10 Δεκεμβρίου 2024

www.ipy.gr

Ιστοσελίδα Ποικίλης Ύλης

Αρχαιολογικοί χώροιΚρητική ιστορίαΦύση

Γνωρίστε το μεγαλύτερο Οροπέδιο της Ελλάδας!

ΤΟ ΟΡΟΠΕΔΙΟ ΛΑΣΙΘΙΟΥ
ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΤΩΝ ΑΙΩΝΩΝ
ΠΡΩΤΗ ΓΝΩΡΙΜΙΑ

Στις ορεινές αγκαλιές της Σελένας και της Δίκτης και σε ύψος 810 μ. φωλιάζει το οροπέδιο Λασιθίου. Μια πεδιάδα 30 τετραγωνικών χιλιομέτρων, ένα φυσικό οχυρό με δυο κύριες οδούς επικοινωνίας προς τον υπόλοιπο κόσμο.

Η κυριότερη οδός επικοινωνίας του Λασιθίου είναι από το Ηράκλειο η διαδρομή προς Γούβες- διακλάδωση Καστελλίου – Γωνιές – Κράσι – Λασίθι. Μια ανηφορική διαδρομή μας περιμένει μετά τις Γωνιές που όμως αποζημιώνει τον επισκέπτη με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Βαθιές πτυχώσεις του εδάφους, πανύψηλα βουνά και απεριόριστη θέα, μια γη ρυτιδιασμένη που όμως κάθε ρυτίδα της αποτελεί ένα ακόμη έργο τέχνης.

Φθάνοντας στον Αυχένα της Αμπέλου, αντικρίζεις μπροστά σου (πριν ακόμα δεις το Οροπέδιο), δεξιά κι αριστερά αγέρωχους τους υπέροχους ανεμόμυλους “ακοίμητους φρουρούς” ενός κάμπου που πρέπει επιτέλους να προστατεύεται μετά από τόσες κακου­χίες που επεφύλαξαν στους κατοίκους του οι αιώνες και η μισαλλοδοξία των ανθρώπων.

 

 

Αμέσως μετά κατηφορίζοντας αποκτάς την πρώτη εικόνα του Λασιθιώτικου Οροπεδίου.

Αντικρίζεις τον κάμπο και φωλιασμένα στους πρόποδες των βουνών διακρίνονται τα

δεκαοκτώ μεγάλα και μικρά χωριά του Οροπεδίου.

 

 

Στο βάθος του κάμπου απέναντι προς τη νότια πλευρά του Οροπεδίου υψώνεται περήφανος και επιβλητικός ο ορεινός όγκος της “Δίκτης” με τις διακρινόμενες τρις χαρακτηριστικές κορυφές της: “το σπαθί με υψόμετρο 2148μ” τη κορυφή “Αφέντης” με υψόμετρο 2141μ και τον <Λάζαρο> με υψόμετρο 2085μ, χιο­νοσκεπείς το περισσότερο διάστημα του χρόνου.

 

Ο επισκέπτης παρατηρεί δεξιά και αριστερά σε κυκλικό σχήμα ανισοϋψείς ορεινούς όγκους να περιβάλουν τον κάμπο καταλήγοντας κυκλικά στις κορυ­φές της “Δίκτης” δεξιά και της “Σελένας” αριστερά. Λες κι όλα αυτά τα βουνά μεγάλα και μικρά βάλθηκαν με επικεφαλής τη Δίκτη να σύρουν τον “Πυρ­ρίχιο” Κρητικό χορό για να υμνήσουν από ψηλά στα πέρατα του κόσμου τη γέννηση του Δία, την Κρητική λεβεντιά και την απαράμιλλη φιλοξενία των κατοί­κων.

Η δεύτερη οδός επικοινωνίας ξεκινά από την πρωτεύουσα του Νομού Λασιθίου τον Άγιο Νικόλαο, περνά από την Νεάπολη ανεβαίνει με πολλές στρο­φές προς τους Ποτάμους για να καταλήξει στο Οροπέδιο λίγο πιο πάνω από το χωριό Μέσα Λασίθι. Ένας αυτοκινητόδρομος οδηγεί κυκλικά σ’ όλα τα χωριά του Οροπεδίου που είναι φωλιασμένα στα ριζά των βουνών που το περιβάλλουν.

Το Λασίθι είναι όμορφο όλες τις εποχές του χρόνου.

Το χειμώνα η ζωή συνεχίζεται κάτω από τ’ άσπρο πέπλο του χιονιού και την άνοιξη η φύση οργιάζει προσφέροντας στον επισκέπτη τα εξαίσια χρώματα, την απόλυτη ηρεμία, τον καθαρό αέρα και τα αστείρευτα κι ολόδροσα νερά της.

Μόνο σ’ ένα τέτοιο ευλογημένο απ’ τους Θεούς τόπο θα μπορούσε να γεννηθεί και ν’ αντρωθεί ο βασιλιάς των Θεών ο “νεφεληγερέτης” Δίας, πατέρας “Θεών τε και ανθρώπων” που τον γιόρταζαν στην Αρχαία Ολυμπία με θρησκευτικές τελετές και με την τέλεση των Ολυμπιακών αγώνων.

 

ΛΑΣΙΘΙ ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ
ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ

Στο σπήλαιο του Ψυχρού ή “Δικταίο Άντρο” γεννήθηκε και μεγάλωσε σύμφωνα με την παράδοση ο Δίας “πατέρας Θεών τε και ανθρώπων” για να γλυτώσει απ’ την εγκληματική αδηφαγία του πατέρα του, βασιλιά των θεών, Κρόνου, που έτρωγε τα παι­διά του για να μην του πάρουν την εξουσία. Στο σπή­λαιο λοιπόν αυτό, που βρίσκεται νοτιά του Ψυχρού, στις ΒΑ υπώρειες του υψώματος “Τούμπα Μούτσουνας” και σε υψόμετρο 950 μ. (σημείο εισόδου), η “Αμάλθεια” μια ιερή κατσίκα έτρεφε με το γάλα της το ιερό βλαστάρι, τον κατοπινό Βασιλιά του Δωδεκάθεου, τον Ξένιο Δία.

 

 

Ίσως γι’ αυτό η παράδοση του τόπου θέλει τους ξένους ευπρόσδεκτους κι αγαπητούς στην Κρήτη, αφού η ίδια μεγάλωσε στα σπλάχνα της το Δία και διδάχτηκε απ’ αυτόν την ευγενή συμπεριφορά και φιλοξενία. Οι Κρητικοί δεν φοβούνται τους ξένους, αντίθετα τους καλοδέχονται. Συνήθως φοβάται κάποιος όταν αισθάνεται αδύναμος, μα ο Κρητικός αισθάνεται δυνατός γιατί έχει σμιλευτεί στις μυλόπετρες των Μεγάλων κατά καιρούς Δυνάμεων και δεν συντρίφτηκε. Αντίθετα χαλυβδώθηκε κι όλη αυτή η αντρειοσύνη μαζί με την αρχοντιά του μεταφέρθηκε από τη μια γενιά στην άλλη και είναι εξαίσιο και σχεδόν απίστευτο ν’ ακούς μια αγράμματη μάννα να δίνει συμβουλές στο γιο της και να ναι ο λόγος της βγαλμένος – λες αυτούσιος – από τις πανάρχαιες ραψωδίες του σοφού Ομήρου.

Κατά την μυθολογία, ο βασιλιάς Μίνωας που ήταν γιος του Δία και της Ευρώπης συναντούσε τον πατέ­ρα του, στο Δικταίο Άντρο κάθε εννέα χρόνια και του υπαγόρευε τη σοφή νομοθεσία του. Σ’ αυτό κατάρτισαν τον περίφημο νομοθετικό κανόνα του Μίνωα: “τήσι δ’ ενί Κνωσσός, μεγάλη πόλις, ένθα τε Μίνως εννέωρος βασίλευε Διός μεγάλου οαριστής” (ΤΙ78 ΟΜΗΡΟΥ).

Ο Μίνωας δηλαδή σαν άλλος Μωυσής της Μινωικής θρησκείας, ανέβαινε στο πατρικό του, το Δικταίο Άντρο κάθε εννέα χρόνια – αυτό σημαίνει η λέξη εννέωρος – όπου στο ιδιαίτερο ιερό έπαιρνε τις σοφές συμβουλές του πατέρα του για δίκαιους νόμους και σωστή εφαρμογή τους στο λαό. Αυτό συντέλεσε ώστε το Βασίλειο του Μίνωα να ευημερήσει και να δημιουργήσει ένα αξιοθαύμαστο πολιτι­σμό.

Αρχαιολογικές έρευνες του 1900 έφεραν στο φως ευρήματα λατρείας κατά πολύ παλαιότερα εκείνων του Ιδαίου Άντρου κοντά στα Ανώγεια. Ήταν δηλα­δή το Δικταίο Άντρο κάτι ανάλογο του Σπηλαίου της Βηθλεέμ για τους προχριστιανικούς χρόνους όπου συνέρεαν πιστοί από παντού για να υμνήσουν και να δοξάσουν τον “Κρηταγενή” Δία. Στο “Δικταίον Άντρον” υπάρχει λίμνη και πολλές μικρές σπηλιές μεσταλακτίτες και σταλαγμίτες. Μέσα στο μισοσκότα­δο οι σταλακτίτες φαίνονται να παίρνουν τις μορφές του Δία, της Ήρας, της Αρτέμιδας και της Αθηνάς. Διακρίνονται ακόμη ο μανδύας του Δία και δίπλα του απλωμένο το πέπλο της Ευρώπης.

ΤΟ ΛΑΣΙΘΙ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ

Το όνομα Λασίθι κατά τον μεγάλο αρχαιολόγο Στέφανο Ξανθουδίδη, πρέπει να σχετιστεί με τη λέξη λάσιος, που σημαίνει πυκνός, δασύς επειδή τα βουνά του ήταν σκεπασμένα με πυκνά δάση.

Κατά την άποψη του Γάλου καθηγητή Paul Faure το όνομα Λασίθι είναι αρχαιότατο, πελασγικό ή πρώτο ινδοευρωπαϊκό. Μυκαιονολόγοι επίσης, συν­δέουν την μυκηναϊκή λέξη ra-su-to που συναντάται σε 23 πινακίδες της γραμμικής γραφής Β’ της Κνωσού με το σημερινό όνομα Λασίθι. Αν επικρατή­σει αυτή η ταύτιση, τότε το όνομα Λασίθι παρουσιά­ζεται για πρώτη φορά στη γραπτή παράδοση τον 14ο π.Χ. αιώνα.

Από τα πορίσματα αρχαιολογικών ανασκαφών και άλλες μαρτυρίες, προκύπτει ότι το Λασίθι ως τόπος κατοικίας, συναντάται στα σκοτεινά βάθη της αρχαιότητας. Υπολογίζεται ότι το Λασίθι κατοικήθηκε από την νεολιθική κιόλας εποχή (5000 π.Χ.). Στη διάρκεια της προμινωικής εποχής (2600-2000 π.Χ.) αναπτύχθηκε αξιόλογος πολιτισμός.

Το σπήλαιο της Τράπεζας, που βρίσκεται ανατο­λικά του Τζερμιάδου, κατοικήθηκε πριν απ’ αυτή την περίοδο και παρουσίασε σημαντική λατρευτική εξέλιξη. Το σπήλαιο γίνεται σπουδαίο ιερό και η φήμη του απλώνεται ακόμα και στις χώρες της Ανατολής όπως φανερώνουν οι σκαραβαίοι της 11ης Φαραωνικής δυναστείας, που βρέθηκαν εκεί. Παράλληλα αναπτύσσεται ο πρώτος οικισμός στην γειτονική περιοχή Κάστελλος. Η λατρευτική χρήση του σπηλαίου αρχίζει να παρακμάζει και να σταμα­τά τελικά, για να μεταφερθεί στο “Δικταίο Άντρο”.

Κοντά στο χωριό Πλάτη, χτίζεται νέος οικισμός που όπως απέδειξαν οι ανασκαφές του έτους 1913 αποτελεί ένα εντελώς πρωτότυπο σε σχήμα μινωικό οικισμό.

Ένας νέος οικισμός δημιουργείται επίσης στην κορυφή του υψώματος Παποΰρα, βορειανατολικά του χωριού Λαγού που εξελίσσεται σε μεγάλη πόλη με πολλούς ναούς και ιερό του Ασκληπιού.

Απ’ αυτή την αρχαϊκή περίοδο αρχίζουν οι περιπέτειες των κατοίκων του Λασιθίου και ολόκληρης της Κρήτης. Οι κατατρεγμένοι από την κάθοδο των Δωριέων Μινωίτες καταφεύγουν το 1100 π.Χ. στο απότομο και κακοτράχαλο ύψωμα Καρφί, που βρί­σκεται βόρεια του Λασιθίου. Εκεί, ανατολικά στον ανεμοδαρμένο βράχο, χτίζουν τις κατοικίες τους και δημιουργείται ένας μεγάλος και αξιόλογος οικισμός, που κρατεί αναμμένη τη λαμπάδα του Μινωικού πολιτισμού. Ο τύπος των σπιτιών και οι πλακόστρω­τοι δρόμοι που χώριζαν τις συνοικίες, παρουσίαζαν μεγάλη ομοιότητα με τα παλιά σπίτια και τα πλακό­στρωτα, που συναντιούνται ακόμα σήμερα στο Λασίθι.

Σπουδαία και ενδιαφέροντα ευρήματα που προ­έρχονται από το Καρφί, είναι τα ειδώλια της Θεάς, με το σωληνόμορφο κορμό και τα κινητά κάτω άκρα, που αποτελούν αξιόλογα στοιχεία για την μελέτη της Μινωικής Θρησκείας.

Στις αρχές του αιώνα μας επίσης, είχαν ανακαλυ­φτεί από τον Arthur Evans πολλά οχυρωματικά έργα, θα λέγαμε, που είχαν κατασκευαστεί από τους ντόπιους στα διάφορα περάσματα, για να προστα­τεύουν το Λασίθι από τους κατακτητές. Δυστυχώς δεν έχουν γίνει συστηματικές αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή όπως θα έπρεπε. Οι ανασκαφές που έγιναν στο παρελθόν είχαν περισσότερο θηραματικό, παρά επιστημονικό χαρακτήρα. Έτσι στα σπλά­χνα της Λασιθιώτικης γης, όπως φάνηκε και από τη σχετικά πρόσφατη ανακάλυψη του σπηλαίου του χωριού Γεροντομουρί (σημερινός Άγιος Χαράλα­μπος), κρύβονται ασφαλώς ακόμα αρχαιολογικά μυστικά, άγνωστης σπουδαιότητας και απροσδιόρι­στης αρχαιολογικής αξίας.

ΤΟ ΛΑΣΙΘΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΡΧΑΪΚΗ
ΜΕΧΡΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ Β’ ΒΥΖΑΝΤΙΝΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΥ
(620 π.Χ. μέχρι 1204 μ.Χ.)

Οι περίοδοι που κλείνονται στο διάστημα αυτό, δηλαδή η Αρχαϊκή, η Κλασσική, η Ρωμαϊκή και η Ελληνιστική, δεν άφησαν δυστυχώς εμφανή ίχνη στο Λασίθι. Αλλά και η Α’ και η Β’ Βυζαντινή περίοδος, μας τροφοδοτούν με ελάχιστες γνώσεις γύρω από την ιστορία του Λασιθίου. Τα μόνα στοιχεία που σώζονται από την εποχή αυτή, είναι τα ερείπια του ναού Σέργιου και Βάκχου, στο νεκροταφείο του χωριού Γεροντομουρί και ο μικρός ναός της Αγίας Άννας στο νεκροταφείο Τζερμιάδου. Σπουδαίος οικι­σμός φαίνεται να αναπτύχθηκε στο “Αυγουστή” , δυτικά της Κεφάλας.

Η ερήμωση του Λασιθιού από τους Βενετούς για 200 περίπου χρόνια, αφάνισε και κάθε στοιχείο που θα μπορούσε να μας δώσει πληροφορίες για την περίοδο αυτή. Στην περίοδο της Αραβοκρατίας 824- 961 μ.Χ. , οι Άραβες Σαρακηνοί, σαν κουρσάροι που ήταν, κατοίκησαν κυρίως στα παράλια. Οι ντό­πιοι Κρητικοί κατέφυγαν στα φυσικά οχυρά του Λασιθίου, που τους έδωσαν την προστασία τους, δια­σώζοντας έτσι την θρησκεία, τις παραδόσεις και τα ήθη και έθιμα τους.

ΤΟ ΛΑΣΙΘΙ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ
ΒΕΝΕΤΟΚΡΑΤΙΑΣ (1204 – 1669 μ. X.)

Με την κατάλυση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας από τους σταυροφόρους το 1204, μοιράζονται και τα εδάφη της. Η Κρήτη δίδεται στο Βονιφάτιο το Μομφερατικό, που είναι από τους κυριότερους ηγέ­τες της Δ’ Σταυροφορίας. Αυτός όμως προτιμά να μείνει στο Βασίλειο της Θεσσαλονίκης και παραχω­ρεί την Κρήτη στους Ενετούς, στην ευτελή τιμή των 1000 μάρκων ( 5000 χρυσά Δουκάτα ). Επειδή όμως οι Ενετοί είναι απασχολημένοι στη διασφάλιση της πλούσιας κληρονομιάς τους, προλαβαίνουν οι Γενουάτες με τον αρχιπειρατή και κόμη της Μάλτας E.Pescatore και καταλαμβάνουν το νησί, το 1206. Οι Ενετοί στέλνουν αμέσως στρατό και στόλο και με αγώνα, που κράτησε μέχρι το 1210, κατορθώνουν, διώχνοντας τους Γενουάτες να μείνουν κύριοι του νησιού.

Διοικητικό σύστημα

Με την οριστική υποταγή της Κρήτης στους Ενετούς, το Βασίλειο της Κρήτης, όπως το αποκαλούσαν τότε, μοιράστηκε σε 6 διοικητικές περιφέρει­ες, που τις ονόμασαν sexterii, δηλαδή εξαρχίες. Το Λασίθι, το Μεραμπέλλο, η Ιεράπετρα και η Σητεία, αποτέλεσαν το Sexterio di Cannaregio, ή των Αγίων Αποστόλων, από το όνομα μιας συνοικίας της Βενετίας, που ακούγεται ακόμα και σήμερα. Όταν αργότερα, το 14ο αιώνα, έγινε νέα διοικητική αναδιοργάνωση, η Κρήτη μοιράστηκε σε 4 διοικητικές περιφέρειες, τις οποίες ονόμασαν TERRITORI και το Λασίθι προσαρτήθηκε στο τεριτόριο του Χάνδακα (σημερινό Ηράκλειο).

