12 Δεκεμβρίου 2024

www.ipy.gr

Ιστοσελίδα Ποικίλης Ύλης

ΒιογραφίεςΚρητική ιστορία

Ο Καπετάνιος Μιχα΄λης Κόρακας

Κόρακας Μιχάλης Καπετάνιος

Η περίοδος της Τουρκο­κρατίας (1669-1898) ήταν γεμάτη από επαναστάσεις και αγώνες των Κρητικών, για την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού. Οι επανα­στάσεις αυτές ανέδειξαν σπουδαίους πολεμιστές και καπετάνιους. Ανάμεσα στους καπετάνιους αυτούς, ξεχωριστή θέση κατέχει ο Ηρακλειώτης Μιχάλης Κόρακας.

Γεννήθηκε στο χωριό Πόμπια της Μεσαράς, το 1797. Οι γονείς του, Ειρήνη και Νίκος Καρούζος ή Κορακάκης, κατάγονταν από «καλές μα φτωχές οικογένειες», τις οποίες οι Τούρκοι δεν καταδίωκαν, μια και συνήθιζαν να χτυ­πούν τις οικογένειες που διακρίνονταν. Δεν ήθελαν πλούσιους ραγιάδες. Εξαιτίας της φτώχιας και του κλίματος της εποχής, ο μικρός Μιχάλης δεν έμαθε γράμματα. Έμεινε εντελώς αγράμματος και αυτό ήταν το μεγάλο του παράπονο αργότερα. Στις επιστολές που έστελνε στους άλλους καπετάνιους (τις οποί­ες έγραφαν πάντα οι γραμματικοί), υπέγραφε με τη σφραγίδα του, που έφερε μόνο τα αρχικά του ονόματος του.

Η φτώχια, επίσης, ανάγκασε τον πατέρα του, Νικόλα, να τον δώσει βοσκό στο φοβερό γενίτσαρο της Πλώρας (χωριό δίπλα στην Πόμπια), Αλήκα Μεχμέτ Αγά. Μια μέρα, ο Αλήκας βρέθηκε στην Πόμπια και, για να δείξει ότι ήταν καλός σκοπευτής, σημά­δεψε και σκότωσε ένα θείο του Κόρακα. Μόλις το έμαθε ο Κόρα­κας, φώλιασε στην ψυχή του το μίσος της εκδίκησης. Ήταν τότε δεκαοχτώ χρονών. Μια μέρα, ο Αλήκας ανέβηκε στο βουνό, για να επιθεωρήσει τα κοπάδια του και ζήτησε από τον Κόρακα να του δώσει νερό. Ο Μιχάλης του έφερε τρεχάτος το «μπουχλίτσι» (παγούρι). Όπως έπινε το νερό ο Αγάς, ο Κόρακας σηκώνει αστραπιαία τη μαγκούρα του και τον χτυπά στο κεφάλι. Πρόλαβε ο Αλήκας και του είπε “Σκύλε και μ’ έφαγες”, όμως ο Κόρακας συνέχισε τα χτυπήματα, μέχρι που τον αποτελείωσε. Πήρε τα άρματά του και, όταν νύχτωσε, κατέβηκε στην Πόμπια και συνά­ντησε τον οπλαρχηγό του χωριού του, καπετάν Χουλογιάννη. Του είπε, με ήρεμο και φυσικό τρόπο, ότι σκότωσε τον Αλήκα.

Από εκείνη τη νύχτα, ο Κόρακας «μαδάρωδε», δηλαδή ανέβη­κε στο βουνό αντάρτης. Έτσι, άρχισε η «χαίνικη» (αντάρτικη) ζωή του. Ο Κόρακας είχε, από πολύ νωρίς, αναγνωριστεί ως ηγε­τική μορφή και καθιερωθεί στη συνείδηση των συναγωνιστών του. Κατά την επανάσταση, όμως του 1866-1869, καθιερώθηκε και διορίστηκε από την προσωρινή κυβέρνηση της Κρήτης, αρχηγός της ανατολικής Κρήτης. Πρώτη του και βασική ενέρ­γεια ήταν να διορίσει καπετάνιους σε κάθε επαρχία. Ο ίδιος είχε το συντονισμό και τη διοίκηση του αγώνα. Δεν έλειψε από καμία μάχη, στην ανατολική Κρήτη, και πάντα ήταν ο πρώτος, ο άτρω­τος, ο συνετός, ο προσγειωμένος. Καθοδηγούσε με υψηλή στρα­τηγική οξυδέρκεια τις δυνάμεις του, που ήταν 20.000 πολεμι­στές. Ήταν ανιδιοτελής και πατριώτης. Δεν καρπώθηκε κανένα απολύτως οικονομικό όφελος. Πληρωμή και αποζημίωσή του ήταν η επίτευξη του στόχου, του ονείρου των Κρητών, δηλαδή η απελευθέρωση της Κρήτης και η ένωσή της με την ελεύθερη μητέρα Ελλάδα. Ως πατριώτης, ήταν ο Κολοκοτρώνης της Κρή­της. Ήταν, πράγματι, η ψυχή του αγώνα, από το 1821, έως το 1878. Κράτησε την Κρήτη επαναστάτημένη, για να υποχρεώσει τις Μεγάλες Δυνάμεις να ασχοληθούν με το θέμα της. Διοίκησε με σύνεση και πυγμή, με αποτέλεσμα να είναι σεβαστός και στους στρατιωτικούς και στους πολιτικούς.

Από το 1869 έως το 1872, ο Κόρακας αντιμετώπιζε σοβαρό πρό­βλημα στην όρασή του. Έπρεπε οπωσδήποτε να πάει στην Αθήνα για θεραπεία. Τα έξοδα ήταν πολλά κι έτσι αναγκάστηκε να που­λήσει ένα κτήμα του. Κατά τη μετάβασή του στην Αθήνα, ο λαός τον υποδέχτηκε με μεγάλο ενθουσιασμό. Έκανε εγχείρηση και έμεινε για λίγο στην Αθήνα.

Το 1872, πήγε στην Αίγυπτο, προσκεκλημένος του Πατριάρχη Αλεξανδρείας, Φωτίου. Ο Ελληνισμός της Αιγύπτου τον δέχτηκε με μεγάλο ενθουσιασμό. Ο Πατριάρχης, γνωρίζοντας τη φτώχεια του Κόρακα, έκανε κρυφά έρανο μεταξύ των ομογενών και του έδωσε τα χρήματα που συγκέντρωσε, όταν έφυγε για την Ελλά­δα.

Τις παραμονές της επανάστασης του 1878, προσκλήθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Κρητών, στο χωριό Φρε των Χανίων. Εκεί, 81 ετών πια, αλλά επιβλητικός στο ανάστημα, γνώρισε μεγάλες τιμές από τους καπετάνιους, στους οποίους παρέδωσε τη σκυτάλη.

Μετά, έφυγε από την Κρήτη και πήγε στον Πειραιά. Ο βασιλιάς Γεώργιος τον κάλεσε στα ανάκτορα και τον φιλοξένησε με μεγά­λες τιμές. Μάλιστα, του προσέφερε τιμητικά μια σημαντική κτη­ματική έκταση, στην αρχή της οδού Σταδίου. Ο γερο-Κόρακας, όμως, με δάκρυα στα μάτια, αρνήθηκε, λέγοντας: Δεν αγωνί­στηκα για να πάρω ανταλλάγματα’. Κοντά στο γιο του, έζησε περίπου δύο χρόνια.

Στις 14 Ιουλίου 1882, έφτασε στο λιμάνι του Ηρακλείου. Ο λαός ζητωκραύγαζε και εκδήλωνε με κάθε θέρμη την αγάπη και την εκτίμησή του στον Κόρακα. Στα χωριά από τα οποία περνούσε, για να πάει στην Πόμπια, οι χωρικοί χτυπούσαν τις καμπάνες και τον αποθέωναν. Τέλος, έφτασε στην Πόμπια, όπου καπετάνιοι, πολεμιστές και λαός τον υποδέχτηκαν με μεγάλες τιμές. Έμεινε στο σπίτι του γαμπρού του, Φρ. Κωνστανταράκη, ανάμεσα στα εγγόνια και τους άλλους συγγενείς. Ύστερα από λίγες μέρες ξεκούρασης, επισκέφτηκε τη Μονή Βροντησίου και, μετά από νηστεία και κατάλληλη προετοιμασία, εξομολογήθηκε και κοινώνησε. Αργότερα, επισκέφτηκε το Αγιοφάραγγο (μοναστικό φαράγγι, νότια της Πόμπιας). Λίγο αργότερα, πήγε στη Μονή Οδηγητρίας. Επέστρεψε στην Πόμπια και μετά από λίγες μέρες, αρρώστησε. Κάλεσε τα παιδιά και τα εγγόνια του, για να τα απο­χαιρετήσει και να τους δώσει την ευχή του. Ήταν Τρίτη 7 Σεπτεμβρίου 1882, ώρα 4.06′, όταν ο καπετάν Μιχάλης, ογδόντα πέντε χρονών, παρέδωσε την ψυχή του στο Χριστό. Κηδεύτηκε με μεγάλες τιμές και μέσα σε γενικό πένθος. Πάνω στον τάφο του, που βρίσκεται στην πλατεία της Πόμπιας, υπάρχει το επί­γραμμα του Ιωάννη Κωνσταντινίδη:

«Έπρεπε στην ψηλότερη κορφή του Ψειλορείτη το μνήμα σου να γίνει και να σ’αφήσουν ανοιχτή πολεμική θυρίδα.

Τη νύχτα να σηκώνεσαι τον ύπνο σου ν’αφήνεις για να φυλάγεις και νεκρός ακόμη την πατρίδα».

Ο δε Βενέτικος λέει:

«Όταν επέθανε ήτανε ετών ογδόντα πέντε,

τέτοιους γενναίους αρχηγούς, Θε μου, στην Κρήτη πέμπε».

Προς τιμήν του, στην πόλη του Ηρακλείου, στη Χανιώπορτα, έχει στηθεί γιγάντιος ανδριάντας και το όνομά του έχει δοθεί στην εκεί πλατεία. Στη γενέτειρά του, την Πόμπια, έχει καθιερω­θεί να γίνονται, κάθε 4 χρόνια, πολιτιστικές εκδηλώσεις, τα ονο­μαζόμενα «Κοράκεια». Γίνονται θρησκευτικές τελετές, παραδο­σιακά γλέντια, αθλητικοί αγώνες κ.α. Οι εκδηλώσεις αυτές θεσπίστηκαν από το 1982, με τη συμπλήρωση 100 χρόνων από το θάνατό του. Ο καπετάν Μιχάλης Κόρακας υπήρξε μια εξέχουσα φυσιογνωμία και αυτό θα πρέπει να το γνωρίσει όλη η Ελλάδα, μέσα από τα σχολικά βιβλία, ως ένα λαμπρό παράδειγμα.

Το κείμενο αντλήθηκε από το βιβλίο: Κορυφαίοι Κρήτες όλων των εποχών Στυλιανού Νικ. Παπαδογιαννάκη, δασκάλου Ηράκλειο Κρήτης Νοέμβριος 2009.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *