ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΕΣ ΣΤΗ ΔΩΡΙΚΗ ΚΡΗΤΗ
Κρήτες συγγραφείς
Το αυστηρό και κλειστό πολίτευμα της δωρικής Κρήτης κρατούσε τους πολίτες μακριά από τις πνευματικές και καλλιτεχνικές δραστηριότητες των άλλων Ελλήνων. Η συντηρητικότητα αυτή είναι η κύρια αιτία της λογοτεχνικής πενίας της Κρήτης κατά τους δωρικούς χρόνους. Στους Νόμους του Πλάτωνος ο Κρητικός Κλεινίας ομολογεί: «ον γάρ σφοδρά χρώμεθα οι Κρήτες τοϊς ξενικοϊς ποιήμασιν)> (Νόμ. Γ 680 ο). Στην αρχαία γραμματειακή παράδοση αναφέρονται ελάχιστα ονόματα Κρητών με ευρύτερη φήμη και αναγνώριση.
Σοφός μάντης και καθαρτής με μεγάλη φήμη ήταν ο Επιμενίδης από την Κνωσό (ή τη Γόρτυνα), ένα πρόσωπο που χάνεται μέσα στην ομίχλη του ιστορικού παρελθόντος της Κρήτης. Έγινε διάσημος, όταν το 612 κλήθηκε από τους Αθηναίους να καθάρει την πόλη από το Κυλώνειον άγος. Οι αρχαίες πηγές τον κατατάσσουν στους επτά σοφούς της αρχαίας Ελλάδας και τον θεωρούν σύγχρονο του Σόλωνα και προσωπικό φίλο του. Η ζωή του συνδέθηκε με μυστηριώδεις και ανεξήγητους μύθους, όπως είναι ο μακρότατος ύπνος του σε σπήλαιο της Γόρτυνας ή η επινόηση μυστικής τροφής («έπιμενίδειος αλιμος»), που καταπολεμούσε την πείνα. Στον Επιμενίδη αποδίδεται επίσης η οργάνωση των θρησκευτικών πραγμάτων και των εορτών στην Κρήτη, γι αυτό και μετά το θάνατό του τον λάτρευαν οι Κρήτες ως θεό. Ο γνωστός στίχος, που αναφέρεται στο ήθος των αρχαίων Κρητών και που τον επικαλείται ο Απόστολος Παύλος στην Προς Τίτον επιστολή του (1.12) «Κρήτες άεΐ ψεϋσται, κακά θηρία, γαστέρες άργαί», αποδίδεται στον Επιμενίδη.
Στα μέσα του 7ου αιώνα έζησε και έδρασε ένας μεγάλος μελωδός και ποιητής, ο Θαλήτας ο Γορτύνιος. Η αρχαία παράδοση τον αναφέρει ως δάσκαλο του Λυκούργου της Σπάρτης. Ποιητής και μουσικός ο Θαλήτας εισήγαγε, σύμφωνα με τις αρχαίες παραδόσεις, στη Σπάρτη την αυλωδική μουσική, τις γυμνοπαιδιές, τους παιάνες, και τα υπορχήματα. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Στράβωνα, ο Θαλήτας είχε επινοήσει ένα ιδιαίτερο είδος ορχηστικής ποίησης, τους «Κρητικούς ρυθμούς».
Σε ορισμένους από τους καταλόγους των επτά σοφών της αρχαίας Ελλάδας αναφέρεται ο Μύσων ο Χηνεύς, από τη Σητεία της Κρήτης. Ο Διογένης ο Λαέρτιος, στηριζόμενος στις πληροφορίες του Σωσικράτη, γράφει για τον Μύσωνα «από μέν πατρός 9Ητεϊον είναι, από δε μητρός Χηνέα. Ενθύφρων δ9 ό Ήρακλείδον του Ποντικού, Κρητά φησιν είναι. 9Ητείαν γάρ πόλιν είναι Κρήτης)).
Από την Απολλωνία της Κρήτης καταγόταν ο Διογένης ο Απολλωνιάτης, φιλόσοφος προσωκρατικός, σύγχρονος του Αναξαγόρα και μαθητής του Αναξιμένη. Τις θεωρίες του ανέπτυσσε σε ένα σύγγραμμά του «Περϊ φυσεως», από το οποίο ελάχιστα αποσπάσματα σώθηκαν. Βασική αρχή του κόσμου θεωρούσε, όπως και ο δάσκαλός του, τον αέρα, από τις μεταβολές του οποίου προκύπτουν τα πάντα : «έδόκει αντω τάδε* στοιχεϊον είναι τον αέρα9 κόσμους απείρους· και κενον Άπειρον τον τε αέρα πυκνούμενον και άραιούμενον γεννητικόν είναι του κόσμου». Σύμφωνα με μια πληροφορία του Διογένη του Λαερτίου, ο Διογένης ο Απολλωνιάτης κατηγορήθηκε για ασέβεια στην Αθήνα, μετά το 405 π.Χ.
Αξιόλογος επικός ποιητής του 3ου αιώνα π.Χ. ήταν ο Ριανός από την πόλη Βήνη κοντά στη Γόρτυνα (Βηναίος) ή, σύμφωνα με άλλη παράδοση, από την πόλη Κεραία της Δυτικής Κρήτης (Κεραΐτης). Στην ιστορία του Ομηρικού ζητήματος αναφέρεται ως εκδότης των ομηρικών επών. Ως επικός ποιητής συνέθεσε μακρότατο έπος, με τον τίτλο «Ηράκλεια» ή «Ηράκλειός», σε 14 βιβλία, με θέμα τους άθλους του Ηρακλή. Στα «Μεσσηνιακά» του μετέφερε σε στίχους την ιστορία του δεύτερου Μεσσηνιακού πολέμου. Άλλα έργα του, που ευρύτατα τα χρησιμοποίησε αργότερα ο Παυσανίας, ήταν τα «9Αχαϊκά», τα «9Ηλιακά», τα «Θεσσαλικά», καθώς και ένα περίεργο σύνθεμα, τιτλοφορούμενο «Φήμη». Στην Παλατινή Ανθολογία βρίσκονται επίσης 10 ερωτικά επιγράμματα με το όνομά του. Από το τεράστιο σε έκταση έργο του, που επαινείται από τους γραμματολόγους, σώθηκαν μόλις 44 στίχοι και λίγα τοπωνύμια στο λεξικό του Στεφάνου του Βυζαντίου.
Από την πόλη Μαρώνεια της Κρήτης πιθανότατα (και όχι από την ομώνυμη πόλη της Θράκης) κατάγεται ένας άλλος ιδιόρρυθμος ποιητής, ο Σωτάδης ο Μαρωνείτης, που τοποθετείται στην εποχή του Πτολεμαίου Β’ του Φιλαδέλφου (πρώτο μισό του 3ου αιώνα π.Χ.). Έγραψε ποιήματα άσεμνα και αναιδή, με αχαλίνωτη βωμολοχία και σκληρή σατιρική διάθεση. Θεωρείται έτσι ο αρχηγός των αρχαίων κιναιδολόγων ή κιναιδογράφων. Χρησιμοποίησε επίσης δικό του μέτρο, το «σωτάδειον». Σε ένα από τα ποιήματά του καταφέρεται με χαρακτηριστική τόλμη κατά του Πτολεμαίου Β’ του Φιλαδέλφου, για τον ανόσιο γάμο του με την αδελφή του την Αρσινόη. Η άκαιρη αυτή τόλμη του τον οδήγησε σε φρικτό θάνατο. Όπως αφηγείται ο Αθήναιος (XIV, 621 α – 6) : ((Πάτροκλος ο του Πτολεμαίον στρατηγός εν Καύνω τη νήσω λαβών αυτόν (τον Σωτάδη) καί είς μολυβην κεραμίδα εμβολών καί άναγαγών είς το πέλαγος κατεπόντωσε».
Ένα δείγμα της μορφής που θα είχε η λυρική ποίηση στη δωρική Κρήτη μάς παρέχει το «σκάλων» του Υβρία, για το οποίο έγινε ήδη λόγος παραπάνω. Ίσως πρέπει να το χρονολογήσουμε στον 3ο αιώνα π.Χ., στηριζόμενοι κυρίως στην εξελιγμένη και απλουστευμένη μορφή της δωρικής διαλέκτου, στην οποία είναι γραμμένο.
Ο Παυσανίας, τέλος, αναφέρει τον Ιοφώντα τον Κνώσιο (Αττικά 34.4), εξηγητή χρησμών σε στίχους εξαμέτρους στο ιερό του Αμφιαράου, στον Ωρωπό.
