Το πετρόχτιστο Διδακτήριο Αρχανών
Το ιστορικό του κτηρίου
Στη βόρεια πλευρά της κωμόπολης των Επ. Αρχανών Ηρακλείου Κρήτης1 και επί μίας πετρώδους έκτασης υπήρχαν, από την εποχή της Ενετοκρατίας, κτιστά και λαξευτά πατητήρια, τα οποία στην περίοδο της Τουρκοκρατίας είχαν περιέλθει στην ιδιοκτησία της I. Μονής Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη,2 άγνωστο πώς, και γι’ αυτό η περιοχή αυτή είχε πάρει το τοπωνυμικό όνομα Στα Αγιοργιώτικα Πατητήρια. Σ’ αυτά τα πατητήρια οι Αρχανιώτες, κυρίως κατά τον 19ο αιώνα, επεξεργάζονταν τα οινοστάφυλα που παρήγαν από τα αμπέλια των πλησιέστερων μ’ αυτά περιοχών και έβγαζαν το περίφημο μαύρο Αρχανιώτικο κρασί, το οποίο πολλές φορές υπήρξε η αιτία λεηλασίας της κωμόπολης από επιδρομές των Τούρκων και μάλιστα οσάκις επικρατούσαν στην ανατολική Κρήτη ανώμαλες επαναστατικές συνθήκες.3 Δίπλα ακριβώς στα πατητήρια της Μονής υπήρχαν και ιδιωτικά,4 γι’ αυτό αργότερα το τοπωνύμιο επεκράτησε να λέγεται μόνο Στα Πατητήρια. Αυτό το τοπωνύμιο διατηρήθηκε μέχρι που στη θέση αυτή ανεγέρθηκε και ολοκληρώθηκε το νέο Εκπαιδευτήριο των Αρχανών, οπότε το τοπωνύμιο πήρε το όνομα Στα Σχολειά. Αυτή η ονομασία έχει επικρατήσει μέχρι και σήμερα.
Στη διάρκεια της τελευταίας απελευθερωτικής επανάστασης της Κρήτης (1897-98), στην οποία οι Αρχάνες πρωτοστάτησαν και υπήρξαν το προπύργιο τριών επαρχιών της ανατολικής Κρήτης, ο κυματοθραύστης των αλλεπαλλήλων αλλά αναποτελεσματικών επιθέσεων των Τούρκων, ο χώρος αυτός των πατητηριών, που στο μεταξύ είχε ερειπωθεί, χρησιμοποιήθηκε ως χώρος συγκέντρωσης και εξόρμησης προς τα γύρω υψώματα των οπλοφόρων, Αρχανιωτών και μη, αλλά ακόμη και ως χώρος εκγύμνασης των οπλιτών του «Τάγματος των Επιλέκτων Κρητων» του Ιωάννη Νταφώτη, στη διάρκεια των 2,5 μηνών (19-2-1897 έως 30-4- 1897) που παρέμεινε στις Αρχάνες.5
Μετά τη λήξη της επανάστασης των ετών 1897-98 και τη συγκρότηση της Κρητικής Πολιτείας, χορηγήθηκαν βοηθήματα σε χήρες και ορφανά καθώς και σε τραυματίες της περιόδου εκείνης, σ’ όλη την Κρήτη, με αποφάσεις των «Επιτροπειών Αγωνιστών». Τέτοια βοηθήματα έλαβαν τότε και οι παρακάτω από τις Αρχάνες.
- Η Ειρήνη Χριστινίδου, χήρα, και η κόρη της Αννα, για το θάνατο του γιου και αδελφού τους Γεωργίου Αντ. Χριστινίδου ή Καπετάν Γιαλέλη, που σκοτώθηκε στη μάχη της Επισκοπής Πεδιάδος τον Ιούλιο του 1896 (απόφαση 2).
- Η Αικατερίνη, χήρα Γεωργίου Τζορτζάκη και τα ανήλικα ορφανά της Σταύρος και Μαρία (απόφαση 119).
- Η Μαρία, χήρα Μιχαήλ Χατζή Κυριακάκη και τα ανήλικα ορφανά παιδιά της Θεονύμφη, Χρυσάνθη και Αννα (απόφαση 119).
- Ειρήνη, χήρα Γεωργίου Φραγκίσκου Ουσταμανωλάκη και τα ανήλικα ορφανά παιδιά της Αννα (αργότερα σύζυγος Θεοδούλου Ψαραδάκη), Ζαμπία, Μαρία και Νικήτας, ο μετέπειτα Φραγκουλάκης Νικήτας (απόφαση 120).
- Η Αικατερίνη, χήρα Αντωνίου Καλομούρη, αργότερα Καλομοιράκη, και τα ανήλικα ορφανά παιδιά της Στυλιανή, Εμμανουήλ, Ευανθία, Αννα, Μαρία και Χαράλαμπος (απόφαση 121).
- Η Αγγελική, χήρα Χαριδήμου Χαιρέτη, τέως Δημάρχου Αρχανών, και τα ανήλικα ορφανά παιδιά τής Όλγα, Νικόλαος, Γεώργιος και Εμμανουήλ (απόφαση 122).7
- Με αίτηση του Μύρωνα Αυγουστάκη πήραν βοήθημα τα ανήλικα ορφανά εγγόνια του, τέκνα του Γεωργίου Παπουτσάκη ή Καρεφυλάκη, Νικόλαος, Ιωάννης και Εμμανουήλ (απόφαση 123).
- Η Ελένη, χήρα Νικολ. Γριβάκη και οι θυγατέρες της Μαρία και Αργυρή, ορφανές (απόφαση 175).
- Η Μαρούλη, χήρα Βασιλείου Πολυχρονάκη (Κοτόχη) και τα ανήλικα ορφανά της Γεώργιος, Χαρίκλεια, Γρηγόριος και Χριστόφορος (απόφαση 176).
- Η Αννα, χήρα Πέτρου Παριτάκη, αργότερα Μπαριτάκη (απόφαση 177).
- Η Μαρία, χήρα Αλεβύζου Αυγουστάκη και οι ορφανές θυγατέρες της Σοφία, Ελένη και Γαροφαλιά (απόφαση 178).
- Η Ειρήνη Γ. Παπαδάκη που τραυματίστηκε στον πόλεμο ενώ μετέφερε φυσίγγια και νερό στους πολεμιστές (απόφαση 179).8
- Η Μαρία, χήρα Κωνστ/νου Δ. Ψαραδάκη και τα ανήλικα παιδιά της Άννα, Μιχαήλ, Καλλιόπη, Βασιλική, Αικατερίνη και Χαράλαμπος (απόφαση 181).9
Τα βοηθήματα αυτά ήταν 5 δρχ. το μήνα για το πρώτο μέλος της οικογένειας και από 3 δρχ. για καθένα από τα υπόλοιπα μέλη της.
Αμέσως μετά τη λήξη της επανάστασης του 1897-98 και τη διάλυση της Επαναστατικής Επιτροπής Αρχανών,10 ο λαός των Αρχανών φύλαξε τους γκράδες και τα σασεπώ και επεδόθηκε στην καλλιέργεια της ρημαγμένης από τους πολέμους γης του, φυτεύοντας την με ελιές και αμπέλια. Συγχρόνως επεδόθηκε και σε έργα προόδου και πολιτισμού στον πνευματικό τομέα, προσπαθώντας να ανεβάσουν το πνευματικό και πολιτιστικό επίπεδο των κατοίκων, με την ίδρυση κυρίως Συλλόγων πολιτιστικών και άλλων συναφών έργων. Ως το πρώτο μεγάλο έργο πολιτισμού του 20ού αιώνα στις Αρχάνες, μπορεί αναμφισβήτητα να θεωρηθεί η ανέγερση του μεγαλοπρεπούς, ακόμη και σήμερα, πετρόχτιστου Διδακτηρίου της κωμόπολης, στην ιστορική θέση Πατητήρια, ανάλογο της ιστορίας της και του πλούτου που διέθετε τότε και τώρα η κωμόπολη, αλλά και της σωστής πρόβλεψης για τη μελλοντική ανάπτυξή της, η οποία μέσα στα χρόνια που ακολούθησαν υπήρξε πράγματι ραγδαία.
