Το Βυζαντινό κάστρο των Τρικάλων
Το Κάστρο των Τρικάλων ιδρύθηκε σε άγνωστο χρόνο κατά την αρχαιότητα, αλλά ενισχύεται ριζικά από τον βυζαντινό αυτοκράτορα Ιουστινιανό τον 6″ αι. μ.Χ. Κτισμένο στα αρχαία κατάλοιπα της αρχικής οχύρωσης, δέχτηκε πολλές επεμβάσεις στο πέρασμα των αιώνων, ενώ η ύπαρξή του αναφέρεται και τον 14° αι. Τη σημερινή του μορφή την πείρε κατά την οθωμανική περίοδο.
Η καίρια θέση του κάστρου, στο βορειοδυτικό τμήμα της πόλης των Τρικάλων, στη νότια κορυφή χαμηλής λοφοσειράς, προσφέρει πλήρη κατόπτευση της γύρω περιοχής, ελέγχοντας τα περάσματα από και προς τη Μακεδονία, την Ήπειρο και την υπόλοιπη Θεσσαλία.
Η οχύρωση
Ο οχυρωματικός περίβολος έχει σχήμα ακανόνιστου τραπεζίου και η κάτοψή του είναι προσαρμοσμένη στις υψομετρικές καμπύλες του εδάφους. Τα τείχη έχουν οδοντωτές επάλξεις στον περίδρομο τους και το ύψος τους φθάνει τα 12μ. ενώ το πάχος τους κυμαίνεται από 1,50 έως 2,10μ. Η οχύρωση διαιρείται με δύο εγκάρσια τείχη σε τρεις επάλληλους οχυρωματικούς περιβόλους και ενισχύεται από επτά τετράγωνους πύργους, ορισμένοι από τους οποίους είναι συμπαγείς για την χρήση κανονιών. Η άμυνα συμπληρώνεται από τις τοξοθυρίδες που ανοίγονται στα τείχη.
Η είσοδος στο κάστρο γίνεται μέσω τοξωτής πύλης με λίθινο περιθύρωμα στη δυτική πλευρά, ενώ στην ανατολική πλευρά το 1960 ανοίχθηκε δεύτερη είσοδος. Ένα εσωτερικό ψηλό τείχος, το οποίο ενισχύει των πύργο, χωρίζει τον πρώτο από τον δεύτερο περίβολο, στο μέσον του οποίου ανοίγεται πύλη. Από το 1936 στον χώρο αυτό υψώνεται ο πύργος του ρολογιού. Στα βορειοδυτικά του δεύτερου περιβόλου κατασκευάσθηκε το 1988 ανοιχτό δημοτικό θέατρο.
Ο τρίτος οχυρωματικός περίβολος του Κάστρου
Ο τρίτος οχυρωματικός περίβολος, το εσωτερικό δηλαδή οχυρό, αποτελεί το σημαντικότερο τμήμα της οχύρωσης και καταλαμβάνει το βορειοανατολικό, υψηλότερο τμήμα του κάστρου, σχηματίζοντας ένα ακανόνιστο τεταρτοκύκλιο.
Στον εσωτερικό χώρο σώζονται η κλίμακα ανόδου για τις επάλξεις και τμήματα του περίδρομου, που οδηγεί και σε στέρνα για την περισυλλογή βρόχινου νερού, ένα μεγάλο τετραγωνικό φρεάτιο και τέλος η πυριτιδαποθήκη· πρόκειται για καμαροσκέπαστο κτίσμα, στο εσωτερικό του οποίου αποκαλύφθηκαν κατάλοιπα μικρού λουτρώνα παλαιότερης φάσης.
Στη νότια πλευρά του περιβόλου, στο κατώτατο τμήμα της τοιχοποιίας, είναι ορατοί δόμοι που προέρχονται από την αρχαία ακρόπολη. Λίγο ψηλότερα σώζεται ένα χαρακτηριστικό τμήμα της οικοδομικής φάσης της εποχής του Ιουστινιανού, ενώ ακόμη ψηλότερα διακρίνονται και ίχνη επιγραφής από πλίνθους, πιθανότατα της υστεροβυζαντινής περιόδου (13κ– 14και.).
Η ανώτερη επιφάνεια επιστέφεται από οδοντωτές επάλξεις, πίσω από τις οποίες βρίσκεται ο περίδρομος. Ο περίβολος ενισχύεται με τέσσερις τετράγωνους πύργους, ενώ η πρόσβαση είναι δυνατή μέσω πύλης στη δυτική πλευρά του περιβόλου, η οποία επίσης ενισχύεται από πύργο.
Στη νοτιοανατολική γωνία του περιβόλου βρίσκεται ο επιβλητικότερος, διώροφος πύργος, ο οποίος διασώζει και στοιχεία εσωτερικής διαμόρφωσης. Η κατασκευή του είναι αρκετά επιμελημένη με συχνή χρήση πλίνθων, ενώ ο πύργος στη βόρεια πλευρά του περιβόλου είναι κατασκευασμένος από αδρά λαξευμένους λίθους, στοιχείο ενδεικτικό για την ύπαρξη διαφορετικών κατασκευαστικών φάσεων στον ίδιο οχυρωματικό περίβολο.
Ο τρίτος περίβολος αποκαταστάθηκε από τη 19η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων (νυν Εφορεία Αρχαιοτήτων Τρικάλων) με το έργο «Αποκατάσταση τμημάτων τρίτου διαζώματος κάστρου πόλης Τρικάλων» με αυτεπιστασία, και με προϋπολογισμό 700.000 ευρώ στο Ε.Π. Θεσσαλίας – Στερεάς Ελλάδος – Ηπείρου 2007-2013 στον Άξονα Προτεραιότητας 4- «Αειφόρος Ανάπτυξη και Ποιότητα Ζωής στη Θεσσαλία».
Το κείμενο αντλήθηκε από το φυλλάδιο που διανέμεται στον χώρο του κάστρου.