Η Ελληνοτουρκική πραγματικότητα χωρίς ψευδαισθήσεις
Η ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΣ
ΧΩΡΙΣ ΨΕΥΔΑΙΣΘΗΣΕΙΣ.
ΕΊΝΑΙ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΉ Η ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΌΤΗΤΑ ΑΥΤΟΎ ΤΟΥ ΚΕΙΜΈΝΟΥ ΠΟΥ ΓΡΆΦΤΗΚΕ ΤΟ 1976
Είναι πολύ κακό, καί μπορεί κατά τις περιστάσεις ν’ άποβή καί ολέθριο, τό νά μή λέγεται σ’ έναν ώριμο λαό ή αλήθεια. Όλόκληρη ή αλήθεια, όσο σκληρή καί άν είναι. Ώστε νά μπορή καλύτερα ό λαός νά συνειδητοποιή τήν πραγματικότητα. Καί έτσι νά κινητοποιή όλα τά άποθέματα των ψυχικών του δυνάμεων, πού θά του επιτρέψουν τήν αποτελεσματικότερη άντιμετώπισι αυτής τής πραγματικότητος.
Ή προέχουσα λοιπόν σήμερα δυσάρεστη αλήθεια είναι ότι ό Ελληνισμός διατρέχει σοβαρωτάτους κινδύνους. Πολλαπλούς καί άπό πολλές πλευρές. Καί δεν πρόκειται έδώ ούτε περί των κινδύνων οί όποιοι προέρχονται άπό τή γενικότερη πολιτιστική κρίσι πού χαρακτηρίζει τήν έποχή μας, ούτε καί περί τών εύρυτέρων έκείνων οί όποιοι πηγάζουν άπό τήν διαπιστουμένη άδυναμία τής άνθρωπότητος νά προσαρμόζεται εύρυθμα στις ραγδαίες έξελίξεις πού προκύπτουν άπό τήν ίλιγγιώδη τεχνολογική άνάπτυξι, τήν οποία ενώ οί ίδιοι έπιζητούμε, αδυνατούμε έν τούτοις νά δαμάσουμε ός προς τις επιπτώσεις. ’Αλλά ούτε καν καί περί τών μερικωτέρων κινδύνων, έκείνων τούς οποίους ειδικότερα διατρέχει ό Ελληνισμός, έξ αιτίας ώρισμένων συγκεκριμένων διεργασιών καί συσχετισμών αμέσως άφορώντων αυτόν. Πρόκειται έδώ περί τού σοβαρωτάτου έξωθεν κινδύνου, άπό τον όποιον άπειλείται σήμερα αυτή αύτη ή ύπόστασις τής άνεξαρτήτου Ελληνικής Πολιτείας καί ή άκεραιότης τού έλευθέρου έλλαδικού καί κυπριακού χώρου.
Ό χώρος αυτός, άπό αιώνων υφιστάμενος τήν έκ βορρά δεινή σλαβική πίεσι, άντιμετωπίζει ήδη τό πρώτον καί στον νότον του ισχυρή σλαβική παρουσία, υπό τήν μορφή τής μονίμως πλέον έγκατασταθείσης στήν Μεσόγειο μεγάλης ρωσικής ναυτικής δυνάμεως. Τοιουτοτρόπως, περισφίγγεται πλέον άπό τούς Σλάβους τόσον έκ βορρά όσον καί έκ νότου ό χώρος όπου έχουν στριμωχθή καί έχουν γαντζωθή οί Έλληνες, καί στο έσωτερικό τού όποιου οί Σλάβοι άμετανόητοι αδυσώπητοι πάντοτε ίμπεριαλισταί διαθέτουν, έπί πλέον, καί έξηρτημένους πλήρως άπ’ αυτούς μαχητικούς πολιτικούς σχηματισμούς. Ταυτοχρόνως, οί μέν ευρύτερες έξωτερικές διασυνδέσεις τής χώρας εύρίσκονται, έκ διαφόρων αιτίων, σε κατάστασι κάποιας ρευστότητος καί άμφιλεγομένης διαύγειας, ένώ αβέβαιες τυγχάνουν καί οί μελλοντικές έξελίξεις στήν γείτονα Γιουγκοσλαβία, άλλά καί οί γενικότερες προοπτικές πού ύφίστανται άναφορικά μέ τόν δυτικοευρωπαϊκό χώρο. Έν τώ μέσω δέ αυτών τών δεδομένων, ή σύγχρονη έλληνική διπλωματία παρέχει διαρκώς αυξανόμενα έμπρακτα δείγματα τής θλιβερής της άνεπαρκείας. Κατά την ίδια όμως αύτήν ώρα καθίσταται όλονέν άπειλητικώτερη καί συνεχώς θρασύτερη ή νεοβαρβαρική τουρκική έπιβουλή. Είναι δέ ή έπιβουλή αυτή, πρέπει νά τό συνειδητοποιήσουμε, ολοκληρωτική.