Πρώτη ενέργεια ήταν η παραχώρηση της οικοπεδικής αυτής έκτασης της Μονής προς την Ενοριακή Επιτροπεία Αρχανών, με ανταλλαγή άλλης έκτασης. Ακολούθησε η εκπόνηση των σχεδίων του 1899, από τον αρχιτέκτονα μηχανικό της Κρητικής Πολιτείας Σαλίβερο Νικόλαο, ο οποίος έλαβε υπόψη του και τις υποδείξεις των φορέων της κωμόπολης και ιδιαίτερα του τότε Δ/ντή της Δημοτικής Σχολής Αρρένων Αρχανών, δασκάλου Εμμαν. Σημαντήρα, κυρίως ως προς τις μελλοντικές ανάγκες του κτηριολογικού προγράμματος που θα εφαρμοζόταν στις Αρχάνες.11 Ο ίδιος είχε σχεδιάσει και τα σχολεία της πόλης των Χανίων δίπλα στο Γυμναστήριο. Υπήρξε, μαζί με τους μηχανικούς Σαββάκη, Πρωτοπαπαδάκη και Παπαπέτρου, μέλος του Τεχνικού Συμβουλίου των Εσωτερικών της Κρητικής Πολιτείας.
Υπάρχει όμως κι η περίπτωση τα σχέδια αυτά να ήταν πιστά αντίγραφα σχεδίων που είχαν εκπονηθεί από το Νομομηχανικό Αττικής Δημήτριο Καλλία (1859- 1939), τα οποία εφάρμοζαν οι κατά τόπους φορείς της Εκπαίδευσης στην ανέγερση Διδακτηρίων, βάσει ενός ειδικού Διατάγματος «περί υγιεινής καταστάσεως των Δημοτικών Σχολείων», με το οποίο κτίστηκαν 250 και άνω Δημοτικά Σχολεία σ’ όλη την Ελλάδα, σχεδόν ομοιόμορφα. Τα σχέδια αυτά ήταν 4 τύπων: κτήρια 1,2,4, και 6 τάξεων. Το σχολείο Αρχανών ομοιάζει με τον τύπο έξι τάξεων του Καλλία επί δύο.
Το νέο, υπό κατασκευή, Διδακτήριο έπρεπε να έχει τέτοια χωρητικότητα ώστε να μη στέγαζε μόνο τα ήδη υπάρχοντα και λειτουργούντα στην κωμόπολη Δημοτικά Σχολεία,12 αλλά και το Ελληνικό Σχολείο του οποίου την ίδρυση, οι τρεις παπάδες, οι δέκα Δημογέροντες και οι δέκα Έφοροι των Αρχανών, επίμονα ζητούσαν από τη διοίκηση από το 1873.13
Μάλιστα δε ζητούσαν και υποδείκνυαν να τοποθετηθεί Δ/ντής του σχολείου αυτού ο τότε δάσκαλος του Αρρεναγωγείου Αρχανών και αδελφός της I. Μονής Επανωσήφη Νικόδημος, με αναβάθμισή του, λόγω και των θεολογικών του σπουδών που είχε λάβει στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, με υποτροφία της εν λόγω Μονής.14 Το 1875 όμως η φήμη του Νικόδημου κινδύνεψε να αμαυρωθεί γιατί, στις 7 Ιουνίου, η Αρχανιωτοπούλα Κυριακή Χοχλιδοπούλα κατήγγειλε ότι «συνέλαβε» από τον «ιεροδιάκονο του Επανωσήφη Νικόδημο, δάσκαλο στις Αρχάνες». Αυτό όμως, μετά από έρευνα, διαψεύστηκε από τους Δημογέροντες της κωμόπολης, οι οποίοι με έγγραφό τους, στις 4 Οκτωβρίου 1875, τον υπερασπίζονται και κάνουν λόγο για την καλή του διαγωγή.
Η θέση που επιλέκτηκε για να αναγερθεί το νέο «σύγχρονο» αυτό Διδακτήριο των Αρχανών, δεν ήταν ασφαλώς τυχαία, κατά τη γνώμη μας. Γιατί ένα σχολικό κτήριο δεν συμβολίζει μόνο το τέμενος της Παιδείας, συμβολίζει συγχρόνως την Ελευθερία και τη Δημοκρατία. Επομένως τοποθετείται, κατά κανόνα, δίπλα στον καθεδρικό ναό που συμβολίζει τη θρησκεία των κατοίκων. Η σύγχρονη σχεδόν με τον εγκαινιασμό του Διδακτηρίου, όταν τούτο ολοκληρώθηκε (1927), ανέγερση ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο του Ηρώου της κωμόπολης, συμπληρώνει το τρίπτυχο: Παιδεία (Ελευθερία – Δημοκρατία) Πατρίδα – Θρησκεία.15 Το τρίπτυχο αυτό των Αρχανών συμπληρώθηκε αργότερα με το κτήριο του Αγροτικού Συν/σμού Αρχανών, που συμβολίζει την Οικονομία, όταν ανηγέρθηκε δίπλα στην Εκκλησία της Παναγίας, στη δεκαετία του 1960.
Αποτέλεσμα όλων των παραπάνω είναι να κοσμείται σήμερα η είσοδος των Αρχανών με τέσσερα περίλαμπρα μνημεία, ανάλογων εποχών, που ενσαρκώνουν τις ακατάλυτες έννοιες: Παιδεία, Πατρίδα, Θρησκεία, Οικονομία. Και μόνο αυτή η τοποθέτηση αυτών των κτηρίων φανερώνει τη σοφία των προγόνων μας, «πάλαι τε κι επ’ εσχάτων».
Η ανέγερση του Διδακτηρίου
Μετά την έγκριση των σχεδίων η ανέγερση του διδακτηρίου ανατέθηκε, με ομόφωνη απόφαση των Δημογερόντων και του Δημάρχου της κωμόπολης, στην Ενοριακή Επιτροπεία των Επ. Αρχανών.16 Αυτή δε, με τη σειρά της, αποδέχτηκε αυτήν την τιμητική αλλά συγχρόνως και υπεύθυνη πρόταση και αμέσως επεδόθηκε, με ιδιαίτερο ζήλο και θυσίες, σε έργα προκειμένου να φέρει σε αίσιο πέρας αυτό το τεράστιο για την εποχή του έργο. Τούτο επιτεύχθηκε με τους εξής τρόπους: α) Με την εκποίηση περιουσιακών στοιχείων της Εκκλησίας Αρχανών, β) Με τη διάθεση ικανών χρηματικών ποσών από τα έσοδα των εκκλησιών της Ενορίας, γ) Από δωρεές ιδιωτών Αρχανιωτών σε χρήμα και ακίνητη περιουσία, αλλά και με δωρεές μη Αρχανιωτών αλλά φίλων της κωμόπολης και δ) Με εισφορές και εμβάσματα Αρχανιωτών, κατοίκων των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής και ιδιαίτερα των πόλεων Ν. Υόρκης και Βοστώνης.17
Το έργο ξεκινά μεθοδικά και προγραμματισμένα. Έτσι βλέπουμε, τον Μάιο του 1900, η Ενοριακή Επιτροπεία των Επάνω Αρχανών να αναλαμβάνει την πρωτοβουλία της προαγοράς, από τον ασβεστοποιό Χαράλ. Κοντξεδάκη, 3.000 οκάδων ασβέστου προς 5 παράδες την οκά και άλλες 1500 οκάδες, τον επόμενο χρόνο, από τους ασβεστοτιοιούς Γεώργιο Μαρκομανωλάκη, Νικόλ. Τζαγκαράκη, Εμμαν. Κιρκικάκη, Εμμαν. Τζωρτζακάκη και Γεώργ. Νησωτάκη, με προθεσμία παράδοσης δύο μηνών.
Μέχρι τη φάση αυτή το σύνολο της προσφοράς της εκκλησίας ήταν 10 χρυσά εικοσόφραγκα (10X20 = 200 χρυσές δραχμές X 5,35 = 1.070 γρόσια).18 Η προσφορά αυτή της Εκκλησίας συγκίνησε τον ιερομόναχο της I. Μ. Αγίου Γεωργίου Επανωσήφη Ιγνάτιο Νικολαΐδη ή Ξιδιανό ο οποίος, με διαθήκη του, κληροδοτεί στην Ενορία των Επάνω Αρχανών 200 χρυσές δραχμές για το σκοπό της ανέγερσης του Διδακτηρίου της κωμόπολης.19 Ταυτόχρονα αξιοποιείται το κληροδότημα του πάλαι ποτέ εγκατεστημένου στο Ηράκλειο, Αρχανιώτη βιομηχάνου Νικολάου Τζαγκαράκη ή Καγκελάριου ο οποίος, με διαθήκη το 1895, είχε αφήσει στην Παναγία των Επ. Αρχανών διάφορα ακίνητα και χρήματα με σκοπό την ίδρυση, λειτουργία αλλά και συντήρηση στις Αρχάνες Ελληνικής Σχολής με το όνομα «Καγκελάριος Ελληνική Σχολή Αρχανών». Η σχολή αυτή λειτούργησε τελικά το 1902, με το όνομα «Ελληνικό Σχολείο Αρχανών», ως δημόσιο σχολείο. Πλην όμως ένα μέρος των περιουσιακών τουλάχιστον στοιχείων της διαθήκης του Καγκελαρίου διετέθησαν και για την ανέγερση του Διδακτηρίου, ενός σκοπού απόλυτα παρεμφερούς20 Παρά ταύτα το κόστος της οικοδομής ήταν τεράστιο. Για το λόγο αυτό ο Αρχανιώτικης καταγωγής Ιωάννης Βογιατζάκης, ο μετέπειτα δήμαρχος του Ηρακλείου, βλέποντας ότι η δαπάνη που απαιτείται για την ανέγερση ενός τέτοιου κτηρίου είναι πολύ μεγάλη, ενώ παράλληλα τα έσοδα της εκκλησίας είχαν σχεδόν εξαντληθεί, κάνει πρόταση προς την Κρητική Βουλή για την ενίσχυση της κοινότητας Αρχανών με 10.000 δρχ. «προς αποπεράτωσιν της Δημοτικής Σχολής της».21 Συγκινητική υπήρξε κι η συμβολή των μικρών μαθητών. Με τον τρόπο που μπορούσαν, κουβαλούσαν πέτρες από τα παρακείμενα χωράφια, νερό και τροφές στους χτίστες, με την ελπίδα και τον πόθο να γευθούν αργότερα τη χαρά της φοίτησής τους στο καινούργιο σχολείο.
Αφού λοιπόν τα διαθέσιμα χρήματα είχαν εξαντληθεί, φυσικό ήταν η ανοικοδόμηση να διακοπεί το 1905. Η διακοπή αυτή κράτησε μέχρι και το 1912. Συγκεκριμένα μέχρι τον χρόνο εκείνο είχαν αποπερατωθεί η κεντρική και βόρεια πτέρυγα, αλλά χωρίς τις στέγες τους.
Το 1912 η Ενοριακή Επιτροπεία αγοράζει από τους κεραμοποιούς Στ. Μ. Δερμιτζάκη, Ιωάν. Γ. Μαΐση, Νικόλ. Ντρετάκη, Εμμαν. I. Καλαθάκη, Δημήτριο Καλαθάκη και Γρηγ. Αντ. Μαυρογιαννάκη, 30.000 κεραμίδια αντί 2.000 δραχμές.22 Τον επόμενο χρόνο (1913) η ίδια Επιτροπεία αναθέτει στον ξυλουργό Δημήτριο Κονταξάκη, με την εγγύηση του Εμμαν. Κουτουλάκη, την κατασκευή της στέγης της «νεόδμητης Δημοτικής Σχολής Αρχανών», σύμφωνα με τα σχέδια του Μηχανικού Ηρακλείου Ευαγγέλου Μπασιά, με μία (1) δραχμή το ένα τ. μέτρο, συνολικής επιφάνειας 1.000 τ.μ. Πραγματικά, μέσα σε δύο χρόνια, ολοκληρώνονται οι δύο προαναφερθείσες πτέρυγες και είναι έτοιμες να δεχθούν τους πρώτους μαθητές.
Το 1917 αρχίζουν οι εργασίες κατασκευής και της νότιας πτέρυγας. Για το σκοπό αυτόν η Ενοριακή Επιτροπεία, πάλι, πουλεί αμπέλι 2 εργατών στη θέση Φυτειές, περιφ. Επάνω Αρχανών -παλιάς δωρεάς Παρασκευής Γενειατάκη- και ένα χωράφι 4 μουζουρίων στη θέση Πλανάς,23 επίσης περιφ. Επάνω Αρχανών και αναμένει δωρεές και άλλων ιδιωτών, μετά από κάποια έκκληση που έκανε. Συγχρόνως γίνονται ενέργειες όπως, τουλάχιστον, ήταν η ανακεράμωση της στέγης να γίνει από το Δημόσιο. Τούτο αναφέρει ο Δήμος προς τον αρμόδιο επιθ/τή με το αριθ. 415/5-7-1918 έγγραφό του, όπως φαίνεται από το οικείο πρωτόκολλο.
Υπήρχαν όμως και κάποια υπόλοιπα χρημάτων παλαιοτέρων πωλήσεων κτημάτων της Εκκλησίας το 1911. Όπως π.χ. η πώληση στη θέση Πέρασμα Συλλάμον ενός λιόφυτου 2 μουζουρίων με 16 ελιές, αντί 290 δρχ.24 και ενός αγρού 1,5 μουζουρίου με 18 ελιές στην ίδια θέση, αντί 350 δρχ. αλλά και από άλλες προγενέστερες πωλήσεις.25
Στη συνέχεια αρχίζουν να καταφθάνουν τα εμβάσματα των ομογενών Αρχανιωτών της Αμερικής, οι οποίοι μέσω του Συλλόγου «Ευαγγελισμός», που είχαν ιδρύσει εκεί, διενεργούσαν εράνους και χοροεσπερίδες γι’ αυτόν το σκοπό.
Παρ’ όλα τα όσα αναφέρθηκαν παραπάνω, φθάνουμε στα 1923 και η νότια πτέρυγα δεν έχει τελειώσει ακόμη. Τότε η Ενοριακή Επιτροπεία Αρχανών, με την έγκριση και της Μητρόπολης Κρήτης, διαθέτει 18.000 δρχ. για τη συνέχιση των εργασιών της οικοδομής και ταυτόχρονα ζητά από το Υπουργείο Εκκλησιαστικών να διατάξει το Νομομηχανικό Ηρακλείου όπως επιβλέψει τις εργασίες κατασκευής της στέγης, της εν λόγω πτέρυγας, πράγμα που έγινε τον επόμενο χρόνο (1924). Το Νοέμβριο του 1924, ο Σύλλογος «Ευαγγελισμός», της Βοστώνης των ΗΠΑ, αποστέλνει στην Ενορία Επ. Αρχανών 60.000 δρχ. για τα «κτηριακά του Σχολείου».26
Το 1926 η Ενοριακή Επιτροπεία Επ. Αρχανών πουλεί στον ξυλουργό Δημήτριο Κονταξάκη ένα αγρό με ελιές, που τον είχε ανταλλάξει πριν από 25 χρόνια με τη Μονή Επανωσήφη, αντί 40.000 δρχ. Ο αγρός αυτός ήταν συνέχεια προς το νότιο μέρος του νέου κοιμητηρίου της κωμόπολης.27 Ήταν φανερό πως η πώληση αυτή ήταν εικονική, αφού κάλυπτε το χρέος της Ενορίας προς τον εν λόγω ξυλουργό για τις εργασίες του στις στέγες, στα κουφώματα και στα πατώματα του σχολείου, σε προηγούμενα χρόνια.
