Τα πρώτα χαρτονομίσματα του ελληνικού κράτους
ΕΚΔΟΣΕΙΣ, ΚΥΚΛΟΦΟΡΙΑ ΚΑΙ ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΩΝ
ΤΡΑΠΕΖΟΓΡΑΜΜΑΤΙΩΝ ΤΗΣ ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ
Αφορμή για την κάθε νέα έκδοση μπορεί να αποτέλεσαν λόγοι πολιτικοί ή πολιτειακοί, αλλαγές καθεστώτων ή η επέκταση της Επικράτειας, λόγοι οικονομικοί, π.χ. η αλλαγή της ισοτιμίας από τη συμμετοχή στη Λατινική Νομισματική Ένωση, τα αναγκαστικά κρατικά δάνεια, π.χ. τα διχοτομημένα γραμμάτια του 1922 ή τα αποτμημένα του 1926 λόγω της Μικρασιατικής Εκστρατείας και της καταστροφής που επακολούθησε, λόγοι εξέλιξης της κατασκευαστικής τεχνολογίας ή και της αισθητικής. Δεν είναι λοιπόν υπερβολή να ισχυριστεί κανείς ότι, ερευνώντας την ιστορία των χαρτονομισμάτων που εξέδωσε η Εθνική Τράπεζα, διέρχεται και μελετά την ιστορία της πατρίδας μας από τον 19ο αιώνα, σχεδόν ταυτόχρονα με τη συγκρότηση του νεοελληνικού κράτους, μέχρι το ξέσπασμα της πρώτης μεγάλης παγκόσμιας οικονομικής κρίσης με το κλείσιμο της πρώτης τριακονταετίας του 20ού αιώνα, οπότε είχε παραδώσει το εκδοτικό προνόμιο στην Τράπεζα της Ελλάδος.Η κυκλοφορία της πρώτης έκδοσης των τραπεζογραμματίων της Εθνικής εγκαινιάζει μια μακρά εκδοτική διαδρομή η οποία θα διαρκέσει 87 έτη, όσο δηλαδή η διατήρηση του εκδοτικού προνομίου από το πρώτο πιστωτικό ίδρυμα της χώρας. Η διαδρομή αυτή συμπίπτει με τα βήματα που πραγματοποίησε το νεοελληνικό κράτος στην οικονομία, την πολιτική αλλά και την τέχνη και την τεχνική. Η Εθνική Τράπεζα θα εκδώσει 68 διαφορετικούς τύπους τραπεζογραμματίων, τα οποία θα μπορούσαν να ομαδοποιηθούν σε 14 διαφορετικές εκδόσεις. Από αυτές η ίδια η Εθνική κυκλοφόρησε τις 13, ενώ μία, παρά το γεγονός ότι τυπώθηκε γι’ αυτήν, θα κυκλοφορήσει, επισημασμένη, για λογαριασμό της Τράπεζας της Ελλάδος.
Η κυκλοφορία της πρώτης έκδοσης εκτείνεται στην Ελλάδα που απελευθερώθηκε με την Επανάσταση του ’21: Πελοπόννησο – Στερεά – Σποράδες – Κυκλάδες. Κάθε βήμα εθνικής ολοκλήρωσης αποτυπώνεται και στην επέκταση της κυκλοφορίας των τραπεζογραμματίων της Εθνικής.
Ενδιαφέρουσα και εξίσου ενδεικτική είναι και η εικαστική παρουσίαση των τραπεζογραμματίων αλλά και οι διαδικασίες και οι τεχνικές κατασκευής τους. Από τη λιτή εκτύπωση της πρώτης έκδοσης με τη μονόχρωμη εκτύπωση μιας όψεως, τα υποτυπώδη διακοσμητικά στοιχεία και την παντελή έλλειψη μέτρων αποτρεπτικών της παραποίησης και πλαστογράφησης, σταδιακά περνάμε σε πιο άρτιες εκτυπώσεις και εικαστικές επιδόσεις απαιτήσεων. Από τις προκατασκευασμένες, πολλές φορές ενδιαφέρουσες, χαρακτικές προτάσεις των κατασκευαστικών εταιρειών, που κοσμούν πανομοιότυπα τα τραπεζογραμμάτια της υφηλίου, περνάμε στον Μιχαήλ Αξελό. Από τον απρόσωπο «παγκοσμιοποιημένο» χαράκτη στον καλλιτέχνη που θα αποδώσει μια αισθητική «δεμένη» με τον τόπο και ο οποίος θα προσπαθήσει να σηματοδοτήσει τα ρεύματα της εποχής του.
Το τραπεζογραμμάτιο, εάν μάλιστα συνοδεύεται από το αρχειακό τεκμήριο που «εξιστορεί» τη διαδρομή από την απόφαση για την κατασκευή του μέχρι και την απόσυρσή του από την κυκλοφορία -όπως συμβαίνει στο Ιστορικό της Αρχείο της Εθνικής Τράπεζας-, τότε αποτελεί πολύτιμο μάρτυρα της εποχής του.
Ένα μικρό δείγμα των παραπάνω προσπαθεί να παρουσιάσει η έκδοση αυτή, περιορισμένο στη σημαντική περίοδο που καλύπτει η δραστηριότητα του Γεωργίου Σταύρου: τις τέσσερις πρώτες εκδόσεις της Εθνικής, οι οποίες άλλωστε αποτελούν το ξεκίνημα ενός μεγάλου ταξιδιού.
ΤΑ ΤΡΑΠΕΖΟΓΡΑΜΜΑΤΙΑ
ΤΗΣ ΠΡΩΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ, 1842
Τα πρώτα τραπεζογραμμάτια της Εθνικής Τράπεζας κατασκευάστηκαν στη Γαλλία με τη φροντίδα του Ιωάννη-Γαβριήλ Εϋνάρδου. Οι μήτρες και οι εκτυπώσεις έγιναν από τεχνίτες της Τράπεζας της Γαλλίας. Όπως εξηγεί ο Εϋνάρδος σε επιστολή του προς τον Γεώργιο Σταύρο, η Τράπεζα της Γαλλίας δεν αναλαμβάνει την εκτύπωση χαρτονομισμάτων για τρίτους, ούτε για τις τοπικές γαλλικές τράπεζες, αλλά επιτρέπει στους υψηλόβαθμους τεχνίτες της να εκτελούν τέτοιες εργασίες. Οι τέσσερις αξίες της πρώτης έκδοσης τυπώθηκαν σε δύο φάσεις. Οι αξίες των 100 και των 500 δραχμών παραγγέλθηκαν τον Απρίλιο του 1841 και παραλήφθηκαν από την Τράπεζα τον Νοέμβριο του ίδιου έτους. Στις 24 Νοεμβρίου του 1841, «εντός του καταστήματος», έγινε το άνοιγμα των τριών πρώτων κιβωτίων, τα οποία περιείχαν 30 φακέλους με 4.000 γραμμάτια των 500 δραχμών και 11.000 γραμμάτια των 100 δραχμών, συνολικής αξίας 3.100.000 δραχμών. Στις 6 Μαρτίου 1842, αφού έχει ήδη αρχίσει να λειτουργεί η Τράπεζα και έχουν κυκλοφορήσει τα πρώτα γραμμάτια των 100 και 500 δραχμών, διαπιστώνεται η ανάγκη γραμματίων μικρότερης αξίας. Ο βασιλικός επίτροπος της Τράπεζας προτείνει την εκτύπωση τραπεζογραμματίων των 25 και 50 δραχμών «προς ευκόλυνσιν και αύξησιν της κυκλοφορίας». Την εκτύπωση και αυτών των γραμματίων θα επιμεληθεί ο ίδιος ο Ι.-Γ. Εϋνάρδος. Έτσι, όπως μαθαίνουμε από το πρώτο καθολικό της Τράπεζας, ενώ τα πρώτα γραμμάτια των 100 και 500 δραχμών κυκλοφόρησαν αντιστοίχως στις 22 Ιανουάριου 1842, ημέρα έναρξης λειτουργίας της Τράπεζας, και 18 Φεβρουάριου 1842, τα πρώτα 25δραχμα θα κυκλοφορήσουν στις 29 Μάίου και τα πρώτα 50δραχμα στις 14 Αυγούστου 1842.
Η πρώτη αυτή έκδοση τραπεζογραμματίων της Εθνικής, η οποία περιλαμβάνει τέσσερις αξίες που είναι τυπωμένες στη μία όψη, είναι σχετικά απλή στη σχεδίασή της και σχεδόν πανομοιότυπη για όλες τις αξίες. Μικρές διαφορές υπάρχουν στα γραμμάτια των 25 και 50 δραχμών, που, όπως έχουμε αναφέρει, τυπώθηκαν αργότερα, και στα οποία έγινε προσθήκη διακοσμητικών στοιχείων στις τέσσερις γωνίες καθώς και γύρω από την ένδειξη καταχώρισης. Όπως μαθαίνουμε από επιστολή του Εϋνάρδου προς τον Σταύρο, προστέθηκαν ακόμη κάποια σημάδια για να ελέγχεται η γνησιότητα του τραπεζογραμματίου, τα οποία έπρεπε να γνωρίζουν μόνο ο Γ. Σταύρος και ο αρχιταμίας της Τράπεζας. Ο σχεδιασμός των γραμματίων έγινε από τους Lacoste pere et fils aine και η χάραξη της πλάκας από τον οίκο Normand fils. Η εκτύπωση έχει γίνει με μαύρο μελάνι σε χαρτί διαφορετικού χρώματος, πράσινο για τις 25 δραχμές, ροδόχρουν για τις 50, κίτρινο για τις 100 και λευκό για τις 500 δραχμές. Σε όλες τις αξίες υπάρχουν τα στοιχεία ταυτότητας (τίτλος της Τράπεζας, αξία, καταχώριση στο λογιστικό βιβλίο, ημερομηνία του νόμου σύστασης της Τράπεζας, υπογραφές του αρχιταμία, του βασιλικού επιτρόπου και του διευθυντή της Τράπεζας), ορισμένα από τα οποία είναι γραμμένα με το χέρι, καθώς και η προειδοποίηση: «Η παραποίησις τιμωρείται με δεσμά διά βίου».
ΤΑ ΤΡΑΠΕΖΟΓΡΑΜΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΔΕΥΤΕΡΗΣ
ΕΚΔΟΣΗΣ, 1849-1850
Τρία μόλις χρόνια μετά την κυκλοφορία των τραπεζογραμματίων της πρώτης έκδοσης της Εθνικής, αρχίζουν οι προπαρασκευαστικές ενέργειες νέας έκδοσης, της δεύτερης. Πολλές αιτίες συνέβαλλαν στην απόφαση αυτή· η αποδοχή από το κοινό της αντικατάστασης του μεταλλικού από το χαρτονόμισμα, η ανάγκη κυκλοφορίας χαρτονομίσματος μικρότερης αξίας από το 25δραχμο για να διευκολυνθούν οι συναλλαγές. Τέλος, αιτιολογείται η ανάγκη κατασκευής τους και εκ του γεγονότος ότι «παλαιοθέντων, και ένεκα τούτου αχρήστων καθισταμένων, και βαθμηδόν εξαφανιζομένων των μέχρι τούδε εκδεδομένων Τραπεζικών Γραμματίων». Οι συντελεστές πραγματοποίησης της νέας έκδοσης είναι οι ίδιοι με της προηγούμενης. Ο Ι.-Γ. Εϋνάρδος παρακολουθεί το όλο εγχείρημα. Ο τεχνίτης Durieux της Τράπεζας της Γαλλίας αναλαμβάνει την προμήθεια του χαρτιού και την εξασφάλιση τεχνικών προδιαγραφών ανάλογων με αυτές που χρησιμοποιούνται από την Τράπεζα της Γαλλίας. Ο χαράκτης αυτήν τη φορά είναι άλλος, Γάλλος και αυτός, ονόματι Saunier. Ο εικαστικός τύπος των νέων γραμματίων εμπλουτίζεται με απεικονίσεις μυθολογικές και αλληγορικές. Στη δεύτερη έκδοση, εκτός από τις αξίες που περιελάμβανε η πρώτη, 25, 50, 100 και 500 δραχμές, προστίθεται και η αξία των 10 δραχμών με το άρθρο 4 του νόμου της 9ης Αυγούστου 1848. Στο γραμμάτιο των 10 δραχμών έχει αντικατασταθεί η ένδειξη πάνω από την υπογραφή «Ο Διευθυντής» με την ένδειξη «Ο Διοικητής», διότι το γραμμάτιο αυτό κατασκευάσθηκε μετά τις 17 Φεβρουάριου 1849, οπότε με βασιλικό διάταγμα έγινε η αλλαγή αυτή. Οι υπόλοιπες αξίες που είχαν κατασκευασθεί από το 1847 εξακολουθούν να φέρουν την ένδειξη «Ο Διευθυντής». Όλες οι αξίες φέρουν την ίδια ακριβώς διακόσμηση και η εκτύπωση έχει γίνει με μαύρο μελάνι. Τα γραμμάτια των διάφορων αξιών διαφέρουν ως προς το χρώμα του χαρτιού στο οποίο έχουν εκτυπωθεί. Κυανό για το ΙΟδραχμο, πράσινο για το 25δραχμο, ροδόχρουν για το 50δραχμο, κίτρινο για το ΙΟΟδραχμο και λευκό για το 500δραχμο. Η αξία των 10 δραχμών τίθεται σε κυκλοφορία την 1η Σεπτεμβρίου 1849 και οι υπόλοιπες αξίες την 1η Φεβρουάριου 1850. Η δεύτερη αυτή έκδοση αποσύρθηκε από την κυκλοφορία σχετικά σύντομα, το 1852, διότι έγινε παραχάραξη του ΙΟδραχμου σε 50δραχμο.