Δέν διεκδικεϊ δηλ. απλώς ανύπαρκτα δικαιώματά του ό Τούρκος. ’Επιδιώκει συστηματικά τόν άφανισμό, τήν έξολόθρευσι της έλληνικής ύποστάσεως. Δέν έπιδέχεται έπομένως ή ύπόθεσις κανένα κατευνασμό, κανένα συμβιβασμό, κανέναν έξευμενισμό. Ούτως ή άλλως βεβαίως, άλλά καί έξ αύτής ταύτης τής φύσεώς της. Καί κάθε ύποχωρητικότης, κάθε συμβιβαστικότης δέν όδηγεί παρά μόνον σέ έπαύξησι τού θράσους καί σέ κραταίωσι τής τόλμης τού έπιτιθεμένου, ένώ σέ τίποτε άλλο δέν χρησιμεύει. Άν μάς άπέλιπε ή έθνική μνήμη καί παραβλέπουμε καί τήν ιστορική έμπειρία μας, δέν θά πρέπει νάχουμε λησμονήσει τουλάχιστον καί τό μάθημα τού Μονάχου ! “Ας τό ξαναπούμε. Δέν πρόκειται περί ληστού ευρισκομένου σέ άναζήτησι λαφύρων ή λύτρων. Πρόκειται περί ώρκισμένου θανάσιμου έχθρού καί έπιδιώκοντος μέ άπόλυτη συνέπεια τήν όλοκληρωτική έξόντωσι τού καθ’ ού στρέφεται. Καί έπομένως, μία καί μόνη ένδεδειγμένη συνταγή υπάρχει: Αύτή πού συνοψίζεται στο « πάσσαλος πασσάλω έκκρούεται». Ή μεθόδευσις, οί χειρισμοί, ή επιλογή τού χρόνου, καί όλα τά σχετικά, είναι άλλο ζήτημα. ’Αλλά ό τελικός σκοπός δέν είναι δυνατόν νά είναι πλέον άλλος, παρά ό άντιστρόφως ταυτόσημος μέ τόν έπιδιωκόμενον άπό τόν έπιτιθέμενον. Ή κατά τό δυνατόν δηλ. άπαξ διά παντός άπαλλαγή μας άπό τήν άπειλή πού αποτελεί ούτος.
Ό Τούρκος ό ίδιος είναι ό έπιβαλών τήν διαλεκτικήν αύτήν. Τήν ένεκαινίασε όταν, πρό 1000 περίπου έτών, σ’ αυτόν έδώ, τόν άπό 4000 έτών, ένθεν καί έκείθεν τού Αιγαίου μας, ίδικόν μας χώρον, τόν καθαγιασμένο μέ τό αίμα, τόν ιδρώτα καί τά δάκρυα, άλλά καί μέ τή δόξα άμέτρητων έλληνικών γενεών, πρωτοεπέδραμε, έκκινούσα άπό τά βάθη τών άσιατικών στεππών, ή τουρκική ορδή. Καί ήλθε άντιμέτωπη τού Ελληνισμού καί τού Πολιτισμού.
Έκτοτε, καί έπί δέκα συναπτούς αιώνες, ή σύγκρουσις μεταξύ τού βαρβάρου είσβολέως καί τού πολιτισμένου αύτόχθονος, συνεχίζεται άδιάκοπη, άνελέητη καί άδυσώπητη. Άπειρα είναι τά κεφάλαιά της. Καί ποιος είπε ότι ή τελευταία της πράξις παίχθηκε μέσα στις οίμωγές καί στις φλόγες τής ’Ιωνίας καί τοϋ Πόντου μας; “Ηδη άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο. Κι’ έχει ό καιρός γυρίσματα…
Έπέρασε λοιπόν από πολλές φάσεις καί προσέλαβε πλεΐστες όσες μορφές αυτή ή ακατασίγαστη άναμέτρησις. Σταθερά όμως καί μόνιμα προσδιοριστικά γνωρίσματά της υπήρξαν ή αναλλοίωτη πάντοτε κτηνωδία του βαρβάρου καί ή, έπίσης αναλλοίωτη άφ’ ής ένεφανίσθη, έπιδίωξίς του νά έξοντώση τον Ελληνισμό. Σύν τοις άλλοις, καί διότι ασφαλώς ή έκάστοτε, ανεξαρτήτως καθεστώτος, ήγεσία τών ’Οθωμανών, ανέκαθεν είχε καί έχει πλήρη συναίσθησι τής όργανικής αδυναμίας των νά συναγωνισθοϋν τον Ελληνισμόν έπί ισοις όροις, σέ όποιοδήποτε πεδίο άνθρωπίνης δράστηριότητος. Έξ οΰ καί τό άσβεστο μίσος τους για κάθε τι τό έλληνικό καί μόνη διέξοδός τους ή καταστροφή του. Καί είναι χαρακτηριστικό τό γεγονός ότι αυτή ή νοοτροπία έξακολουθει νά ύφίσταται άμετάβλητη καί σήμερα, παρ’ όλες τις έπελθοϋσες κοσμογονικές καί ραγδαίες έξελίξεις, μέ τις ριζικές άλλαγές πού σημειώνονται στή ζωή τής άνθρωπότητος καί τις μεταβολές στον συσχετισμό τών δυνάμεων πού διέπουν τις τύχες της.
Πάντως, αυτά τά τρομακτικά άλλά πραγματικά δεδομένα συνετέλεσαν άποφασιστικώς ώστε, κατά τήν διαδρομή τών αιώνων νά έχη άποκλεισθή έκ τών πραγμάτων ή δυνατότης τής έφαρμογής τής μιας, άσφαλώς δέ τής λογικωτέρας καί τής άποδοτικωτέρας έξ όλων τών, θεωρητικώς, προσφερομένων έναλλακτικών λύσεων τής ιστορικής συγκρούσεως. Τής λύσεως δηλ. τής συνισταμένης στήν ομόσπονδη, έλληνοτουρκική συμβίωσι μέ έπίκεντρο τό Αιγαίο. Κατ’ αύτόν τον τρόπον θά άποκαθίστατο άναίμακτα ή φυσιολογική γεωπολιτική καί οικονομική ισορροπία τοϋ χώρου, ήτις μερικώς είχεν ήδη ύλοποιηθή μέ τήν άπό 4000 έτών έγκατάστασι καί παρουσία τών Ελλήνων σ’ όλες τις χώρες πού περιβρέχονται άπό τό Αιγαίο, τό Ίόνιο καί τον Εϋξεινο. Θ’ άποκαθίστατο δηλ. ή ίδια οργανική ένότης τοϋ κατακερματισμένου σήμερα χώρου, τοϋ οποίου τήν ένοποίησι ώραματίσθησαν καί ό Ρήγας ό Βελεστινλής καί ό “Ιων Δραγούμης, όπως κατ’ έξοχήν τήν ένεσάρκωνε καί τήν κατέφασκε ή ύπερχιλιόχρονη Βυζαντινή μας Αύτοκρατορία.
Σήμερα, στήν έποχή τών άναποτρέπτων μεγάλων υπερεθνικών, άλλά καί πολυεθνικών πολιτειακών σχηματισμών καί γιγαντιαίων συνασπισμών, ή ύπαρξις τής ένότητος αύτής θά ήταν γιά όλους τούς ένδιαφερομένους απροσμέτρητα εύεργετική καί άνεκτίμητα χρήσιμη γιά όλόκληρη τήν άνθρωπότητα, Όπως υπήρξε άλλωστε καί τό Βυζάντιο εύλογία Θεού.
Οί Τούρκοι όμως άείποτε έπεζήτησαν, όπως έλέχθη, άντί γεωγραφικής συγκυριαρχίας και πολιτιστικής συνυπάρξεως, τήν έξολόθρευσι τής έθνικής καί πολιτιστικής μας όντότητος. Όπως άλλωστε καί όλων τών άλλων λαών, πού κατοικούσαν στις χώρες όπου εισέβαλαν μέ φωτιά καί σίδερο. Καί τήν έπεδίωξαν αυτή τήν έξολόθρευσι, είτε μέ συστηματική γενοκτονία, είτε μέ τό βίαιο έξισλαμισμό καί τόν έν συνεχεία έκτουρκισμό τών έλληνικών πληθυσμών (άλλα καί όλων τών λοιπών) μέ τις γνωστές προσφιλείς τους μεθόδους. Δηλ. τις ομαδικές έξοντώσεις, τις λεηλασίες καί τούς έξανδραποδισμούς, τούς βιασμούς καί τούς βασανισμούς, τις σφαγές καί τά παιδομαζώματα καί τις έρημώσεις τών περιοχών, μαζί μέ τήν ήθική καί τήν οικονομική έξαθλίωσι τών έναπομεινάντων κατοίκων τους. Ό δι’ αύτών τών θηριωδιών έπιδιωκόμενος βίαιος έκτουρκισμός, μέ τόν συνεπακόλουθο πάντοτε έκβαρβαρισμό, άπετέλεσε τήν παγία άνέκαθεν πολιτική τους καί τήν μοναδική έπιδίωξί τους. ’Απαρχή της έγινε μέ τή μακραίωνη διαδικασία άλλοιώσεως τής πληθυσμιακής φυσιογνωμίας τών προαιώνιων μικρασιατικών μας πατρίδων, ή πρώτη φάσις τής όποιας διήρκεσε πεντακόσια περίπου χρόνια, ύποβοηθουμένη άπό τούς περισπασμούς τής Ελληνικής Αύτοκρατορίας πού τούς έπροκαλούσαν οί ληστοπειρατικές έπιδρομές τών Φράγκων στις έλληνικές χώρες. Καί ή πιο πρόσφατη έφαρμογή τής πανομοιότυπης αύτής πολιτικής λαμβάνει αύτή τούτη τή στιγμή χώρα στήν κατεχομένη Κύπρο. Έκεϊ, άφού έμεις οί ίδιοι καταφέραμε νά τούς έπανεγκαταστήσωμε, ύστερα άπό 100 χρόνια, κατέληξε νά κρατούν ούσιαστικά όλόκληρο τό μαρτυρικό νησί μας όμηρό τους οί εισβολείς.
Τό γεγονός ότι οί Τούρκοι, παρ’ όλες τις φρικαλεότητές τους, δέν κατώρθωσαν τελικά, μετά τήν “Αλωσι, νά έξαφανίσουν τόν Ελληνισμό άπό τού προσώπου τής γής (κατώρθωσαν έν τούτοις νά τόν άποστερήσουν τού οικουμενικού του ρόλου καί νά τόν περιορίσουν σέ λίγα έκατομμύρια ψυχών, ένώ φυσιολογικά θά άριθμούσε σήμερα παραπάνω άπό τά 100), όφείλεται, ώς γνωστόν, πρωτίστως στήν Εκκλησία, πού κατώρθωσε μαζί μέ τήν Παιδεία, τήν Γλώσσα καί τις παραδόσεις τού Γένους πού διεφύλαξε, νά διασώση καί τήν αύτοσυνειδησία του. Φυσικά δέ καί στήν ζωτικότητα τού Γένους (πού κατά περιπτώσεις καθίστα τούς έκπροσώπους του άπαραιτήτους άκόμα καί στόν κατακτητή), άλλά καί στήν διασπορά του, όπου κατέφυγαν καί συνετηρήθησαν πολυτιμόματες δυνάμεις του. ’Οφείλεται όμως έπί πλέον καί στο συμπτωματικό γεγονός, ότι, κατά τήν έποχή τής δουλείας, ή τεχνολογία ευτυχώς δεν είχε ακόμα σημειώσει τόσες προόδους, ώστε νά καθίστατο έφικτή ή ολοκληρωτική γενοκτονία ! Τά άδούλωτα έλληνικά βουνά έμεναν άπρόσιτα στους βασιβουζούκους ! Τό ότι όμως ή ολοκληρωτική γενοκτονία τού Βυζαντινού Ελληνισμού δεν έπετεύχθη τότε, παρά τήν πάσα φιλότιμη προσπάθεια των ’Οθωμανών, δεν σημαίνει καθόλου, όπως άποδεικνύεται, ότι οί νεοκαννίβαλοι τής Άγκυρας δέν εξακολουθούν νά τήν έπιθυμούν καί όπου μπορούν νά τήν έφαρμόζουν.