Παρά ταύτα τα χρήματα δεν επαρκούν και οι πωλήσεις κτημάτων της Ενορίας συνεχίζονται. Αποτέλεσμα, το 1926, πάλι η εκκλησία να πουλήσει το λεγόμενο Περιβόλι της Παναγίας, στη θέση Ανερατζάς, αντί 230.000 δρχ.Το κτήμα αυτό είχε έκταση 10 μουζουρίων, με στέρνα νερού από το παρακείμενο ποτάμι, παράγκα και πολλά οπωροφόρα δένδρα, χωρισμένο σε τρία τμήματα από το διερχόμενο από μέσα ρυάκι. Είχε δε μείνει ονομαστό για τα γλέντια που γίνονταν εκεί, επί πολλά χρόνια, την ημέρα της εορτής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου (29 Αυγούστου), προστάτου των πασχόντων από ελονοσία, μια μέρα πανηγυρική. Τον ίδιο χρόνο (1926) η εκκλησία πούλησε ακόμη, για τον ίδιο σκοπό, αμπέλι 3 εργατών στη θέση Κουρίνα, περιφ. Επ. Αρχανών, αντί 3.400 δραχ.28
Το 1927, επειδή το αρχικό οικόπεδο δεν επαρκούσε και για τη δημιουργία γυμναστηρίου, η εκκλησία προχωρεί στην εκρίζωση των ελαιοδένδρων ενός άλλου αγρού της, παρακείμενου του οικοπέδου του σχολείου προς τα δυτικά, για να γίνει εκεί το γυμναστήριο. Τα ελαιόδενδρα που εκριζώθηκαν πουλήθηκαν ως καύσιμη ύλη, πάλι για τις ανάγκες της οικοδομής.
Είναι χαρακτηριστικό πως μόνο στη δεκαετία του 1920-30, η τοπική Εκκλησία διέθεσε για τις ανάγκες του Διδακτηρίου 122.000 χρυσές δραχμές, προερχόμενες όλες από εκποιήσεις διαφόρων κτημάτων της, πέραν από τα χρήματα που συνέλεξε από την πώληση του Περιβολιού της Παναγίας.
Έτσι φθάνουμε στο σχολ. έτος 1925-26. Το κτήριο έχει αποπερατωθεί και υποδέχεται και τους υπόλοιπους μαθητές της κωμόπολης. Τον επόμενο χρόνο (1927), ο τότε Δ/ντής του Δημοτικού Σχολείου Αρρένων αποστέλνει ευχαριστήρια επιστολή προς την τοπική εκκλησία για τη συμβολή της στο κτίσιμο του διδακτηρίου, στην οποία μνημονεύει και το συνολικό κόστος της οικοδομής, που έφθασε στο ποσό των 1.712.000 χρυσές δραχμές.30
Παρά τις παραπάνω φιλότιμες προσπάθειες των φορέων της κωμόπολης, το 1935 διαπιστώνεται ότι η αυλή του σχολείου δεν επαρκεί για τις ανάγκες των τριών πλέον συστεγαζόμενων σχολείων (δύο Δημοτικών και του Ημιγυμνασίου) και έτσι οι σχολικές τους εφορείες, πλέον, αγοράζουν από τον Κυριάκο Δουνδουλάκη (Τζομπάνο) οικόπεδο 368,55 τ.μ., δυτικά του Διδακτηρίου και συνεχόμενο της αυλής του, αντί 25.000 δρχ. Ανάλογη επέκταση της αυλής έγινε αργότερα, λίγο ΒΔ, με αγορά οικοπέδου 270,05 τ.μ. από τους Άννα Ρεθεμιωτάκη, Γεώργ. Ζουριδάκη και Ευαγγελία Ξ. Χοχλιδάκη.31
Η τελευταία επέκταση της αυλής προς τα δυτικά, έγινε το σχολ. έτος 1985-86, όταν Δ/ντής του τότε ενιαίου 14θέσιου Δημοτικού Σχολείου Επ. Αρχανών ήταν ο κύριος Νίκος Γ. Χριστινίδης, με την ανταλλαγή 28 τ.μ. έκτασης του σχολείου, προς βορράν, για άνοιγμα εισόδου, με 224 τ.μ. έκτασης προς δυτικά, των κληρονόμων των ιδιοκτητών της παραπάνω παραγράφου. Η αξία του οικοπέδου που παραχωρήθηκε τότε από το σχολείο, υπολογίστηκε στις 182.000 δρχ., του δε οικοπέδου που αποκτήθηκε με τον τρόπο της ανταλλαγής, στις 1.344.000 δρχ.32
Επομένως εκατό σαράντα χρόνια συμπληρώθηκαν ήδη από την πρώτη λειτουργία του πρώτου Δημοτικού Σχολείου στις Αρχάνες, με τις όποιες μορφές έχει πάρει σ’ όλο αυτό το μακρύ διάστημα. Σ’ όλα αυτά τα χρόνια η λειτουργία του στην κωμόπολη, αλλά και στην ευρύτερη περιοχή, υπήρξε εξαιρετικά σημαντική, όχι μόνο για την παιδεία που παρείχε και παρέχει στους μαθητές, αλλά και γιατί έχει συμβάλει στη διατήρηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Από το 1915, το σχολείο στεγάζεται στο ίδιο κτήριο, το οποίο έχει χαρακτηριστεί διατηρητέο. Αυτό το κτήριο, που έχει μετατρέπεται σε ανοικτό πανεπιστήμιο, θεωρείται και είναι το κόσμημα των Αρχανών και ευτυχώς που οι όσες παρεμβάσεις που έχουν γίνει δεν το επηρέασαν ουσιαστικά και παραμένει αναλλοίωτο, τουλάχιστον στον κύριο κορμό του. Έτσι διατηρείται σε άριστη κατάσταση. Πλην όμως η αντικατάσταση μερικώς της στέγης του ισογείου στις 4 αίθουσες προς την αυλή, δύο και δύο, νοτικά και βόρεια, με τσιμέντο, πρέπει να επανέλθει στην αρχική της μορφή και ευτυχώς που η αντικατάσταση αυτή δεν προχώρησε σ’ όλη τη στέγη, πράγμα για το οποίο γνωρίζουμε υπήρξε σκέψη, αφού τότε το τσιμέντο το θεωρούσαν πανάκεια.
Πρέπει όμως να επισημανθεί με ευγνωμοσύνη ότι η αντικατάσταση της στέγης του ορόφου, έστω και με διαφορετικά κεραμίδια (γαλλικά), των πατωμάτων και κουφωμάτων εξωτερικών του ισογείου, έγινε προς την ορθή κατεύθυνση και συνέβαλε στη διατήρηση της μορφής του κτηρίου, της παραδοσιακής. Σ’ αυτό πρέπει να προστεθεί και η σωστή παρέμβαση-συντήρηση που έγινε τελευταία στα δάπεδα του ορόφου και στην εσωτερική σκάλα. Υπολείπεται να αποκατασταθούν τα εξωτερικά παράθυρα του ισογείου με ξύλινα, όπως ήταν αρχικά.
Ευτυχώς που οι επιβλητικές αίθουσες και οι εξαιρετικά καλαίσθητοι χώροι του, μέσα στους οποίους για δεκαετίες γενιές μαθητών έχουν γράψει τη δική τους ιστορία, παρέμειναν αναλλοίωτοι, πλην μιας μικρής παρέμβασης που έγινε από τους Γερμανούς, στο διάστημα της Κατοχής, στην αριστερά της κεντρικής εισόδου αίθουσα με το άνοιγμα εσωτερικής πόρτας προς την παρακείμενη αίθουσα.
Το ότι η αισθητική του Διδακτηρίου δεν άλλαξε ουσιαστικά για 100 χρόνια, τούτο οφείλεται κυρίως στους άξιους εκπαιδευτικούς που το διοίκησαν κατά καιρούς, οι οποίοι κατά κανόνα ευτυχώς υπήρξαν Αρχανιώτες και γι’ αυτό το σεβάστηκαν και έτσι η ιστορία του παρέμεινε ζωντανή.
Υπήρχε αναγκαιότητα ανέγερσης ενός τέτοιου σχολείου;
Για να απαντήσει κανένας στο παραπάνω ερώτημα, πρέπει να ανατρέξει σε έγγραφο του Νομαρχιακού Επιθεωρητή των Δημοτικών Σχολείων Ηρακλείου, το έτος 1899, προς το Γενικό Επιθεωρητή Δημοσίας Εκπ/σης Κρήτης,33 όπου αναγράφεται ότι το τότε τριτάξιο (τριθέσιο) σχολείο Αρχανών έχει εγγράψει 207 άρρενες μαθητές και ότι υπολείπονται ακόμη να εγγραφούν άλλοι 43 από τους υπόχρεους (Α7 τάξη 101, Β’ 46, Γ’ 36, Δ’ 24) και ζητείται η προαγωγή του σε τετρατάξιο (τετραθέσιο) με σκοπό, βραδύτερον, να διαιρεθεί η Α’ τάξη σε δύο τμήματα* και επειδή δεν υπάρχει ο κατάλληλος χώρος, η κοινότητα υποσχέθηκε να εξεύρει το κατάλληλο οίκημα. Το έγγραφο αυτό υπογράφει ο Νομαρχιακός Επιθ/τής Ε. Παντελάκης.34
Μετά από λίγες μέρες ο τότε Δ/ντής του εν λόγω σχολείου Εμμανουήλ Σημαντήρας, με έγγραφό του 35 πάλι προς την Ανωτέρα Δ/νση Δημόσιας Εκπαίδευσης και Θρησκευμάτων της Κρητικής Πολιτείας στα Χανιά, υποβάλει συνημμένο κατάλογο όπου περιγράφονται τα διδακτικά όργανα και σκεύη του σχολείου αλλά, και το σπουδαιότερο, περιγράφει λεπτομερώς το υφιστάμενο σχολείο ως εξής: «Το ενταύθα Διδακτήριον, κτήμα της Κοινότατος, αποτελείται μεν από δύο αίθουσας διατηρημένας σχετικώς εν καλή καταστάσει, αυλήν στενόχωρον αναλόγως του αριθμού των μαθητών, κείται δε εις το στενότερον μέρος της κωμοπόλεως^6 εις θέσιν λίαν υγράν και δυσήλιον και επομένως ήκιστα κατάλληλον διά τον προορισμόν του. Περαιτέρω εις απόστασιν 30 μέτρων υπάρχει τρίτη αίθουσα ιδιωτική, νεόδμητος, μεμισθωμένη αντί 80 γροσίων (περίπου 15 δραχμές) κατά μήνα. Άπαντα δε τα όργανα και τα θρανία είναι παλαιά, ημιεφθαρμένα, δυσμεταχείριστα και δυσανάλογα της ηλικίας των μαθητών διαστάσεων».
Σε νέο έγγραφο του με αριθμ. πρωτ. 7, της ίδιας ημερομηνίας, γράφει ότι ο αριθμός των μαθητών ανήλθε σε 225, άρρενες πάντα, και επειδή το σχολείο δεν τους χωρεί αδυνατούν οι δάσκαλοι να εργαστούν αποτελεσματικά. Το παλαιό αυτό Διδακτήριο δεν ήταν μόνο μικρό, αλλά και ετοιμόρροπο λόγω της παλαιότητάς του (είναι άγνωστο το αρχικό έτος κτίσης του και ποιος ο αρχικός προορισμός του. Υποθέτουμε ότι θα ήταν κτίσμα περιόδου Ενετοκρατίας, καθαρά εκκλησιαστικό, που εξυπηρετούσε τις ανάγκες της παρακείμενης εκκλησίας σε στέγαση ιερωμένων και σε αποθήκευση αγαθών.
Χαρακτηριστικό είναι το με αριθμ. 147/2-7-1912 έγγραφο του Δήμου Αρχανών προς την Ενοριακή Επιτροπεία της κωμόπολης, με το οποίο συναινεί στην επιδιόρθωση του ετοιμόρροπου τοίχου της Σχολής Αρρένων προς ΒΔ, για να ικανοποιηθεί έτσι και ο γείτονας Αγάπιος Ρεθεμιωτάκης που επισημαίνει, σε αίτηση του, ότι ο τοίχος αυτός εγκυμονεί κινδύνους για την οικία του.
Ύστερα απ’ αυτά συμπεραίνουμε ότι και μόνο οι ανάγκες του Αρρεναγωγείου τότε, επέβαλαν να αναγερθεί ένα νέο, μεγαλύτερο σχολείο, πολύ περισσότερο όταν στο νέο Διδακτήριο θα στεγαζόταν και το Παρθεναγωγείο, της ίδιας περίπου δυναμικότητας μαθητών, και στο μέλλον υπήρχε το ζητούμενο να ιδρυθεί στην κωμόπολη Ελληνικό Σχολείο.
Η αρχιτεκτονική του Διδακτηρίου
Το Διδακτήριο, όπως έχουμε αναφέρει, είναι εξολοκλήρου πετρόχτιστο. Οι πέτρες που χρησιμοποιήθηκαν βγήκαν από επιτόπια πετροκοπιά και από άλλα που βρίσκονταν εκεί κοντά αλλά και γύρω από την κωμόπολη. Τέτοια πετροκοπιά υπήρχαν στη θέση Ποροφάραγγο, λίγο βορειότερα του Σχολείου, στη θέση Πάνω Μύλος στο Μάγγανο, στις θέσεις Καμπάνες και Πετροκοπιά, που βρίσκονται στο λόφο ανατολικά των Αρχανών, στη θέση Κερατίδι, ΝΑ των Αρχανών, στη θέση Μαυρορήνης Κεφάλα, ανατολικά των Αρχανών, Νταμάρια, στο δρόμο Κ. Αρχάνες – Ηρακλείου κ.ά. Δόξα τω Θεώ, η Αρχανιώτικη λεκάνη είναι πλούσια σε πέτρες και μάλιστα καλές πέτρες. Χαρακτηριστικά για το θέμα αυτό αναφέρουμε ότι σε συμβόλαια των αρχών του 20ού αιώνα, διαβάζουμε ότι μερικοί Ηρακλειώτες αναθέτουν σε μαστόρους το στρώσιμο των αυλών των σπιτιών τους με «πέτρινες πλάκες Αρχανιώτικες». Επίσης γνωρίζουμε από την απογραφή του Μπαρότσι, του 1577, ότι υπήρχε στην Αρχανιώτικη λεκάνη ξεχωριστός οικισμός με το όνομα Πετρέα Αρχάνα, με 151 κατοίκους. Επί πλέον, στον κώδικα του Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου της Λατινικής Αρχιεπισκοπής Κρήτης (1598-1602) και στη σελ. 162, αναφέρεται οικισμός Αrcanes Ρetrea στη θέση της σημερινής κωμόπολης.
Στο χτίσιμο τώρα του Διδακτηρίου εργάστηκαν όλοι οι πετροκόποι, οι χτίστες και οι ξυλουργοί Αρχανιώτες, που δραστηριοποιούνταν στην κωμόπολη από το 1900 έως το 1927, που ολοκληρώθηκε το κτίσιμο.37 Ενδεικτικά αναφέρουμε μερικά τέτοια ονόματα:
Πετροκόποι: Ουσταμανωλάκης Γιάννης του Νικολ. (1849), Ουσταμανωλάκης Αντώνης του Ηλία (1865), Ουσταμανωλάκης Μανόλης του Νικολ. (1862), Ουσταμανωλάκης Σπύρος του Ηλία (1874), Ουσταμανωλάκης Ηρακλής του Ηλία (1876), Ουσταμανωλάκης Γεώργιος του Νικολ. (1860), Ουσταμανωλάκης Γεώργιος του Ηλία (1862), Ρεθεμιωτάκης Αγγελής (1884), Λειβαδιωτάκης Παναγιώτης (1901), Καλομοιράκης Μανόλης του Αντωνίου (1889) κ.ά.
Χτίστες: Αγογλωσσάκης Μιχαήλ (1866), Καλπαδάκης Ευάγγελος (1872), Κουνουγάκης Σπύρος (1830), Παχάκης Μανόλης (1876), Παχάκης Μιχάλης (1879), Παχάκης Νικόλ. του Εμμαν. ή «Δημογέροντας» (1870), Σπηλιωτάκης Ευάγγελος (1876), Τζωρτζακάκης Δημήτριος (1874),38 Τζωρτζακάκης Γεώργιος (1900), Φραγκουλάκης Γεώργιος (1864), Μαίσης Δημήτριος του Μιχαήλ (1863), και αργότερα ο Χοχλιδάκης Ιωάννης ή «Καδιανιός» (1899).
Ξυλουργοί: Αρχαβλάκης Δημήτριος (1865), Κονταξάκης Δημήτριος (1877), Ψαρόμανωλάκης Ηλίας (1878) κ.ά.
Το κτήριο είναι διόροφο με υπόγειο. Αρχικά όλη η στέγη ήταν από κεραμοσκεπή. Στη δεκαετία του 1950-60 αφαιρέθηκε η κεραμοσκεπή από τις δύο δυτικές αίθουσες και των δύο πτερύγων και τη θέση της πήρε ταράτσα. Είναι ευτύχημα που το κακό σταμάτησε μέχρι εκεί. Τώρα προέχει η επάνοδος της στέγης στην αρχική της μορφή.
«Ο κορμός και η στέγη ορίζονται με σαφήνεια. Οι κατόψεις του υπογείου και του ισογείου αναπτύσσονται σε σχήμα Π, ενώ ο όροφος καταλαμβάνει μόνο το μεσαίο τμήμα, τονίζοντας έτσι τον κατακόρυφο άξονα και προσδίδοντας μνημειακό χαρακτήρα στην αρχιτεκτονική σύνθεση. Το κτίσμα είναι περίβλεπτο.
Η ανατολική, κύρια όψη, έχει μορφολογηθεί με ιδιαίτερη προσοχή. Υπάρχει Κλιμάκωση των όγκων και των ανοιγμάτων προς τον κύριο κατακόρυφο άξονα συμμετρίας, που ορίζεται με σαφήνεια στο μέσον της αρχιτεκτονικής σύνθεσης. Το κεντρικό τμήμα της πρόσοψης, όπου διαμορφώνεται η κύρια είσοδος του κτίσματος, προβάλλεται προς τα έξω, ορίζεται με ψευδοπαραστάδες, έχει εξώστη με ενδιαφέρουσα σιδεριά και στέφεται με αετωματική απόληξη. Απλούστερη είναι η μορφολόγηση της Δυτικής όψης, η οποία ανοίγεται στη μεγάλη αυλή του σχολείου. Τα ανοίγματα είναι υψίκορμα με χαρακτηριστικά υπέρθυρα σε μορφή χαμηλωμένου τόξου. Ψευδοπαραστάδες επαναλαμβάνονται ρυθμικά στην κύρια αλλά και στις πλάγιες όψεις. Τα γείσα, τα επίκρανα και τα περιθυρώματα των μικρών ανοιγμάτων του υπογείου, είναι από λαξευτό πωρόλιθο. Το εσωτερικό του σχολείου είναι απλό, με άνετους φωτεινούς χώρους διδασκαλίας και ενδιαφέρουσα ξύλινη σκάλα ανόδου στον όροφο.
Το μέγεθος του κτηρίου, η μνημειακότητα της σύνθεσης, η ισορροπία των όγκων και η αίσθηση της αρμονίας που ενυπάρχει & αυτό, μαρτυρούν την σπουδαιότητά του και την σημασία που δόθηκε για την κάλυψη των κτηριακών αναγκών της εκπαίδευσης ενός πλούσιου και έντονα αναπτυσσόμενου ημιαστικού κέντρου».
Στη δεκαετία του 1960-70 επεχειρήθηκε μερικώς, ευτυχώς και πάλι, η αντικατάσταση των παλαιών φθαρμένων κουφωμάτων του κτηρίου με μέταλλο και γυαλί, για περισσότερη μονιμότητα στο χρόνο. Σήμερα γίνονται προσπάθειες να επανέλθουν στην αρχική ξύλινη μορφή τους. Ευτυχώς που η επέμβαση αυτή άφησε άθικτη την ανατολική κύρια όψη του κτηρίου.
Δεδομένου πλέον του μνημειακού χαρακτήρα του Διδακτηρίου, έρχεται το 1988 το Υπουργείο Πολιτισμού και το ανακηρύσσει ιστορικό διατηρητέο μνημείο, δικαιολογώντας ως εξής την εν λόγω απόφασή του. «Χαρακτηρίζουμε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και ως έργο τέχνης που χρειάζεται ειδική κρατική προστασία, σύμφωνα με το Ν. 1469/50 “περί προστασίας ειδικής κατηγορίας οικοδομημάτων και έργων τέχνης μεταγενεστέρων τον 1830”, το κτήριο του Διδακτηρίου στις Άνω Αρχάνες, νομού Ηράκλειου, γιατί αποτελεί δείγμα κτηρίου κατασκενασμένου με τα πρότυπα της νεοκλασικής αστικής Αρχιτεκτονικής, όπως αυτά εφαρμόστηκαν σε ένα πλούσιο επαρχιακό κέντρο και έχει συνδεθεί αναπόσπαστα με τις μνήμες των κατοίκων. Ο χαρακτηρισμός επεκτείνεται και στον προς Δυσμάς αύλειο χώρο,40 όπως επίσης και στην πρασιά που βρίσκεται μπροστά από την Ανατολική (κύρια) όψη του κτηρίου 41 Δεν συμπεριλαμβάνονται τα κτίσματα των χώρων υγιεινής και νηπιαγωγείον, τα οποία είναι νεότερα κτίσματα και μορφολογικά ασυμβίβαστα με το κυρίως κτήριο» 42-43
Τα υπόγεια καλύπτουν όλη την έκταση του ισογείου. Δυστυχώς όμως μόνο τα υπόγεια της βορεινής πτέρυγας και των δυτικών προεκτάσεων είναι κατάλληλα για χρήση. Αυτά στο παρελθόν νοικιάζονταν, για αποθήκες, σε ιδιώτες και απόφεραν κάποιο έσοδο στο σχολικό ταμείο.
Στο υπόγειο της ΒΔ προεξοχής έχει τοποθετηθεί χτιστή δεξαμενή πόσιμου νερού, για τις ανάγκες των μαθητών, χωρητικότητας 10 τόνων, που στοίχισε, το 1960 που κατασκευάστηκε, 12.000 δρχ. Ακριβώς στο απέναντι υπόγειο έχει διαμορφωθεί, από το 1983, κατάλληλος χώρος για το σχολικό κυλικείο. Δ/ντής τότε ο κύριος Νίκος Γ. Χριστινίδης.
Το ισόγειο έχει δύο κεντρικούς διαδρόμους με τέσσερις θύρες εισόδου και εξόδου, μια κεντρική προς τη λεωφόρο και τρεις προς την αυλή. Επίσης έξι (6) ευρύχωρες αίθουσες διδασκαλίας σε κάθε πτέρυγα, ικανές να στεγάσουν δύο πλήρη εξατάξια Δημοτικά Σχολεία. Ακριβώς δίπλα στο μικρό γραφείο είναι η ξύλινη σκάλα που οδηγεί στον όροφο. Κάτω απ’ αυτή, το 1978, κατασκευάστηκε μία σύγχρονη τουαλέτα για τους εκπαιδευτικούς και τους επισκέπτες των σχολείων. Δ/ντής τότε ο Κωνστ/νος Λαμπράκης.