ΤΑ ΤΡΑΠΕΖΟΓΡΑΜΜΑΤΙΑ
ΤΗΣ ΤΡΙΤΗΣ ΕΚΔΟΣΗΣ, 1852
Από τον Αύγουστο του 1851 αρχίζει να απασχολεί τη Διοίκηση της Εθνικής το θέμα της παραχάραξης του ΙΟδραχμου της δεύτερης έκδοσης και ο τρόπος αντιμετώπισής του συνολικά. Την 1η Οκτωβρίου συγκροτείται επιτροπή για την έκδοση νέων τραπεζογραμματίων και τη λήψη μέτρων προστασίας τους από παραχάραξη. Στις 28 Νοεμβρίου αποφασίζεται η προετοιμασία έκθεσης για να υποβληθεί στη Γενική Συνέλευση, αρμόδια να αποφασίζει την έκδοση νέων γραμματίων. Η έκθεση προβλέπει να κατασκευαστούν τα νέα τραπεζογραμμάτια από Άγγλο κατασκευαστή, με νέα τελείως αντίληψη και «με ιδίαν χαλυβδίνην πλάκα έκαστον είδος και του χάρτου περιέχοντος εν υδατίνοις σημείοις τον τε τίτλον της Τραπέζης και την αξίαν των γραμματίων». Έπειτα από έγκριση της Γενικής Συνέλευσης της 15ης Ιανουάριου 1852 αποφασίζεται η έκδοση νέων τραπεζογραμματίων των 25 και 100 δραχμών. Το Γενικό Συμβούλιο, στη συνεδρίασή του της 19ης Ιανουάριου 1852, αποφασίζει να αναλάβει όλη την εποπτεία της έκδοσης ο Ευθύμιος Κεχαγιάς, μέλος της τριμελούς Διευθυντικής Επιτροπής της Τράπεζας, αναχωρώντας για το Λονδίνο. Με μεταγενέστερη απόφαση της Τράπεζας παραγγέλλεται η κατασκευή και ΙΟδραχμου γραμματίου. Η πρώτη αποστολή των νέων γραμματίων των 10, 25 και 100 δραχμών παραλαμβάνεται στις 16 Ιουλίου 1852.
Τα τραπεζογραμμάτια της τρίτης έκδοσης έχουν διαφορετικό σχήμα, μέγεθος και σημείο σταχώσεως. Δεν έχουν άλλη εικονογράφηση πλην του θυρεού. Για πρώτη φορά στην ταυτότητα του γραμματίου υπάρχει έντονο το γράμμα που προσδιορίζει τη σειρά και ο αύξων αριθμός του γραμματίου. Τα υδατογραφήματα είναι δύο ειδών. Συνίστανται σε ελικοειδείς γραμμές και στοιχεία από την ταυτότητα των γραμματίων: τίτλος της Τράπεζας και η αξία αριθμητικά και ολογράφως. Τα υδατογραφήματα είναι εμφανή και χωρίς να τα δει κανείς στο φως. Το ΙΟδραχμο είναι όρθιο, σχεδόν τετράγωνο και το στέλεχος του βρίσκεται στο κάτω μέρος. Το 25δραχμο και το ΙΟΟδραχμο είναι παραλληλόγραμμα, το δεύτερο μεγαλύτερο του πρώτου. Το στέλεχος του πρώτου βρίσκεται στην αριστερή πλευρά, ενώ του δευτέρου στη δεξιά. Η υπογραφή του διοικητή τίθεται έντυπος με απόφαση της Γενικής Συνέλευσης των Μετόχων της 15ης Ιανουάριου 1852, που εγκρίθηκε με βασιλικό διάταγμα της 22ας Φεβρουάριου 1852. Για το σκοπό αυτό παραγγέλθηκε από το εξωτερικό ειδικό μηχάνημα.