Αλλά ενώ η Βενετία οργάνωνε το σύστημα της, άρχισε από τότε αμέσως η αντίδραση της Κρήτης κατά της Ενετικής κυριαρχίας, που ήταν σκληρή και συνεχής και εκδηλώθηκε με πολύχρονους αιματη­ρούς αγώνες. Οι αυθαιρεσίες και καταπιέσεις των Βενετών, η βαριά φορολογία, οι σκληρές αγγαρείες και η παραχώρηση μεγάλων κτημάτων στους Βενετούς αποίκους, στάθηκαν αφορμή και προκάλεσαν μια σειρά από επαναστάσεις που έφτασαν τις 27 στη διάρκεια της Βενετικής κατοχής.

Η δικαιοσύνη απαιτεί, καθώς λέει διάσημος Έλληνας ιστορικός: “να ομολογήσουμε ότι κατά τους χρόνους εκείνους, υπέρ πάντας τους άλλους Έλληνας, οι Κρήτες ηγωνίσθηκαν πεισματωδέστερον κατά πόσης ξενικής κυριαρχίας”. Το αίμα των Κρητών σ’ ολη τη διάρκεια της Βενετοκρατίας χυνό­ταν ποταμός. Η μια επανάσταση διαδεχόταν την άλλη. Η επανάσταση των αδελφών Καλλέργη, ήταν ο τελευταίος ρόγχος του αιματοβαμένου νησιού.

Έτσι ερημώνεται οριστικά το Λασίθι, δεν αναφέρεται ξανά στα Βενετικά έγγραφα, ούτε απασχολεί πια τις Βενετικές αρχές. Οι ιδιοκτήτες καλλιεργητές έχασαν τα κτήματα τους, ο κάμπος έμεινε χέρσος, μετετράπηκε σ’ ένα απέραντο λιβάδι και τα βουνά απόκτησαν και πάλι τη δασοσκεπή όψη που είχαν στην προμινωική εποχή. Η περίοδος από το 1293 μέχρι το 1463 είναι μιά περίοδος σκληρής δοκιμα­σίας για το Λασίθι. Κανένα άλλο μέρος του Ελληνικού χώρου δεν έπαθε τη μεγάλη καταστροφή και την αφανιστική ερήμωση του Λασιθιού κι αυτό, γιατί κράτησε στούς ώμους του το κύριο βάρος των επαναστατικών κατά των Ενετών κινημάτων.

Μετά από πολλά χρόνια, ο Γάλλος Πανεπιστημιακός καθηγητής Raulin, που επισκέπτεται το Λασίθι το 1845, θα γράψει στο βιβλίο του “Φυσική περιγραφή της νήσου Κρήτης”, βλέποντας το Λασιθιώτικο κάμπο: “Οι Ενετοί αποκαμωμένοι από την αντίσταση των κατοίκων του Λασιθιου, μετέτρεψαν σε έρημη μοναξιά αυτή την πεδιάδα”, δικαιώνοντας έτσι το Λατίνο Ιστορικό Τάκιτο, που για το ίδιο θέμα έγραφε: “Έρημον ποιούσι και ειρήνην τούτο καλούσι”.

Στα μέσα του 15ου αιώνα, άρχισε ν’ αχνοφαίνεται ο Τουρκικός κίνδυνος και η Βενετία συγκεντρώνει στην Κρήτη στρατεύματα για να προστατεύσει το νησί, από την επερχόμενη Τουρκική απειλή. Επειδή η συγκέντρωση των στρατευμάτων αυτών δημιούρ­γησε προβλήματα στη διατροφή τους, αποφάσισαν οι Ενετοί να καλλιεργήσουν το Λασίθι, για λογαρια­σμό τους, αφού ήταν ιδιοκτησία τους.

Για το σκοπό αυτό, έστειλε ειδικούς εμπειρογνώμονες και μηχανικούς, που έκαμαν τα πρώτα αποχε­τευτικά αυλάκια, τις “λίνιες”, όπως ακούγονται ακόμη και σήμερα. Αυτές σχημάτιζαν ορθογώνια τετράγωνα μεταξύ τους. Οι “λίνιες” που είχαν κατεύ­θυνση από Βορρά προς Νότο, είναι 12 και οι απο­στάσεις που δημιουργούνται μεταξύ τους είναι ίσες. Εκείνες που έχουν κατεύθυνση από την Ανατολή προς τη Δύση, είναι 20. Οι μεταξύ τους αποστάσεις είναι μικρότερες και άνισες σε σύγκριση με τις άλλες. Αυτά τα αυλάκια σώζονται μέχρι σήμερα και αποτελούν τον σημαντικότερο τρόπο άρδευσης των αγροτεμαχίων του κάμπου.

ΤΟ ΛΑΣΙΘΙ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ (1669 – 1898 μ.Χ)

Με την κατάληψη του Μεγάλου Κάστρου από τον Βεζΰρη Κιοπρουλή το 1669, στεριώνει το μισοφέγγαρο στην Κρήτη και η νύχτα της Τούρκικης μαύρης σκλαβιάς απλώνεται και τυλίγει αποπνικτικά ολό­κληρο το νησί. Οι πολύχρονοι αγώνες κατά του άγρι­ου και φτερωτού λιονταριού της Βενετίας τελείωσαν και νέοι αγώνες κατά του σκοτεινού Τούρκικου μισο­φέγγαρου αρχίζουν. Άγριες και φονικές μάχες, απί­στευτες σφαγές και τερατουργήματα, αρπαγές και λεηλασίες, ωμότητες και βιαιότητες είναι οι συνηθι­σμένες σκηνές του νέου πολύπρακτου Κρητικού δρά­ματος.

Στους νέους αυτούς αγώνες, ήταν δυναμική και πάλι η συμβολή του Λασιθιού σε αίμα και θυσίες και μεγάλη η προσφορά του στο θυσιαστήριο της αδούλωτης σκέψης και των πνευματικών αξιών. Στην αρχή της Τούρκικης σκλαβιάς, που για την υπόλοι­πη εκτός του Μεγάλου Κάστρου Κρήτη, αρχίζει από το 1645, φαίνεται ότι εγκαταστάθηκαν Τούρκοι στο Λασίθι και πραγματοποιούνταν και δοσοληψίες μεταξύ Χριστιανών και Τούρκων. Οι εξεγέρσεις των Κρητικών ήσαν συνεχείς και ακαταπόνητες. Στην αρχή με διπλωματικές κινήσεις προσπαθούσαν να περιορίσουν τις βλέψεις των Τούρκων που τους άφηναν ακτήμονες χωρίς ουδεμία πρόσοδο ζωής. Σαν είδαν πως τα αποτελέσματα ήταν πενιχρά και ο δυνάστης απάνθρωπος άρχισαν οι φονικές συμπλο­κές.