Στον όροφο έχουμε δύο ισομεγέθεις αίθουσες διδασκαλίας, που η κάθε μία έχει εμβαδόν 64 τ.μ. Ανάμεσά τους είναι ένα ορθογώνιο δωμάτιο 40 τ.μ, που η ανατολική του θύρα οδηγεί στο μπαλκόνι του ορόφου, ακριβώς πάνω από την κεντρική είσοδο του κτηρίου. Αυτή η αίθουσα ήταν το γραφείο των καθηγητών.
Κατά μήκος όλων αυτών και προς Δυτικά, υπάρχει μία μεγάλη αίθουσα, η λεγάμενη αίθουσα εκδηλώσεων, διαστάσεων 8X15 μέτρα, στην οποία το 1958 τοποθετήθηκε, στο νότιο άκρο της, σκηνή για θεατρικές παραστάσεις, δαπάνης τότε 7500 δρχ.
Το 1947, με κρατική επιχορήγηση από την Επιτροπή Ανοικοδομήσεως, δόθησαν στις Σχολ. Εφορείες 40.000 δρχ, με τις οποίες έγινε η αντικατάσταση της ημικατεστραμμένης στέγης των 4 δωματίων και των δύο πτερύγων του ισογείου προς δυτικά με μπετόν αρμέ. Το 1955, με κρατική επιχορήγηση πάλι, δίνονται 60.000 δρχ, αλλά από άλλους πόρους, οπότε γίνεται η αντικατάσταση της ετοιμόρροπης κεντρικής στέγης με νέα ξύλινη, αλλά με τα λεγόμενα «γαλλικά» κεραμίδια, πράγμα που έρχεται σε αντίθεση με τα παραδοσιακά κεραμίδια των πτερύγων, συνολ. δαπάνης 100.000. Τη διαφορά κάλυψε το Σχολ. Ταμείο. Το δε 1957 έγινε γενική επισκευή κουφωμάτων, δαπάνης 7.600 δρχ.
Μέχρι το 1940 υπήρχαν δύο αποχωρητήρια έξω από το προαύλιο του σχολείου. Το έτος όμως αυτό και προς εξυπηρέτηση των Ιταλών αιχμαλώτων που είχαν στρατοπεδεύσει τότε στο Διδακτήριο, κατασκευάστηκε ένα πετρόχτιστο κτίσμα στο ΝΔ άκρο της αυλής, που χρησίμευε ως εστιατόριο τους. Επίσης τότε τοποθετήθηκαν βρύσες μέσα στην αυλή και ανεγείρονται στο βόρειο μέρος της δέκα (10) τουαλέτες, τις οποίες αργότερα οι Γερμανοί τις μεταρρύθμισαν για να γίνουν περισσότερο λειτουργικές. Το 1948 κατασκευάζονται ακόμη άλλα 4 αποχωρητήρια, συνέχεια των προηγουμένων, προς δυτικά, και το 1949 άλλα δύο ακόμη, δαπάνης και για τα έξι (6) 5.850 δρχ. Τέλος το 1951 κατασκευάστηκαν οι τρεις τσιμεντένιες σκάλες εξόδου προς την αυλή, σε αντικατάσταση των πέτρινων που ήταν στην ίδια θέση.
Όλες αυτές οι επισκευές και συμπληρώσεις, 1946-1951, έγιναν με σχεδιασμό και επίβλεψη των τότε Δ/ντών των Σχολείων, Δημητρίου Γιατίλη και Ελ. Παπαδάκη.
Ο Ιωάννης Νταφώτης στο νεοανεγειρόμενο Σχολείο
Το 1903 ο Ιωάννης Νταφώτης, ο ήρωας των Κρητικών Επαναστάσεων 1897-1898 και πρόμαχος των Αρχανών το 1897, έρχεται στην Αθήνα από την Αίγυπτο όπου διέμενε μετά το 1900. Εκεί παίρνει πρόσκληση και κατεβαίνει στο Ηράκλειο όπου, στις 2 Φεβρουάριου, δίνει διάλεξη στο Γυμναστικό Σύλλογο της πόλης με θέμα «Σκέψεις μου περί Πατρίδος». Τη διάλεξη παρακολούθησε πολύς κόσμος και πολλοί φίλοι του από τις Αρχάνες. Έμεινε δε στην Κρήτη μετά, περίπου δύο μήνες.44
Όταν έμαθε πως στη θέση, στις Αρχάνες, όπου γύμναζε τα παλικάρια του, ανεγείρεται σχολείο θέλησε να το επισκεφθεί. Έτσι το απομεσήμερο της 3ης Μαρτίου 1903, έφιππος σε ένα ψαρή άλογο, έρχεται στις Αρχάνες. Σταθμεύει για λίγο έξω στο υπό ανέγερση Διδακτήριο και εκφράζει το θαυμασμό του για το έργο που συντελείται εκεί. Στη συνέχεια πήγε στο σπίτι του αρχηγού της επανάστασης των Αρχανιωτών το 1897 Γεωργ. Καπετανάκη,45 όπου τον κέρασε ο καπετάνιος και μετά μαζί επισκέφτηκαν στο σπίτι της την καπετάνισσα Μαριγώ Καζαντζάκη-Λαμπράκη, όπου δείπνησε και διανυκτέρευσε.46
Την επομένη τους αποχαιρέτησε λέγοντας ότι πηγαίνει για τις Δαφνές. Φαίνεται όμως ότι έχασε το δρόμο και αντί να στραφεί προς Καρνάρι, βρέθηκε στον Ασώματο και μετά στη Μεγάλη Κεφάλα, προς το Βαθυπετριανό γκρεμό. Εκεί βρισκότανε οι Αρχανιώτες Μάρκος Δ. Τζαγκαράκης και Εμμ. Ντουράκης, οι οποίοι βλέποντας έναν άγνωστο να πλησιάζει τον γκρεμό, του φώναξαν να σταματήσει. Τον πλησιάζουν και τον αναγνώρισαν, τους είπε ότι έχασε το δρόμο και ο Μάρκος τότε του έδωσε το γιο του Χρόνη να τον οδηγήσει προς τη σωστή κατεύθυνση, που ήταν ο δρόμος προς το Κανλί-Καστέλι. Περάσανε μαζί του από του Μαρή τον Πόρο, στη θέση Κουτσουρολιά, όπου χαιρέτησαν το Γεώργιο Μπουνάκη, στον οποίο είπε ο Χρόνης ότι αυτός που συνοδεύει είναι ο Νταφώτης κι εκείνος χάρηκε. Ο Χρόνης, αφού τον πήγε προς τον Χαλαβριανό ποταμό, του έδειξε το πέρασμα και γύρισε πίσω. Ο Νταφώτης συνέχισε, πήγε στο Κανλί-Καστέλι, κάθισε σ’ ένα μαγαζί, έφαγε, τους είπε ότι είχε χάσει το δρόμο κι από εκεί η Στυλιανή Καρτσώνη προθυμοποιήθηκε να τον συνοδεύσει μέχρι το Δαφνιανό ποταμό από όπου κι έφυγε 47
Το περίεργο είναι ότι ο I. Νταφώτης, επιστρέφοντας στο Ηράκλειο, καταθέτει μήνυση στον εισαγγελέα για απόπειρα δολοφονίας εναντίον του στις Αρχάνες και θεωρεί ως υπόπτους όλους αυτούς που τον συνάντησαν και τον βοήθησαν να βρει τον προσανατολισμό του.
Η μήνυση διαβιβάζεται στον Ειρηνοδίκη Αρχανών, ο οποίος καλεί όλους που προαναφέρθηκαν και τους παίρνει κατάθεση. Όλοι κατάθεσαν ότι τέτοιο πράγμα δεν αντελήφθησαν. Το μόνο που κατέθεσε η Μαριγώ ήταν ότι ο Νταφώτης, φεύγοντας από το σπίτι της το πρωί της 4ης Μαρτίου, ήταν θυμωμένος. Αλλά τόσο ο Μάρκος Τζαγκαράκης, ο Εμμ. Ντουράκης, ο Γεώργ. Καπετανάκης, ο Μιχ. Κασσαβετάκης, όπου κλάδευε εκείνη την ημέρα αμπέλι του στον Ασώματο, όσο και ο Χή Γεώργιος Καζαντξάκης (Χατζή Φουρνάρης), που ήταν στο μετόχι του στην Ξερή Καρά, ο Γεώργιος Μπουνάκης, ο Ιωάννης Χρήστου Γενειατάκης, που ήταν εκείνη την ημέρα με τον Γεώργιο και Αντώνιο Μπουνάκη στου Μαρή τον Πόρο και είδαν τον Νταφώτη, κατέθεσαν ότι ούτε παίχθηκαν ούτε άκουσαν πυροβολισμούς.48
Όλες αυτές οι καταθέσεις διαβιβάστηκαν στον εισαγγελέα, ο οποίος παρά το ότι είχε μαζί του κι ένα κείμενο του Νταφώτη, σε έμμετρο και πεζό λόγο, με το οποίο περιφρονούσε τον κλήρο, τον ανώτατο άρχοντα και τον Μητροπολίτη γιατί, έγραφε, αναμειγνύονταν σε κομματικές διαμάχες, εν τούτοις δεν έδωσε συνέχεια στην υπόθεση η οποία μπήκε στο αρχείο. Η βασιμότητα των καταγγελιών του Νταφώτη δεν αποδείχτηκε και γεννάται το ερώτημα γιατί έγιναν αυτές οι καταγγελίες από μέρους του;49
Το προαύλιο του Σχολείου
Ο αύλειος χώρος του σχολείου, στη δυτική πλευρά του Διδακτηρίου, ήταν αρχικά μία πετρώδης ανώμαλη έκταση στο περισσότερο μέρος και στο υπόλοιπο χωμάτινη, περιφραγμένη μερικώς, που χρησίμευε να αυλίξονται οι μαθητές στα διαλείμματα των μαθημάτων τους.
Το 1948 επεχειρήθηκε, για πρώτη φορά, η περιτείχιση της από όλες τις πλευρές και συνέχεια του κτηρίου των μαγειρείων που είχαν χτίσει, το 1940-1941, οι Ιταλοί αιχμάλωτοι που απασχολούνταν τότε στις Αρχάνες. Η περιτείχιση αυτή έγινε σε αρκετό ύψος και μάλιστα πάνω απ’ αυτή τοποθετήθηκε αγκαθωτό τέλι, ώστε η είσοδος στο προαύλιο να ήταν αδύνατη στους πάντες. Ακολουθεί η ισοπέδωση του δαπέδου με σκυρόστρωση και αργότερα με τσιμεντόστρωση και τοποθετούνται δύο σιδερένιες θύρες, μία νότια και μία βόρεια. Το 1955, με τη λειτουργία εκεί των μαθητικών κατασκηνώσεων της Εκπ. Περιφέρειας Ηρακλείου, ολοκληρώνεται η τσιμεντόστρωση και στο υπερκείμενο ανατολικά επίπεδο της αυλής (σολέα) δημιουργούνται παρτέρια με λουλούδια και στήνεται βωμός και σημαιοστάτης, συνολικής δαπάνης 4500 δρχ. Όλα αυτά έγιναν για να διαμορφωθεί η αυλή σε γυμναστήριο, αν και αποδείχθηκε αργότερα ότι το τσιμέντο δεν ήταν το κατάλληλο υπόστρωμα. Το 1958-59 έχουμε στη ΒΔ πλευρά τη δημιουργία μικρού κηπαρίου, όπου φυτεύτηκαν εποχιακά φυτά, απαραίτητα για την εποπτική διδασκαλία των μαθητών, όπως το απαιτούσαν οι τότε παιδαγωγικές μέθοδοι, το οποίο αργότερα καταργήθηκε.
Με την επέκταση της αυλής προς το ΒΔ άκρο της, για την οποία κάναμε λόγο σε προηγούμενο κεφάλαιο, το 1985-86, η αυλή του σχολείου αποκτά συνολική έκταση γύρω στα 1500 τμ.
Από τον πρώτο χρόνο της κατασκευής του εσωτερικού δικτύου ύδρευσης των Αρχανών,50 που συμπίπτει σχεδόν με τον πρώτο χρόνο λειτουργίας στο Διδακτήριο όλων των σχολείων της κωμόπολης, τοποθετούνται δύο (2) κρουνοί πόσιμου νερού δίπλα στις δύο εισόδους της αυλής για την εξυπηρέτηση των μαθητών και της καθαριότητας των χώρων.
Στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο, που το Διδακτήριο μετατρέπεται σε στρατιωτικό νοσοκομείο,51 και με τον εκεί καταυλισμό των Ιταλών αιχμαλώτων, χτίζονται δύο σειρές γούρνες στο ΒΑ άκρο της αυλής, με ισάριθμες βρύσες, τσιμεντένιες* συγχρόνως επισκευάζονται και επεκτείνονται τα υπάρχοντα αφοδευτήρια στο βόρειο άκρο της. Οι μαθητές τότε είχαν διασκορπιστεί σε επιταγμένα σπίτια σε διάφορα σημεία των Αρχανών, όπου σε ανάλογες αίθουσες έκαναν μάθημα.
Μαθητικές κατασκηνώσεις στο Διδακτήριο
Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, είχαμε καταστρεπτικούς σεισμούς στα Ιόνια νησιά και στην περιοχή του Βόλου Μαγνησίας. Εκεί, σ’ αυτά τα μέρη, το κράτος συγκέντρωσε όλες τις σκηνές που διέθετε. Έτσι οι μαθητικές κατασκηνώσεις αναζητούσαν στεγασμένους χώρους κατάλληλους για να λειτουργήσουν. Αποτέλεσμα ήταν οι μαθητικές κατασκηνώσεις της εκπαιδευτικής Περιφέρειας Ηρακλείου να στεγαστούν και να λειτουργήσουν στο ευρύχωρο Διδακτήριο των Αρχανών, τα καλοκαίρια 1955,1956 και 1957.
Αρχηγός της κατασκήνωσης, το 1955, ο δάσκαλος Γεώργιος Μηλιαράς και τα επόμενα δύο άλλα χρόνια ο δάσκαλος Δημήτριος Στιβακτάκης. Επιθ/τής ο Δ. Παπαθανασίου.
Υπήρξε όμως πρόβλημα με την παροχή νερού σ’ αυτές, λόγω και της λειψυδρίας που μάστιζε τότε την κωμόπολη, ιδιαίτερα τους θερινούς μήνες. Έτσι ο Δήμος περιόρισε την παροχή του πόσιμου νερού στο σχολείο στις 5.000 οκ. το 24ωρο.
Η μη επάρκεια ποσίμου νερού ήταν και η αιτία διακοπής των κατασκηνώσεων στις Αρχάνες. Οι κατασκηνώσεις, το 1958, μετεφέρθησαν στο Κανλί Καστέλι, στο εκεί κτήριο του Δημοτικού Σχολείου. Τότε επιθ/τής ήταν ο Κωνστ/νος Αλιφιεράκης. Το 1955 υπηρέτησαν στις κατασκηνώσεις οι δάσκαλοι, από τις Αρχάνες, Μιχ. Ταχατάκης, Νίκος Γ. Χριστινίδης και Ειρήνη Ουσταγιαννάκη. Στο δε Κανλί Καστέλι, το 1958, υπηρέτησε και πάλι ο Νίκος Χριστινίδης. (Σχετικά με τα παραπάνω βλ. απόφ. Δημοτ. Συμβουλίου 57/23-6-1957).
Το παραπάνω κείμενο είναι από το βιβλίο του κυρίου Νίκου Γ. Χριστινίδη: Το πετρόχτιστο Διδακτήριο Αρχανών. Τον οποίο και ευχαριστούμε θερμά. Οι παρακάτω δύο παλαιές φωτογραφίες προέρχονται από το ίδιο βιβλίο.