Τά πρόσφατα γεγονότα δέν αποτελούν λοιπόν συμπτωματικές επιπτώσεις μιας όποιασδήποτε διαφοράς. Αποτελούν ένα άκόμα, τό πιο πρόσφατο, έπεισόδιο τής ΙΟΟΟχρονης άδιάπτωτης άναμετρήσεως. Καί μιά άκόμα συνεπή έκδήλωσι τής αδιάκοπης έπιθετικής πολιτικής τού τουρκικού μιλιταρισμού. Τά προβαλλόμενα σήμερα σαν άντικείμενα διενέξεως δέν είναι παρά προφάσεις καί προσχήματα. Αύριο θάναι άλλα. Καί μεθαύριο άλλα πάλι. Τά « μπαλώματα » έπομένως, άκόμα καί στά συγκεκριμένα θέματα, μακροπροθέσμως ούδέν έξυπηρετούν. Ούτε καν τήν μικροπολιτική κομματική σκοπιμότητα, μέ τήν οποία οί νεοέλληνες συχνά άντιμετωπίζουμε βασικά έθνικά μας προβλήματα, μετρώντας τήν ζωή τού Έθνους μέ τήν έφήμερη διάρκεια τής πολιτικής παρουσίας τών έκάστοτε κυβερνήσεων. Μοιραίως, άνάλογα μέ τόν «’Αττίλα» γεγονότα θά έξακολουθήσουν συνεχώς λαμβάνοντα άλληλοδιαδόχως χώρα. Είναι βήματα σταθερά στήν συνεπή έφαρμογή μιας προκαθωρισμένης, προαιώνιας πολιτικής, έπωφελουμένης έπιτυχέστατα ανέκαθεν από κάθε άποδυνάμωσι καί κάθε σφάλμα μας. Μέ άτεγκτη άποφασιστικότητα άκολουθεΐται ή πολιτική αυτή από τήν έξουσιάζουσα τήν Τουρκία κάστα τών ιμπεριαλιστών στρατοκρατών καί άπό τά πολιτικά τους ανδρείκελα. Οί άνθρωποι άλλωστε σέ στιγμές ειλικρίνειας ή έκμυστη ρεύσεων δέν τό κρύβουν. Μάλιστα τό διαλαλούν κομπάζοντας !
Έτσι, ή ύφαλοκρηπίς είναι πρόφασις καί συνέχεια τού έναερίου χώρου. Ό έναέριος χώρος συνέχεια τού Αιγαίου, καί αύτό συνέχεια τού «’Αττίλα ». Ό « Αττίλας » άποτελεϊ τήν συνεπή συνέχεια, άπό μακρού προπαρασκευαζομένην, τών φρικαλεοτήτων τής Κωνσταντινουπόλεως τού 1955. Τό άκατονόμαστο έκείνο όργιο (πού άφήκε ώς συνήθως άσυγκίνητους καί τήν πολιτισμένη Δύσι καί τήν Σοβιετική Ανατολή καί τόν βελάζοντα ΟΗΕ) ύπήρξε συνέχεια τού βίαιου άφελληνισμού τής Ίμβρου καί τής Τενέδου, καί αυτός ό, παρά πάσα διεθνή συνθήκη άφελληνισμός, συνέχεια τής άκατάπαυστης, κατά παράβασιν τών συνθηκών, διώξεως τού Οικουμενικού Πατριαρχείου καί τής Μεγάλης Εκκλησίας. Αυτές πάλι οι διώξεις, συνέχεια των άγριων διωγμών πού ύπέστησαν οί “Ελληνες τής Τουρκίας, τήν ώρα όπου ή έλληνική άλκή έγραφε τό βορειοηπειρωτικό έπος, μόλις οί νεοσουλτανικοί κυβερντες της βρήκαν τήν ευκαιρία πού τούς έδωσε ό Β’ Παγκόσμιος πόλεμος, κ.ο.κ. δίχως τέλος. Άπό τά πραγματικά λοιπόν γεγονότα πηγάζει ή φιλοσοφία του άναποτρέπτου τής έξελίξεως προς δυναμική έκκαθάρισι. Καί ή μόνιμη τουρκική έπιβουλή κατά τού Ελληνισμού αποτελεί ένα άπό τά άναμφισβήτητα σταθερά δεδομένα, τά συνθέτοντα τήν σύγχρονη έλληνική πραγματικότητα. Όποιος δέν τό άντιλαμβάνεται είναι ή άπίθανα άφελής ή κινείται άπό άδηλα έλατήρια.
Στήν παρούσα έξαρσι τής μακραίωνης συγκρούσεως έξώθησεν ό άσυμφιλίωτος, ό άμετανόητος καί άμετακίνητος έπιβουλεύς. Ό ίδιος έπέλεξε (γιά ίδικούς του ή καί άπό υποβολιμαίους λόγους), μέ τή φιλική άνοχή, αν όχι καί μέ τήν ύποκίνησι καί τών δύο ύπερδυνάμεων, καί τήν ώρα. Άναμφισβητήτως βέβαια ίδικά μας έγκληματικά σφάλματα καί άνοσιουργήματα έδωσαν όπως πάντοτε καί πάλι στόν ’Οθωμανό άξιολογώτατη βοήθεια καί πολύτιμες άναπάντεχες εύκαιρίες. Τούτο άνέκαθεν συμβαίνει άπό τήν πρώτη άρχή τής συγκρούσεως, έδώ καί 1000 χρόνια. Μήπως ή προδοσία δέν ήταν πού μετέτρεψε τού γενναίου πιστού έν Χριστω τώ Θεω βασιλέως Ρωμανού Δ’ Διογένη τήν μεγάλη νίκη στο Μάνζικερτ τό 1071 σέ άποφασιστική γιά τή μοίρα τού Έθνους καταστροφή; Κατά τήν διαδρομή τών 10 αυτών αιώνων ό βάνδαλος έμαθε νά μισή τά τεράστια προσόντα μας, άλλά καί νά έπωφελήται άριστοτεχνικά άπό τά έπίσης τεράστια έλαττώματα καί τις έγγενείς άσυγχώρητες άδυναμίες μας. Έμαθε δηλ. νά μάς γνωρίζη καλύτερα, άπό ό,τι έμείς έπιτρέπουμε στόν έαυτό μας τήν άπαραίτητη αύτή αύτογνωσία. Έτσι άκριβώς συνέβη καί πριν άπό μισόν αιώνα. Καί τότε πάλι, έξ αίτιας τών ίδικών μας τραγικών άθλιοτήτων καί άναξιοτήτων (ύποβοηθουμένων καί τότε άπό τήν αισχρή καί πάλι στάσι τών συμμάχων μας καί άπό τήν παροχή καί τότε τής άμέριστης καί άμεσης σοβιετικής ύποστηρίξεως στόν Κεμάλ, μέ τή πλήρη συμπαράστασι τοΰ «έλληνικού» κομμουνιστικού κόμματος), άπωλέσαμε, παρ’ όλο τόν ήρωισμό τών πολεμιστών μας, δυό φορές (δηλ. καί τό 1920 καί τό 1921), ευκαιρία μοναδική νά δώσουμε όριστική, δική μας λύσι στήν χιλιόχρονη ιστορική άναμέτρησι. Καί άντ’ αυτού, ύπέστημεν έθνική συμφορά, άσφαλώς μεγαλύτερη καί άπό έκείνη τής ‘Αλώσεως, άφού μέ τή βιβλική καταστροφή τού 1922 έτελεύτησε πράγματι τό Βυζάντιο, πού έως τότε ύπό πολλές έννοιες έπιζοΰσε άκόμα. Χαρακτηριστικές άλλωστε, μιά άπό τις άμεσες συνέπειες τής καταστροφής ήτο καί τό ν’ άπολέση ό Ελληνισμός, για πρώτη φορά άπό τής έμφανίσεώς του στο προσκήνιο τής Ιστορίας, θεμελιώδη γνωρίσματα τής οίκουμενικότητός του. Καί άπό τήν άλλη πλευρά, διαρκώς συρρικνούμενος, νά περιορισθή άσφυκτικά στόν ίερό, γαλάζιο καί άφρόλουστο βράχο μας, στόν όποιον άπολήγει ή Χερσόνησος τοϋ Αίμου. Ένώ έκ παραλλήλου προσλαμβάνει, παρά τήν οικονομική των άθλιότητα, όλονέν έπικινδυνωδέστερες έκτάσεις ή πληθυσμιακή αύξησις τών υποτελών τής Άγκύρας.