Τα Λασιθιώτικα βουνά ήταν καταφύγιο, όχι μόνο των ντόπιων Χαΐνηδων, όπως ήταν ο Βασιλογιώργης από το Γεροντομουρί, και ο Καζάνης από το Μαρμακέτω, που με τη δράση και τα θρυλικά τους κατορθώματα έγιναν το φόβητρο και ο σκληρός τιμωρός των Τούρκων, αλλά καταφύγιο και των Χαΐνηδων των γειτονικών και άλλων επαρχιών.

Στα λημέρια του Λασιθιού, φώλιασε και ο ξακουστός Χαίνης Μιχάλης Βλάχος η Καλησπέρης από τις Γωνιές Μαλεβυζίου, που είχε καταφέρει μεγάλα φονικά τραύματα στον εχθρό.

Είχαμε λοιπόν πολλές εξεγέρσεις των Λασιθιωτών: οι σημαντικότερες των οποίων ήσαν :

  • Οι φονικές μάχες του 1822-1823
  • Η Επανάσταση του 1841 και
  • Οι μάχες της 21ης-23ης-29ης και 30ης Μαΐου του 1867.
Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1867-1898

Μετά τις μάχες του Λασιθιού και την αποχώρηση των Τούρκων, οι αρχηγοί και οι οπλαρχηγοί με πολλούς επαναστάτες εξακολουθούσαν να βρίσκονται στο Λασίθι και τα επόμενα δύο χρόνια της επανάστασης. Αυτό προκύπτει από μεγάλο αριθμό επιστο­λών που διασώθηκαν, στις οποίες εξακολουθεί να διεκτραγωδείται η μεγάλη έλλειψη πολεμικών εφοδίων και η απελπιστική οικονομική τους κατάσταση.

Για τα επόμενα μέχρι το τέλος της Τουρκικής κατοχής (1898) χρόνια, η επαναστατική δράση στο Λασίθι εκδηλώνεται με αψιμαχίες και καταστροφές των περιουσιών των Τούρκων που κατοικούσαν στις γειτονικές επαρχίες, όπως προκύπτει από διάφορα έγγραφα που διασώζονται. Η περίοδος αυτή δεν φωτίζεται δυστυχώς, γιατί δεν έχει γίνει συστηματική και ακριβής καταγραφή των γεγονότων που αφορούν την Ανατολική Κρήτη γενικότερα, ούτε έχει εκδοθεί αρκετή βιβλιογραφία και δημοσίευση των σπουδαιότερων πηγών.

Προς το τέλος του Τούρκικου δράματος και συγκεκριμένα στη μάχη των Αρχανών το 1897, οι Λασιθιώτες έδωσαν όχι μόνο το πολεμικό τους “παρόν”, αλλά ανταποκρίθηκαν με προθυμία στις προσκλήσεις των Αρχανιωτών και έστειλαν μεγάλες ποσότητες τροφίμων για την διατροφή των πολεμιστών του εκεί στρατοπέδου.

Αξίζει να σημειώσουμε εδώ, ότι η τροφοδότρα Λασιθιώτικη γη σ’ όλους τους δύσκολους καιρούς και σ’ όλες τις εποχές χάρισε μ’απλοχεριά τους καρπούς της στους πεινασμένους Χριστιανούς. Οι Λασιθιώτες με ξεχωριστή προθυμία πρόσφεραν από το υστέρη­μα τους για να βοηθήσουν τους συνανθρώπους τους. Λίγο αργότερα, το 1904, μια σπουδαία χειρονομία τους για ενίσχυση του Εθνικού μας στόλου, γίνεται αντικείμενο ευμενών σχολίων.

Αλλά το τέλος της μακρόχρονης δουλείας πλησιάζει. Οι Λασιθιώτες μαζί με τους άλλους Κρητικούς αρχίζουν και πάλι να αντιδρούν και να ξεσηκώνο­νται. Στις 19/1/1897, σε Γενική Συνέλευση τους στο Τζερμιάδω, οι Λασιθιώτες κηρύσσουν την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα.

Η τελευταία πράξη του Κρητικού δράματος, παίζεται στο Ηράκλειο με τη μεγάλη σφαγή στις 25 Αυγούστου του 1898. Οι σφαγές εκατοντάδων αμάχων χρι­στιανών, 17 Άγγλων στρατιωτών και του υποπρόξενου της Αγγλίας στο Ηράκλειο Λυσίμαχου Καλο­καιρινού, δίδουν την αφορμή για μια δυναμική αντί­δραση της Αγγλίας. Μετά τον απαγχονισμό 17 Τουρκοκρητικών που ήταν σημαίνοντα πρόσωπα, διατάσσονται οι Τούρκοι να φύγουν από το νησί. Στις 3/11/1898, και ο τελευταίος Τούρκος στρατιώτης εγκαταλείπει οριστικά την Κρήτη.

 

ΝΕΟΤΕΡΟΙ ΧΡΟΝΟΙ ΤΟ ΛΑΣΙΘΙ ΣΤΗΝ
ΙΤΑΛΟΓΕΡΜΑΝΙΚΗ ΚΑΤΟΧΗ

Η τελευταία περιπέτεια για την Κρήτη και τους Κρητικούς ήταν η Ιταλογερμανική κατοχή. Η αντίσταση των Κρητικών κατέστη μάταιη μετά τα γεγο­νότα που επακολούθησαν της ηρωικής και ένδοξης σελίδας της νεώτερης Ιστορίας μας – της Μάχης της Κρήτης. Ο Νομός Λασιθίου καταλαμβάνεται από τους Ιταλούς που αρχίζουν την απόβαση τους από τη Σητεία στις 28 Μαίου 1941. Στην αρχή είχε αποβι­βαστεί ένα Σύνταγμα. Αλλά σε λίγες μέρες, έφθασε η μεραρχία της Σιένας με το στρατηγό Κάρτα, που απλώθηκε σ’ όλο το νομό. Στο Λασίθι δεν σημειώθη­καν ομαδικές εκτελέσεις, ούτε καταστροφές χωριών.