Στον Ιο αιώνα π.Χ. έζησε στην Αλεξάνδρεια ο σκεπτικός φιλόσοφος Αινησίδημος ο Κνώσιος. Θεωρείται ανανεωτής της αρχαίας σκεπτικής φιλοσοφίας του Πύρρωνος και αρχηγός της νέας σκεπτικής σχολής. Από τα έργα του <Πυρρωνείων λόγων βιβλία οκτώ», ((Υποτυπώσεις εις τα πυρρώνεια», ((Κατά σοφίας», ((Περί ζητήσεως», ((Πρώτη εισαγωγή», σώθηκαν αρκετά αποσπάσματα.
Οι τέχνες
Οι περισσότεροι Κρήτες καλλιτέχνες της αρχαϊκής, κλασσικής και ελληνιστικής περιόδου, γλύπτες κυρίως και αρχιτέκτονες, έζησαν και εργάστηκαν έξω από την Κρήτη, όπου ασφαλώς έβρισκαν καλύτερες συνθήκες ζωής. Ο Παυσανίας αναφέρει τον Αριστοκλή από την Κυδωνία (τέλη του 6ου αιώνα), διάσημο χαλκουργό. Ένα έργο του, που παρίστανε τον ήρωα Ηρακλή στη μάχη του με την Αμαζόνα Ιππολύτη, είχε στηθεί στην Ολυμπία, αφιέρωμα του Ευαγόρα από τη Ζάγκλη της Σικελίας. Άλλος διάσημος γλύπτης, σύγχρονος του Αριστοκλή, ήταν ο Χειρίσοφος. Ο Παυσανίας είδε στην Τεγέα ένα μεγάλο άγαλμα του Απόλλωνα, έργο του Χειρίσοφου, καθώς και τον ανδριάντα τού ίδιου τού γλύπτη.
Περίφημος χαλκοπλάστης, σύγχρονος του Φειδία, ήταν ο Κρησίλας από την Κυδωνία. Ο Πλίνιος μαρτυρεί ότι είδε τέσσερα έργα του, από τα οποία το ωραιότερο ήταν ένας ανδριάντας του Περικλή στημένος στην Ολυμπία.
Δύο άλλοι διάσημοι αρχιτέκτονες, ο Χερσίφρων ο Κνώσιος και ο γιος του Μεταγένης, ίδρυσαν κατά το πρώτο μισό του 6ου αιώνα π.Χ. τον ονομαστό ναό της Αρτέμιδος στην Έφεσο και συνέγραψαν μάλιστα και ιδιαίτερο σύγγραμμα για το ναό αυτόν, όπως παραδίδει ο Βιτρούβιος. Ο Σπ. Μαρινάτος διατύπωσε την άποψη ότι οι δύο αυτοί μεγάλοι αρχιτέκτονες, που εργάστηκαν στην καρδιά της μικρασιατικής Ιωνίας, ξαναγύρισαν στην Κρήτη, όπου μετέφεραν τον ιωνικό ρυθμό. Δύο βάθρα αετωμάτων, που βρέθηκαν στην Αμνισό, αποδίδονται στους δύο αυτούς καλλιτέχνες.
Ενδιαφέροντα μνημεία της περιόδου αυτής στην Κρήτη είναι το Ασκληπιείο της Λεβήνας, που ιδρύθηκε από τους Γορτυνίους τον 4ο αιώνα π.Χ. και εξελίχθηκε σε μεγάλο κέντρο λατρείας του Ασκληπιού, το Δελφίνιον της Κνωσού, προς τιμήν του Απόλλωνα, το Πύθιον της Γόρτυνας, για τον ίδιο θεό, ο ναός της Πολιάδος Αθηνάς στη Λύκτο κ.λπ.
Οι τελευταίες αρχαιολογικές έρευνες έφεραν στο φως σημαντικά στοιχεία των ελληνιστικών κυρίως χρόνων. Βρέθηκαν θαυμάσια διακοσμημένα μωσαϊκά δάπεδα, κυρίως στην περιοχή των Χανίων.
Οι πληροφορίες αντλήθηκαν από το βιβλίο του Θεοχάρη Δετοράκη, Η Ιστορία της Κρήτης.