Μέ μακροχρόνιο σχεδίασμά, έπιτυχέστατους χειρισμούς, μέ θαυμαστή έκμετάλλευσι όλων τών άδυναμιών μας, όργανικών καί συμπτωματικών, καί μέ προγραμματισμό άψογο, προχωρεί άδυσώπητα ό Τούρκος στήν πραγματοποίησι τών κατά τοϋ Ελληνισμού ιμπεριαλιστικών σχεδίων του, βαδίζων άπό τό 1922 άπό έπιτυχία σέ έπιτυχία, ύποστηριζόμενος καί άπό τά πλέγματα διεθνών συμφερόντων, τά όποια έκάστοτε έξυπηρετεί. Ένώ άπό ίδικής της πλευράς ή πελιδνή διπλωματία μας θά έξακολουθήση, άν συνεχισθή ή ϊδια τακτική, νά καταθέτη τις άνώφελες διαμαρτυρίες καί τις κλαυθμηρίζουσες Ικεσίες της ύστερα άπό κάθε τετελεσμένο γεγονός. Καί έν συνεχεία θά έκλιπαρή τον ληστοσυμμορίτη άντίπαλο νά δεχθή διαπραγματεύσεις ! ’Αλλά καί αυτές άκόμα ό ίδιος τις διεξάγει μέ διπλωματία ίκανώτατη, διαθέτουσα αύτοκρατορική παράδοσι καί φαναριώτικες καταβολές καί ύπείκουσαν όχι στούς πολιτικούς τάχα κυβερνήτες, αλλά στούς πραγματικούς έξουσιαστάς τής τουρκικής πολιτείας. “Αν φυσικά σ’ αύτή τήν παμπόνηρη άδίστακτη συμμορία άντιπαρατάσσεται άπό δικής μας πλευράς μιά νοοτροπία ύπαλληλοκρατίας περιδεούς κρατιδίου, πού συγχέει τήν δουλοφροσύνη μέ τόν ρεαλισμό καί τήν ήττοπάθεια μέ τήν ευελιξία, καί έχει κύριο μέλημά της τό πώς θά παρουσιάζη καί θά δικαιολογή όλέθριες υποχωρήσεις καί τυχόν συμπεφωνημένες παραχωρήσεις, καλυπτόμενες άπό γελοίες θριαμβολογίες, είναι αύτονόητο τό άναπόφευκτο έπακόλουθο. Καί μόνο κέρδος άπό αύτό τό ξεπούλημα θά είναι ή εΐσπραξις εύσήμων καλής συμπεριφοράς άπό τόν ΟΗΕ καί τούς διαφημιζομένους παράδοξους ξένους φίλους. Όποια άλήθεια διαφορά άπό τήν νοοτροπία καί τό πνεύμα τού 1940!
“Ας μήν βαυκαλιζόμαστε λοιπόν μέ αύταπάτες καί άς μην έθελοτυφλοϋμε μπροστά στή στυγνή πραγματικότητα, όπως τήν μαρτυρούν οί τουρκικές έκδηλώσεις, τών οποίων είναι καιρός νά συλλάβουμε τό πραγματικό νόημα, αποκτώντας πλήρη έπίγνωση τής σοβαρότητος τής Απειλής. Αυτήν πού καλούνται μέ ρεαλισμό καί Αποφασιστικότητα, δίχως μεγαλοστομίες καί φανφαρονισμούς, ν’ Αντιμετωπίσουν σήμερα υπεύθυνα όλοι οί Έλληνες. Τόσον μέσω τής έλλαδικής Πολιτείας τους, όσο καί μέ όλο τό ήθικό καί υλικό δυναμικό τού Πανελληνίου.
Καί ήδη δέν έχουμε έπιλογή. Ή θά υποταγή καί θά έκλειψη ό έλεύθερος Ελληνισμός, ή θά άποφασίση, γιά νά μή συντριβή, νά συντρίψη τήν έπιβουλή, ύποβαλλόμενος σ’ όποιες τούτο άπαιτήση θυσίες. Διότι ένώ ή λογική, ή σωστική, όπως είπαμε, λύσις τής όμοσπόνδου συμβιώσεως αποκλείεται, υπαιτιότητι τού άμετανοήτου βαρβάρου, έξ ίσου άποκλείεται όπως άπεδείχθη καί ό παραμερισμός τής άναμετρήσεως, τον όποιον ηύχήθη καί έπεχείρησε ό Ελευθέριος Βενιζέλος, μέ καταστάλαξι στήν άπόφασι ειρηνικής μέ τούς ’Οθωμανούς συνυπάρξεώς μας μέσα στά στατικά πλαίσια των υφισταμένων πολιτικογεωγραφικών δομών. Καί τούτο διότι γιά τήν έντιμη ειρήνη δέν άρκεΐ προφανώς ή βούλησις τού ένός. ’Απαιτείται σύμπτωσις καλής διαθέσεως καί τών δύο μερών. Στή προκειμένη όμως περίπτωσι, είναι πασιφανές ότι ό από καταβολής κατακτητικός καί ληστρικός έπιδρομεύς είναι αποφασισμένος νά έξακολουθήση ασκών μέ απόλυτη συνέπεια καί συνέχεια τήν Ακατάπαυστη τουρκική ιμπεριαλιστική πολιτική, πού έχει γιά πρώτιστο στόχο της, βαδίζουσα έπάνω σέ προκαθωρισμένο σχέδιο, τήν έξόντωσι τού Ελληνισμού. Επομένως, είτε μάς αρέσει είτε όχι, γεγονός Αναπόδραστο τυγχάνει ότι πρακτικώς δύο μόνο δρόμοι έκκαθαρίσεως τής ιστορικής άναμετρήσεως έναπομένουν, ανεξαρτήτως τού μάκρους χρόνου πού θ’ άπαιτηθή γιά νά διανυθή είτε ό ένας είτε ό άλλος. Καί οί δρόμοι αυτοί, μακροπροθέσμως, είναι ή ή δική μας έξόντωσις άπό τούς έπί όλόκληρη χιλιετία άκαταπαύστως έπιβουλεις ή ή όριστική άπό έμάς έξουδετέρωσίς τους. Καί ή άπαλλαγή τής άνθρωπότητος άπό τήν άθεράπευτη μάστιγα πού Αποτελούν. Καί είναι βέβαιο ότι σήμερα Ακόμα είναι σέ θέσι ό Ελληνισμός νά Αντιμετώπιση τήν πραγματικότητα ταύτην έπιτυχώς καί Αποτελεσματικώς. Αυτό, ένόσω Ακόμα είναι καιρός. ’Ασφαλώς δέ δέν θά στενοχωρηθούν γι’ αύτό ούτε οί Κούρδοι καί οί Σύροι, ούτε οί ’Αρμένιοι, ούτε οί ’Αλβανοί, ούτε καί άλλα πολλά θύματα τής τουρκικής κτηνωδίας, μεταξύ τών όποιων καί οί ίδιοι οί Τουρκοκύπριοι. Πιθανώς δέ ν’ άπεδεικνύετο τελικά ή συντριβή τού νεοσουλτανικού τουρκικού κράτους αληθινή ευεργεσία καί γιά τό καταδυναστευόμενο πλήθος των είσέτι κατά 80% άναλφαβήτων κατοίκων τής Μ. ’Ασίας. Έκ τών όποιων στήν πραγματικότητα, όλίγοι είναι άληθινοί Τούρκοι και αύτών άκόμα έλάχιστα έβελτιώθηκε έως τώρα ή μοίρα μέ τις έπιδερμικές κεμαλικές μεταρρυθμίσεις.
’Ασφαλέστατα, ή διαδικασία τής έκκαθαρίσεως είναι άλλο ξεχωριστό θέμα. Είναι πολυδιάστατη καί πολύπτυχη καί μέ πλεϊστες προεκτάσεις, σέ συνάρτησι μέ τά δεδομένα καί τής τουρκικής πραγματικότητος. Τά δεδομένα αύτά έπιδέχονται εύρύτερη έκμετάλλευσι άν γίνουν οι σωστοί χειρισμοί καί έπιδειχθή ή άνάλογη ίκανότης. Γιατί μόνο αύτοί νά έπωφελοϋνται άπό τις άδυναμίες μας καί όχι καί έμείς άπό τις δικές τους;
Κατ’ άντίστροφο ταυτόχρονα λόγο διαγράφεται έκ παραλλήλου έπιτακτική ή άνάγκη δραστικής άπό μέρους μας έπαγρυπνήσεως, ώστε νά προληφθοϋν οί δυσμενείς γιά μάς έπιπτώσεις πού άσφαλέστατα θά προκύψουν άπό μιάν ένδεχομένη άποτελεσματική σύζευξι τού τουρκικού ήγεμονικού έπεκτατισμού μαζί μέ τήν πολύπλευρη ίσραηλινή άξιωσύνη καί τό ιρανικό (περσικό) πλουτοπαραγωγικό δυναμικό. Μιά τέτοια σύζευξις θά διεμόρφωνε έντελώς νέα εις βάρος μας κατάστασι στόν γειτονικό μας χώρο. Είναι αύτόδηλο πώς ή πολύμορφη καί όλωσδιόλου άνεδαφική άποξένωσίς μας άπό τούς δυτικούς έμπνευστάς μιας κυοφορουμένης παρόμοιας έξελίξεως, διευκολύνουσα τά ιμπεριαλιστικά τουρκικά σχέδια, δέν θά ήταν καθόλου έξυπηρετική τακτική καί θά ώδηγοΰσε καί έν προκειμένω σέ άδιέξοδο τών μακροπροθέσμων συμφερόντων μας.