Οι Ιταλοί περιορίζονταν σε φθορές περιουσιών και αφαίρεση γεωργικών προϊόντων, σε αγγαρείες, σε περιοριστικά μέτρα κυκλοφορίας, που μαζί με τα μέτρα ασφαλείας, δημιουργούσαν ένα κλίμα ιδιαίτερα δυσάρεστο και ενοχλητικό.

Με την κατάληψη της Κρήτης άρχισε το αντάρτι­κο σ’όλο το νησί. Είχαν συγκροτηθεί πυρήνες αντί­στασης αρχικά μεταξύ του κτηνοτροφικού στοιχείου της περιοχής (Αδαμ. Κρασανάκης από τον Άγιο Γεώργιο, Χρήστος Ζαμπετάκης από το Καμινάκι, Σηφογιάννης κ.α.)

Η γεωφυσική ιδιομορφία του Λασιθίου, το δυσπρόσιτο της περιοχής, η περιορισμένη προς αυτό προσπέλαση, που ήταν δυνατή με μηχανικά μέσα μόνο από τον Άγιο Νικόλαο μέσω των Ποταμών και το πλησιόχωρο του Λασιθίου προς το ορεινό συγκρό­τημα της Δίκτης, ευνοούσαν τη δημιουργία και ανά­πτυξη της εθνικής αντίστασης για την ανατολική Κρήτη. Η αραιή οργάνωση στην αρχή μεταξύ των κτηνοτροφών, παίρνει μαζικότερη μορφή στο σύνο­λο των κατοίκων του Οροπεδίου. Η δικτύωση των οργανωμένων στην αντίσταση, βοήθησε αποτελε­σματικά το έργο των αντάρτικών ομάδων. Η τροφο­δοσία αυτών των ομάδων, η εξασφάλιση ασφαλούς επικοινωνίας και ο ρόλος του συνδέσμου ή αγγελιο­φόρου που αναλάμβαναν και ακόμα οι αποστολές παραπλάνησης, αντιπερισπασμού η απασχόλησης του εχθρού, βοήθησαν στην επιτυχία ευρύτερης σημασίας σχεδίων της εθνικής αντίστασης Κρήτης.

Το Σεπτέμβρη του 1944 η Βέρμαχτ εκκενώνει το μεγαλύτερο μέρος του νησιού. Όλη όμως η Γερμανική φρουρά δεν προλαβαίνει να ενωθεί έγκαιρα με τον κύριο όγκο των συμπατριωτών της στην ηπειρωτική Ελλάδα, αφού εκείνοι σπεύδουν προς Βορράν για να μην αποκοπούν στα μετόπι­σθεν. Τελικά 12.000 Γερμανοί (και σχεδόν 5.000 Ιταλοί) παρέμειναν απομωνομένοι στο “φρούριο- πυρήνα” της περιοχής Χανίων. Όταν το τελευταίο καταφύγιο του Χίτλερ, η καγκελαρία στο Βερολίνο, έχει ήδη καταληφθεί από τα σοβιετικά στρατεύματα, ο φρούραρχος Benthack εξακολουθεί να εκδίδει εντολές για ποινές Κρητών αντιστασιακών, ακόμη και μετά την γενική συνθηκολόγηση της Βέρμαχτ, στις 8/9 Μαίου 1945. Αρχές Ιουλίου, 2 μήνες μετά τον τερματισμό του πολέμου στην υπόλοιπη Ευρώπη, οι τελευταίοι Γερμανοί παραδίδουν τον οπλισμό τους και μεταφέρονται σε στρατόπεδα αιχ­μαλώτων στην Αίγυπτο.

ΠΑΝΙΔΑ ΚΑΙ ΧΛΩΡΙΔΑ

“Εστι δε ορεινή και δασεία η νήσος” Στράβων (10,4,4)· Το νησί λοιπόν σύμφωνα με τον αρχαίο γεωγράφο (η γιαγιά του ήταν Κρητικιά), είναι ορεινό και δασόφυτο. Αυτό ακριβώς που υπογραμμίζει ο γεωγράφος ήταν απόλυτα σωστό, και η πρώτη εικόνα του ταξιδιώτη όταν πλησίαζε με το πλοίο την Κρήτη σ’ όποιο λιμάνι κι αν κατευθυνόταν, ήταν τα ψηλά και τα σκεπασμένα με δάση βουνά.

Επίσης οι ποιητές εκείνης της εποχής έχουν συγκροτήσει με τους στίχους τους την εικόνα των δασόφυτων κρητικών βουνών. Ο Ησίοδος (7ος αι. π.Χ.) μιλά στη Θεογονία του (στ. 484) για τη γέννη­ση του Δία στο Αιγαίον όρος το σκεπασμένο με δάση (“Αιγαίω εν άρει πεπυκασμένω υληιέντι”). Τα δάση στα Λασιθιώτικα βουνά αναφέρονται επίσης σε εκθέσεις Βενετσιάνων αξιωματούχων.

Τρία ήταν τα σπουδαιότερα δένδρα της κρητικής φύσης: το κυπαρίσσι, η κάρπιμος αίγειρος (ένα είδος λεύκας), και ο αειθαλής πλάτανος. Άλλα δένδρα και θάμνοι: ο κέδρος, η τραχεία πεύκη, ο πρίνος, το σφενδάμι, η χαρουπιά, η κουμαριά, η μυρτιά, ο φοίνικας κ.α.

Η φυσιολατρεία και ακόμα περισσότερο η θεοποίηση της φύσης (δέντρο της ζωής) ήταν γεγονός σύμφωνα με τα διασωθέντα τελετουργικά σε μινωικές σφραγίδες και σε άλλες διασωθείσες παραστά­σεις. Η μεγάλη μινωική θεότητα είναι η θεά της φύσης και γενικότερα της βλάστησης. Αυτή η αγάπη και η λατρεία για τη φύση, τα δέντρα και τα λουλού­δια εκδηλώνεται και στα ίδια τα ονόματα που διαλέ­γουν οι αρχαίοι μα και οι σύγχρονοι Κρητικοί για τα παιδιά τους: Ανθούλα, Ανθούσα, Άνθωτας, Αμάραντη, Αμάραντος, Ανθαγόρας, Άνθις, Βρυάνθις, Δισανθί, Ευάνθης, Χρυσάνθη, Χαριάνθη, Γιασεμί, Κρινιώ κ.α.

Και στην αρχαιότητα όμως υπήρχαν πυρκαγιές από φυσικά ή όχι αίτια. Οι πόλεμοι που χαρακτηρί­ζουν την Κρήτη στους τρεις τελευταίους αιώνες πριν απ’ τη γέννηση του Χριστού, επέφεραν αποψιλώσεις και καταστροφές. Υπήρχαν ακόμη περίοδοι ξηρα­σίας όπως π.χ γύρω στο 325 π.Χ. όταν πολλές κρητι­κές πόλεις αναγκάστηκαν να εισαγάγουν σιτάρι από τη Βόρειο Αφρική για να αντιμετωπίσουν την τρομε­ρή σιτοδεία.

Ακόμα η έλλειψη γης και οι ανάγκες μιας βασικής οικονομικής δραστηριότητας στην αρχαία Κρήτη, της κτηνοτροφίας, εξανάγκαζαν μερικές φορές τους Κρήτες να επεκτείνουν τα καλλιεργήσιμα εδάφη και τους βοσκότοπους σε βάρος των δασών.

Τέλος η εκμετάλλευση της ξυλείας σε περιόδους οικοδομικού οργασμού ή μεγάλης ναυπηγικής δραστηριότητας επέφερε σημαντική αποψίλωση, κυρίως στα δάση κοντά στις κατοικημένες περιοχές. Παρ’ όλα αυτά δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η ισορροπία δεν μπορούσε να αποκατασταθεί.

Η εικόνα αυτή του δασωμένου σχεδόν ολοκληρωτικά νησιού δεν υφίσταται πλέον. Η ανάπτυξη του αστικού βίου ήδη από τα χρόνια της ενετοκρατίας, η άλογη και ανεξέλεγκτη εκμετάλευση της ξυλείας για την αρχιτεκτονική και την ναυπηγική και την προμή­θεια καυσόξυλου, αργότερα οι καταστροφές κατά την διάρκεια των κρητικών επαναστάσεων επέφεραν σταδιακά την αποψίλωση των κρητικών δασών. Υπάρχουν βέβαια κάποιες δασωμένες περιοχές που χρίζουν ιδιαίτερης προστασίας.

Όμως η Κρήτη έχει μεγάλα περιθώρια υγιούς αναδάσωσης αν ακολουθήσουμε την σύγχρονη νομοθεσία και το παράδειγμα που μας έρχεται από επιγραφή της Κρητικής Δρήρου (γύρω στο 200 π.Χ.). Αναφέρει λοιπόν η επιγραφή μια από τις υποχρεώ­σεις των νέων, που ως μέλη των αγέλων – όπως λέγο­νταν οι κρητικές εφηβικές οργανώσεις – προετοιμά­ζονται και εκπαιδεύονται για τη ζωή τους ως πολίτες. “Κάθε νέος να φυτεύει μιαν ελιά και να τη δείξει μεγαλωμένη. Όποιος δεν την φυτέψει, θα πληρώσει πρόστιμο πενήντα στατήρων”

Αυτό το έθιμο, που σίγουρα συνδέεται με θρησκευτικές αντιλήψεις, ίσως κατάλοιπα πανάρχαιων μινωικών παραδόσεων, εκφράζει με ένα άμεσο τρόπο τη συμβολική σημασία του δέντρου στην Κρήτη. Φτάνοντας στο σημαντικότερο σταθμό της ζωής του, τη μετάβαση από την εφηβεία στη ζωή του υπεύθυνου πολίτη ο Κρητικός σφραγίζει την αρχή της νέας του ζωής με μια απλή πράξη, φυτεύει ένα δέντρο.

Στην αρχαιότητα τα δάση και τα βουνά της Κρήτης έκρυβαν ένα απίστευτο πλούτο ζωικών ειδών. Από τα σύμβολα της κρητικής ιερογλυφικής γραφής, από παραστάσεις σε μινωικές σφραγίδες, σε αγγεία, σε τοιχογραφίες, αργότερα σε νομίσματα, σχηματίζουμε μια ζωντανή εικόνα για ένα πλήθος ζώων, που σήμερα είτε έχουν χαθεί, είτε κινδυνεύουν να εξαφανισθούν. Αγρίμια, ελάφια, λύκοι, αγριογού­ρουνα, ίσως και αιλουροιειδή και λιοντάρια.

Τα εναπομείναντα δάση ανανεώνονται με αργούς ρυθμούς και χαρακτηρίζονται συνήθως από έλλειψη υποορρόφων (μικρότερα φυτά και θάμνοι), ανεξίτη­λο σημάδι της ελεύθερης βοσκής. Έτσι πολλά ζώα του δάσους δυσκολεύονται τόσο στην αναζήτηση καταφύγιου όσο και τροφής, γεγονός που διαταράσσει περισσότερο την πανιδική σύσταση του οικοσυστήματος μας.

Τα κυριότερα ζώα της Κρήτης είναι: ο αίγαγρος (ζει ελεύθερος και προστατευμένος στο νησάκι της Ντίας), το κουνάβι, η νυφίτσα, ο σκαντζόχοιρος, ο λαγός και ο ασβός. Τα σπουδαιότερα επίσης πουλιά του νησιού είναι: ο αετός, ο γυπαετός, ο γύπας, η βαρβακίνα, το κιρκινέζι και ο μαυροπετρίτης ή γεράκι της Ελεονώρας.

Κανένα από τα τέσσερα είδη φιδιών που φιλοξε­νεί το νησί δεν είναι επικίνδυνο για τον άνθρωπο. Τα τρία από αυτά είναι ιοβόλα: νερόφιδο, όχεντρα, δενδρογαλιά, ενώ το σπιτόφιδο έχει μια μικρή ποσότητα δηλητηρίου στα πίσω δόντια. Για τον λόγο αυτό δεν μπορεί να προξενήσει κακό στον άνθρωπο ή σε άλλα μεγάλα θηλαστικά.

Μέτρια τέλος επικινδυνότητα παρουσιάζουν τα δυο είδη σκορπιών της Κρήτης που όμως η τοξικό­τητα του δηλητηρίου τους δεν ξεπερνά αυτή των μελισσών ή της σφήκας.

Υπάρχει όμως και κάποια ράτσα σκύλου που απειλείται με αφανισμό. Είναι ο Κρητικός ιχνηλάτης ένα λαγωνικό σκυλί με εξαιρετικές επιδόσεις. Οι ελάχι­στοι που έχουν απομείνει πωλοΰνται πανάκριβα, ενώ παρουσιάζουν τεράστιο επιστημονικό ενδιαφέρον, αφού τα κύτταρά τους είναι πολύτιμα για τις τράπεζες γονιδίων που υπάρχουν σε διάφορα εργαστήρια.

ΠΕΡΙΗΓΗΣΗ ΣΤΙΣ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΕΣ

Έντονο αρχαιολογικό ενδιαφέρον έχουν να επιδείξουν οι οικισμοί Τζερμιάδω και Πλάτη.

ΤΖΕΡΜΙΑΔΩ: Μέσα στο χωριό βρέθηκαν αγγεία Μεσομινωικής III περιόδου. Στο σπήλαιο της συνοικίας Αργουλιάς βρέθηκαν όστρακα Νεολιθικής- Υστερομινωικής εποχής. Στο σπήλαιο στη θέση Σκαφίδα ταφές νεολιθικής περιόδου. Στη θέση Πόντα Αγία Άννα, στην ανατολική πλευρά του λόφου, βρέθηκαν Υστερομινωικά όστρακα και στην επιφάνεια αρχαϊκά και ελληνιστικά, μπρούτζινα αντικείμενα και ρωμαϊκά νομίσματα.

Στον Κάστελο, ανατολικά του χωριού, Νεολιθικές ταφές και κατοικίες της Πρωτομινωικής- Μεσομινωικής II περιόδων και δυο μεσομινωικά κτίσματα. Ο Evans και ο Taramelli θεωρούν τον Κάστελο προϊστορική ακρόπολη.

Περισσότερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το Σπή­λαιο της Τραπέζας, ανατολικά του χωριού, όπου έγι­ναν συστηματικές ανασκαφές από τον Pendlebury το 1936, γνωστό σήμερα με την ονομασία Κρόνιον. Το επισκέφθηκε ο Evans το 1896, και βρήκε ειδώλιο από φαγεντιανή και φύλλα χρυσού όμοια με του Μόχλου της Σητείας. Βρέθηκαν ειδώλια Πρωτομι­νωικά II από ελεφαντοκόκκαλο. Τα ενδύματα ομοι­άζουν με τα υστερονεολιθικά ειδώλια της Κρήτης. Το σπήλαιο έχει χαμηλή είσοδο και αρκετό βάθος, 22 Χ6Χ5 μ.

Το τέλος της τελευταίας Νεολιθικής περιόδου, και κυρίως ως την Υπονεολιθική – Πρωτομινωική, το σπήλαιο ήταν κατοικία ανθρώπων, όπως στις περιο­χές των Καμαρών, της Μιαμού, του Μαγκασά κ.α.

Αργότερα όταν κατοικήθηκε ο απέναντι Κάστελος, έθαβαν στο σπήλαιο τους νεκρούς των, ως το τέλος της Πρωτομινωικής III περιόδου. Τα ευρή­ματα της περιόδου αυτής είναι προσφορές και ανα­θήματα.

Πριν το τέλος της Μεσομινωικής I περιόδου το σπήλαιο εγκαταλειφτηκε και τη θέση του ως ιερό πήρε το Δικταίο Άντρο του Ψυχρού.

 

ΠΛΑΤΗ: Μετά από σύσταση του Ιωσήφ Χατζηδάκη, έγιναν ανασκαφές δίπλα στο χωριό, από τον R.Μ.Dawkins της Αγγλικής αρχαιολογικής Σχολής, το 1913. Αποκαλύφτηκαν τρία μινωικά κτήρια, τα A.B.C Υστερομινωικής I, και νεώτερα της Ελληνικής εποχής.

Τα κτίσματα των διαφόρων εποχών σημειώνονται στο σχεδιάγραμμα χωριστά. Δυστυχώς η καταστρο­φή των κτισμάτων ήταν τέτοια, ώστε δεν ήταν δυνα­τόν να διαμορφωθεί ολοκληρωτικά το σχεδιάγραμμα των. Γεγονός όμως είναι, ότι ο χώρος κατοικήθηκε από την Υστερομινωική I περίοδο ως την Υστερομινωική III, και έπειτα από εγκατάλειψη αιώνων, ξανακατοικήθηκε την ελληνική περίοδο. Τα κτίσματα των διαφόρων εποχών διαδεχόταν το ένα το άλλο, πάνω στον ίδιο χώρο.

Η πιο ενδιαφέρουσα περίοδος είναι η Υστερομινωική III. Την περίοδο αυτή υπήρχε μια πλατεία σε σχήμα Π, αρκετά ευρύχωρη. Γύρω από αυτήν ήταν τρία συγκροτήματα κτηρίων, συμμετρικά τοποθετημένα προς το Βορρά, το Νότο και την Ανατολή. Στο κέντρο της πλατείας βρέθηκε μια εστία Ε, της ίδιας εποχής. Κατά την ελληνική περίοδο η πλατεία καλύφτηκε από νέα κακοφτιαγμένα κτίσματα. Η πολεοδομική τοποθέτηση των κτισμάτων είναι θαυμάσια. Εάν τα τρία αυτά συγκροτήματα αποτελούσαν κατοικίες, που ανήκαν σε διάφορους ιδιοκτήτες, έχομε μπροστά μας ένα οικισμό εντελώς πρωτότυπο, σε σχέδιο διαφορετικό από όσους ανασκάφηκαν μέχρι σήμερα. Αν όμως ήταν τμήματα ενός και του αυτού οικοδομήματος, με την κεντρική αυλή στο κέντρο, τότε πρόκειται περί ανακτόρου παρόμοιου, με τα γνωστά της Κνωσού κ.λπ.

Το παραπάνω κείμενο αντλήθηκε από ένα έντυπο το οποίο εκδόθηκε τον Σεπτέμβρη του 1995. Το έντυπο εκδόθηκε από τον Σύνδεσμο Λασιθιωτών Ηρακλείου (Το Οροπέδιο), Το έντυπο εκδόθηκε με αφορμή τα 70 χρόνια του Συνδέσμου.

Σας παραθέτουμε δύο φωτογραφίες, στις οποίες φαίνεται το Οροπέδιο Λασιθίου με τους χιλιάδες ανεμόμυλους που άρδευαν κάθε κήπο μέχρι και τέλος της δεκαετίας του 1970, και μία φωτογραφία με το πώς είναι σήμερα το Οροπέδιο.  

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *