβδομάδες και κόστισαν στον ανασκαφέα χρηματοδότη 750 φράγκα. Των ανασκαφών επιστάτησε ο δάσκαλος Χρ. Παπαουλάκης. Ο Καλοκαιρινός πίστεψε ότι ανακάλυψε ολόκληρο το ανάκτορο, στην πραγματικότητα, όμως, ανέσκαψε ένα μεγάλο τμήμα της δυτικής πτέρυγας του ανακτορικού συγκροτήματος της Κνωσού.
Όταν έμαθαν για την Κνωσό στην Ευρώπη
Η ανασκαφή του Καλοκαιρινού δεν άργησε να κινήσει το ενδιαφέρον των ειδικών, πράγμα για το οποίο ο ίδιος κατέβαλε κάθε δυνατή προσπάθεια. Την ίδια χρονιά, ιδρύθηκε, στο Ηράκλειο, ο Φιλεκπαιδευτικός Σύλλογος, ο οποίος, το 1883, όταν πρόεδρός του εξελέγη ο Ιωσήφ Χατζιδάκης, αποτέλεσε την επίσημη αφετηρία της αρχαιολογικής έρευνας στην Κρήτη και το βασικό πυρήνα για την ίδρυση του Μουσείου Ηρακλείου.
Ο Καλοκαιρινός δώρισε στο σύλλογο, του οποίου υπήρξε ιδρυτικό μέλος και ταμίας, 3 πιθάρια που έφερε στο φως, κατά τις ανασκαφές της Κνωσού.
Το 1879, ο Γενικός Διοικητής Κρήτης, Φωτιάδης πασάς, με απόφαση της Κρητικής Πολιτείας, διέταξε τη διακοπή των εργασιών του Καλοκαιρινού. Κατά τα έτη 1880, 1881, 1886 και 1893, έγιναν διάφορες προσπάθειες από ξένους αρχαιολόγους να συνεχίσουν τις ανασκαφές στην Κνωσό, αλλά απέτυχαν. Το 1894, ο Evans αγόρασε το 1/4 του λόφου της Κεφάλας.
Ο Έβανς ανασκάπτει την Κνωσό
Στις 23 Μαρτίου του 1900, μετά από διαπραγματεύσεις που διήρκησαν 6 χρόνια και με τη βοήθεια του Μίνωα Καλοκαιρινού, ο Βρετανός αρχαιολόγος ανέσκαψε τις αποθήκες της δυτικής πτέρυγας του ανακτόρου και ανακάλυψε την αίθουσα του θρόνου, στον προθάλαμο της οποίας, είχε αναγκαστεί ο Καλοκαιρινός να διακόψει τις εργασίες του, 22 περίπου χρόνια πριν.
Το 1903, ο Καλοκαιρινός ορκίστηκε και διορίστηκε δικηγόρος, για όλα τα δικαστήρια της Κρήτης. Την ίδια χρονιά, ήταν υποψήφιος βουλευτής Ηρακλείου, χωρίς, όμως, να κατορθώσει να συγκεντρώσει πολλές ψήφους. Το ίδιο εγχείρημα επανέλαβε, ανεπιτυχώς, το 1907. Το 1906, κυκλοφόρησε από τον Καλοκαιρινό το έντυπο Κρητική Αρχαιολογική Εφημερίς.
Στις 5 Οκτωβρίου 1907, πέθανε, σε ηλικία 64 ετών. Η προσφορά του, αναμφισβήτητα, ήταν μεγάλη, καθότι, με τις προσπάθειές του, έγινε πρωταίτιος για την ανάδειξη του ανακτόρου της Κνωσού.
Το κείμενο αντλήθηκε από το βιβλίο: Κορυφαίοι Κρήτες όλων των εποχών. Στυλιανού Νικ. Παπαδογιαννάκη δασκάλου. Ηράκλειο Κρήτης 2009.