Μέχρι πραγματοποιήσεως πάντως τής καθ’ οίονδήποτε τρόπο έκκαθαρίσεως, ή άπειλή θά έπικρέμαται διαρκώς έπί τής χώρας μας. Καί ή πρόσφατη έπίτασίς της πρέπει νά καταλάβουμε ότι έφεξής θ’ άποτελή γιά πολλά χρόνια μόνιμο συστατικό στοιχείο τής έθνικής ζωής μας. Καί παράγοντα βαρύνοντα όχι μόνον στήν γενικώτερη έξέλιξι τής ιστορικής μοίρας τού Ελληνισμού, άλλά μέ βαρειές έπιπτώσεις καί έπάνω σ’ όλα τά καθημερινά προβλήματα, μέ όσα τούτο συνεπάγεται σέ σοβαρές περιπλοκές, σέ σημαντικώτατες δυσκολίες καί σέ μεγάλες θυσίες. Τό γεγονός τούτο πρέπει νά γίνη καθολική συνείδησις τού έθνικού συνόλου. Καί όλοι νά συνειδητοποιήσουμε ότι θά χρειασθή νά έντείνουμε στό έπακρο μέ βαθύτατη έθνική πίστι καί άμείωτη άγωνιστικότητα κάθε μας έπίδοσι σάν άτομα καί σάν σύνολο. Καί μέ ύπευθυνότητα καί σχεδιασμό νά έπιστρατεύσουμε όλες τις ήθικές καί τις πνευματικές, τις οικονομικές καί τις τεχνικές, τις γνωσιολογικές καί τις παραγωγικές δυνάμεις καί ικανότητες του Έθνους, έξαντλώντες μέ σταθερή, ήρεμη άποφα- σιστικότητα πάσα δυνατότητα καί άναπτύσσοντες πάσα πηγή ισχύος.
Δεν πρέπει επίσης νά λησμονήται ότι σ’ όλα τα μεγάλα ιστορικά εγχειρήματα, ή όρθή έκτίμησις τής καταλληλότητος του χρόνου του έπιλεγομένου γιά τήν κάθε ένδεδειγμένη ενέργεια ασκεί αποφασιστική έπίδρασι έπί τής έκβάσεώς της.
Δύσκολοι καιροί μάς αναμένουν. Πολύ δύσκολοι. Μπροστά τους κατ’ ανάγκην θά χρειασθή μακροχρόνια έπιστράτευσις όλης τής βιολογικής ικμάδας καί προγονικής αρετής μας. Αυτή άλλωστε ή προ- βλεπομένη μακρά διάρκεια θά άποτελέση καί τήν μεγάλη δοκιμασία τής άξιωσύνης του συγχρόνου Ελληνισμού, ώς άδιασπάστου συνόλου. Σέ τούτο δέ έγκειται καί ή μεγάλη δυσκολία. Διότι, ένώ μέ κατάλληλη ήγεσία, σέ στιγμές έξάρσεως γινόμεθα απαράμιλλοι, ή συνέχεια τής προσπάθειας μάς φαίνεται κοπιώδης καί έπίπονος. Δυστυχώς όμως αυτό τό μακροχρόνιον έμφανίζεται σήμερα σάν τό άπαραιτήτως καταβλητέο τίμημα γιά τήν έπιβίωσί μας. Άφ’ έτέρου, οί θυσίες πού θ’ απαιτηθούν θά είναι μέγιστες. Ό Τούρκος μόνο τήν ένοπλο ισχύ σέβεται. Καί τήν σαφή άπόφασι χρησιμοποιήσεώςτης, γιά νά μή καταστή αναπότρεπτη ή προσφυγή σ’ αύτήν, σάν μόνη εναλλακτική λύσις μιάς τελικής άνευ όρων παραδόσεως. Χρειαζό- μεθα λοιπόν άναρίθμητα όπλα. Άλλ’ αυτά τά ορίζουν χέρια, καί τά χέρια τά εμπνέει ή ψυχή. Επομένως, μαζί μέ τον υλικό απαιτείται έξ ίσου καί ό ήθικός εξοπλισμός καί ή συσπείρωσις γύρω άπό μή αμφιλεγόμενα σύμβολα τής έθνικής όντότητος. Ή οικονομική άφ’ έτέρου εύρωστία καί άρα ή εις τό έπακρο άνάπτυξις όλων των παραγωγικών μας δυνάμεων είναι έξ ίσου έπιτακτική άνάγκη. Έπί πλέον, χρειαζόμεθα καί φίλους αποτελεσματικούς, έκείνους πού προκύπτουν άπό τήν διεθνή πραγματικότητα καί όχι άπό δικές μας φαντασιώσεις. Δέν άρκεί νά ψελλίζουμε ότι άνήκουμε στήν Δύσι. ’Οφείλουμε νά τό μεταφράζουμε σέ συνεχή πράξι, έχοντας διαρκή έπίγνωσι τούτου.
Ταύτα πάντα άπαιτούν εύρος ψυχής καί πάθος έθνικό, χωρίς μεγα- λορρημοσύνες. Πείσμα άνυποχώρητο χωρίς άνεδαφικότητες καί αυταρέσκειες. Ένώ όμως άπό ώρισμένες πλευρές ό τόπος παρουσιάζεται διαθέτων ηύξημένη ισχύ καί ικανότητα, άπό άλλες απόψεις, — φύσεως ήθικοπνευματικής κυρίως — έμφανιζόμεθα, σάν έθνικό σύνολο, πολύ περισσότερο αδύναμοι άπό ό,τι υπήρξαμε σ’ άλλες κρίσιμες περιστάσεις. Έχουμε ύποστή τήν μεγάλη φθορά τών καιρών, τήν έπιφέρουσα άποδυνάμωσι τού φρονήματος, τής ευψυχίας καί τής λεβεντιάς μας. Και συνάμα μιάν πολύ γενικότερη διάβρωσι, στήν όποια πλείστα όσα καί πολλές κατεργασίες, ή μνεία τών όποιων δέν είναι τοϋ παρόντος, συνετέλεσαν καί συστηματικά συνεργούν. Κατ’ αυτής τής προϊούσης άποσυνθέσεως καί τής ύπονομεύσεως πού συστηματικά έπιχειρείται άπό ώρισμένες πλευρές, είναι έπιτακτική, ζωτική ή άνάγκη ν’ άντιδράσουμε ένεργά καί νά άμυνθοϋμε άποφασιστικά. Σέ τέτοιες ώρες ό όποιοσδήποτε πεμπτοφαλαγγιτισμός όποιασδήποτε άποχρώσεως είναι όλότελα άπαράδεκτος.
Έξ άλλου άν δέν καταδεικνύουμε μέ πάσα τόλμη καί σαφήνεια, τό γεγονός ότι, έν μέσω πολυδιαστάτων διεθνών συγκυριών, εύρισκόμεθα σέ μιά κρισιμότατη αιχμή τής χιλιετούς άναμετρήσεως, είναι μάταιο νά προβαίνουμε σέ έκκλήσεις γιά ένότητα, άνεδαφικό νά έξορκίζουμε σέ συσπείρωσι καί έπαγρύπνησι, άντιφατικό ν’ άπαιτούμε εθνική πειθαρχία καί κοινωνική συνοχή, ένώ άσύδοτη όργιάζει άκατάπαυστα ή άντίθετη συνθηματολογία, καί κατακλυζόμεθα άπό τά πιο άλλοπρόσαλλα κηρύγματα. Καί τούτο σέ ώρες πολλαπλός ανάποδες. Κούφιες θριαμβολογίες γιά άνύπαρκτες έπιτυχίες καί άϋλες ύποστηρίξεις, όχι μόνο δέν ώφελούν, άλλά σπείρουν άπογοήτευσι, χαλάρωσι καί σύγχυσι καί έπιτείνουν τις άδυναμίες. Οί κρίσιμες ώρες απαιτούν έπιτακτικά τήν υπαρξι ύψηλού ιδεώδους καί άνέπαφη, ακέραια τήν ταυτότητα τής έθνικής κοινότητος. Γι’ αύτό, έπιβάλλεται νά ξεπεράσουμε καί τόν ύλιστικό εύδαιμονισμό τής έποχής, έξοβελίζοντας συγχρόνως κάθε « πουρκουαδισμό » καί κάθε λογής γραικυλισμό. Τούτο σημαίνει καί τήν απαλλαγή μας, σ’ αύτό τό στάδιο, άπό κάθε ήττοπάθεια ή άκόμα καί άτολμία, όπουδήποτε φωλιάζουσα καί άπ’ όπουδήποτε καλλιεργουμένη.
Οί άνδρεΐοι γράφουν τήν Ιστορία. Οί ψοφοδεεΐς αύτοκαταστρέφονται. Ή πίστις δημιουργεί. Ό μηδενισμός άφανίζει.
Καί τέλος, ένα άκόμη στοιχείο, τό όποιο κατάλληλα άξιοποιούμενο, μπορεί σπουδαία νά βαρύνη στήν πλάστιγγα, κατά τήν ώρα όπου γιά μιάν άκόμα φορά κρίνεται ή τύχη τού Έθνους, είναι ό πολιτικός ρόλος τόν όποιον είναι ίκανός νά διαδραματίση ό σύγχρονος Ελληνισμός τής διασποράς. Διότι ένώ γιά διαφόρους λόγους αυτός δέν διαθέτει τήν οικονομική ισχύ καί έπιρροή πού διακρίνει τήν ίσραηλινή διασπορά, έχει έν τούτοις άλλες δυνατότητες, έξ ίσου άποτελεσματικές.
Δέν έπεζητήσαμε έμείς τήν παρούσα δυναμική διαδικασία, στήν όποια όδηγούμεθα άπό τις προγραμματισμένες ένέργειες τών Τούρκων ιμπεριαλιστών. Άλλά μιά καί μάς έπεβλήθη, εϊμεθα ύποχρεωμένοι,
για νά έπιβιώσουμε, νά την κερδίσουμε. Καί τούτη τή φορά πρέπει, έπιβάλλεται, νάναι οριστική ή έκκαθάρισις. Οί σύγχρονοι καιροί δέν συγχωρούν την διαιώνισι παρομοίων παρανοϊκών καταστάσεων. ’Αποτελούν έν όψει των άλλων πολλών καί όξυτάτων προβλημάτων τής έποχής μας, από τήν επιτυχή άντιμετώπισι τών όποιων έξαρτώνται οί τύχες τής άνθρωπότητος, σωστόν αναχρονισμό. ’Αλλά οί Τούρκοι δυστυχώς, αυτό τό πολύ απλό καί αυτονόητο γεγονός είναι φανερό πώς δέν είναι σέ θέσι νά τό κατανοήσουν. Καί πάντως δέν εννοούν νά τό λάβουν ύπ’ όψιν τους. Οί Έλληνες όμως, σάν Έθνος κοσμοϊστορικό, θά πρέπει τό ταχύτερο νά καταστούν απερίσπαστοι, ώστε νά μπορέσουν μέ τις πολιτιστικές τους έπιδόσεις νά ξαναδιαδραματίσουν τον οικουμενικό ρόλο πού τούς προσιδιάζει.
Σ’ αύτό τό άθλημα καλούνται οί σύγχρονοι Έλληνες.
Άθήναι, ’Οκτώβριος 1976 Αλέξης Ελικιώτης
Υ.Γ. Οί θέσεις πού έκτίθενται πηγάζουν μεταξύ άλλων καί από τήν βαθειά έπίγνωσι τοϋ άναμφισβητήτου γεγονότος ότι καθ’ όλόκληρη τήν διαδρομή τής άνθρωπίνης ιστορίας, ή έκρηξις όλων ανεξαιρέτως τών πολέμων συνυφαίνεται μέ τήν ϋπαρξι τοϋ συνδρόμου, κατά τό όποιον ό έμφορούμενος από έπιθετική διάθεσι, κατέχεται από τήν πεποίθησι ότι είναι σέ θέσι νά νικήση ή ακόμη συχνότερα άπό τήν άντίληψι ότι ή άντίπαλη πλευρά είναι είτε άνίκανη είτε άπρόθυμη νά πολεμήση. Κατ’ άκολουθίαν, ό μόνος σίγουρος τρόπος άποφυγής τοϋ πολέμου παραμένει ή πλήρης έξουδετέρωσις τής παραπάνω πεποιθήσεως καί άντιλήψεως τοϋ έχοντος τήν έπιθετική πρόθεσι.