ΤΑ ΤΡΑΠΕΖΟΓΡΑΜΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΤΕΤΑΡΤΗΣ (α)
ΕΚΔΟΣΗΣ, 1860
Μεταξύ 28 Φεβρουάριου και 18 Απριλίου 1859 οριστικοποιείται η απόφαση για την παραγγελία της νέας έκδοσης τραπεζογραμματίων στην εταιρεία American Bank Note Company της Νέας Υόρκης. Η σχετική συμφωνία έχει συναφθεί με τον αντιπρόσωπο της εταιρείας στην Ευρώπη Albert G. Goodall. Η παραλαβή των τεσσάρων πρώτων κιβωτίων από την Αμερική με τραπεζογραμμάτια των 25 και 100 δραχμών θα γίνει στις 12 Φεβρουάριου 1860. Το Γενικό Συμβούλιο της Τράπεζας, στη συνεδρίασή του της 3ης Μαρτίου 1860, αποφασίζει να θέσει σε κυκλοφορία τα τραπεζογραμμάτια των 100 δραχμών της Α’ σειράς και των 25 δραχμών των σειρών A’, Β’, Γ’ και Δ’, με ημερομηνία 1 Μαρτίου 1860. Η σχετική ανακοίνωση, την οποία υπογράφουν ο διοικητής Γεώργιος Σταύρος και ο γενικός γραμματέας της Τράπεζας Γεώργιος Βασιλείου, φέρει ημερομηνία 5 Μαρτίου 1860 και θα δημοσιευθεί στον ημερήσιο τύπο στις 23 Μαρτίου.
Τα νέα γραμμάτια παρουσιάζουν αισθητή διαφορά από αυτά των προηγούμενων εκδόσεων, τόσο από αισθητικής πλευράς όσο και σε θέματα ασφάλειας. Για πρώτη φορά καθιερώνεται η απεικόνιση του διοικητή Γ. Σταύρου στα τραπεζογραμμάτια. Στην ανακοίνωση της Τράπεζας εξηγείται η καινοτομία αυτή: «… και φέρουσι προς τοις άλλοις, προς ευκολωτέραν διάγνωσιν, κατά τα εν Αμερική ειθισμένα, και την εικόνα του Διοικητού της Τραπέζης Γ. Σταύρου». Τα γραμμάτια των 25 και 100 δραχμών για λόγους ασφάλειας, εκτός των άλλων στοιχείων ταυτότητας και των διακοσμητικών απεικονίσεων, φέρουν αριθμητική αναφορά της αξίας τους με χαρακτήρας αμφοτεροβαφείς, που επιτυγχάνονται διά διαβαφούς μελάνης. Δηλαδή η αξία που τυπώνεται με τον τρόπο αυτό στην πρόσθια όψη διαβάζεται και στην οπίσθια όψη ανάποδα. Στο επάνω μέρος και στο κέντρο του γραμματίου των 100 δραχμών απεικονίζεται γυναικεία μορφή, προσωποποίηση της Ελπίδας, που κάθεται σε βράχο κρατώντας θυρεό με μία άγκυρα επάνω. Στο βάθος υπάρχει θάλασσα με πλοία. Στο γραμμάτιο των 25 δραχμών απεικονίζονται δύο γυναίκες, προσωποποιήσεις της Γεωργίας και της Οικοτεχνίας, καθισμένες στο μέσο πεδιάδας, με εργαλεία γύρω τους, και στο βάθος φαίνεται αρχαίος ναός δωρικού ρυθμού. Και οι δύο αξίες φέρουν το εθνόσημο στη δεξιά κάτω γωνία, τα στοιχεία ταυτότητάς τους και υδατόσημο που παριστάνει όστρακο και τις αξίες τους αριθμητικά και ολογράφως. Μετά την ψήφιση του νόμου ΨΓ (710) της 16ης Δεκεμβρίου 1861, που επιτρέπει, στο άρθρο 7, την έκδοση ΙΟδραχμων αξίας μέχρι 2.000.000 δραχμών, τυπώθηκαν και τέθηκαν σε κυκλοφορία στις 18 Σεπτεμβρίου 1863 τα γραμμάτια αυτά. Τα ΙΟδραχμα διαφέρουν, ως προς τις αξίες που κυκλοφόρησαν νωρίτερα, κατά το ότι δεν έχουν υδατόσημο και η αξία που είναι τυπωμένη με διαβαφή μελάνη είναι ολόγραφος και όχι αριθμητική. Το εθνόσημο είναι στην αριστερή πλευρά, η δε απεικόνιση, Νηρηίδα που κάθεται σε κοχύλι και κρατά τρίαινα, βρίσκεται στην κάτω δεξιά γωνία.
ΤΑ ΤΡΑΠΕΖΟΓΡΑΜΜΑΤΙΑ ΤΗΣ ΤΕΤΑΡΤΗΣ (β)
ΕΚΔΟΣΗΣ, 1863-1864
Κατά τη διάρκεια της κυκλοφορίας των τραπεζογραμματίων των 25 και 100 δραχμών της 4 α’ έκδοσης -τέθηκαν σε κυκλοφορία τον Μάρτιο του 1860— συνέβη η έξωση του βασιλιά Όθωνα, τον Οκτώβριο του 1862. Το γεγονός αυτό οδήγησε την Τράπεζα στην απόφαση να παραγγείλει νέα τραπεζογραμμάτια με τον θυρεό του νέου βασιλιά. Τα ΙΟδραχμα όμως δεν είχαν τεθεί σε κυκλοφορία πριν από την εκθρόνιση του Όθωνα, παρά το γεγονός ότι είχαν ήδη τυπωθεί, και μάλιστα σε ικανό αριθμό. Έτσι αποφασίστηκε να τεθούν σε κυκλοφορία όπως είχαν, πράγμα το οποίο έγινε στις 18 Σεπτεμβρίου του 1863 και να μην τυπωθούν νέα με το θυρεό του Γεωργίου.
Έτσι το εθνόσημο άλλαξε μόνο στις αξίες των 25 και 100 δραχμών και αντικαταστάθηκε με το θυρεό του Γεωργίου Α’. Διατηρήθηκε όμως η συνεχής αρίθμηση με τα προηγούμενα, γι’ αυτό θεωρείται ότι κι αυτά ανήκουν στην τέταρτη έκδοση. Για λόγους κατάταξης και μόνο, τα γραμμάτια που φέρουν το θυρεό του Όθωνα χαρακτηρίζονται ως έκδοση 4 α’ και αυτά που φέρουν το θυρεό του Γεωργίου Α’ έκδοση 4 β’. Αυτό συνεπάγεται ότι το ΙΟδραχμο της τέταρτης έκδοσης, που τέθηκε σε κυκλοφορία ένα μήνα πριν φθάσει στην Ελλάδα ο Γεώργιος Α’ και σχεδόν ένα χρόνο μετά την έξωση του Όθωνα, κατατάσσεται στην Οθωνική περίοδο, για τυπικούς λόγους, ενώ το σύνολο της περιόδου κυκλοφορίας του, πλην ενός μηνός, είναι στη βασιλεία του Γεωργίου. Ορθότερο είναι η τομή να γίνει με ιστορικό κριτήριο, δηλαδή πριν και μετά τη θεωρούμενη ως ημερομηνία της μεταπολίτευσης. Ή να δεχθεί κανείς ως ορόσημο την ημερομηνία της θέσης σε κυκλοφορία των δύο άλλων αξιών της έκδοσης 4 β’ που είναι η 12.8.1864.
Ας σημειώσουμε μία ακόμη πρωτοτυπία της έκδοσης αυτής. Με τον ν. ΧΛΑ’ (631) του 1877 τα ΙΟδραχμα μπορούν να διχοτομούνται σε δύο ίσα τμήματα και να κυκλοφορούν ως ημίδεκάδραχμα, κατά την τραπεζική ορολογία, με αξία 5 δραχμές.
Τα γραμμάτια της τέταρτης έκδοσης είναι τα πρώτα ελληνικά τραπεζογραμμάτια με πολύχρωμη εκτύπωση και τα τελευταία που είναι τυπωμένα από τη μία όψη. Τα γραμμάτια και αυτής της έκδοσης κόβονται ακανόνιστα στην αριστερή πλευρά για τον έλεγχό τους από ενδεχόμενη παραχάραξη.
Οι παραπάνω πληροφορίες αντλήθηκαν από το βιβλίο: Ο Ηπειρώτης Γεώργιος Σταύρος 1788-1869. Θεμελιωτής της οικονομικής συγκρότησης του Νεοελληνικού κράτους. Ιστορικό αρχείο Εθνικής τράπεζας της Ελλάδος. Αθήνα 2010.