Αντώνιος Τφυφόπουλος-Τρυφίτσος
Ο Πολιτιστικός Σύλλογος Καστελλίου αφιερώνει το 6° τεύχος του περιοδικού του «Καστελλιανές Αθιβολές» Μαρτίου 2009 στον οπλαρχηγό Αντώνιο Τρυφίτσο παρουσιάζοντας κάποια νέα ντοκουμέντα για τη δράση αυτού που αφιέρωσε και θυσίασε την ζωή του για να μπορούμε σήμερα ελεύθεροι, να στοχαζόμαστε…
Τζαρδής Ελευθ. Μύρωνας
Προλογικό σημείωμα
Από το 1840 που η Κρήτη επανήλθε στην κυριαρχία του Σουλτάνου, μετά από δεκαετή διακυβέρνηση από τον Χεδίβη (Ηγεμόνα) της Αιγύπτου Μωχάμετ Άλυ που περιόρισε τις αυθαιρεσίες των αγάδων, έδωσε για πρώτη φορά άδεια στους χριστιανούς να ανακαινίσουν τις εκκλησίες τους και γενικά επικράτησε ισονομία. Όμως επανήλθε η απροκάλυπτη καταπίεση του χριστιανικού πληθυσμού της Κρήτης και από το Οθωμανικό κράτος και από τους τουρκοκρητικούς.
Η κατάσταση αυτή οδήγησε τους χριστιανούς σε μια σειρά από εξεγέρσεις και επαναστάσεις. Το 1841, χωρίς όμως σοβαρή προετοιμασία, ξεκίνησε από τους Χαιρέτη και Βασιλογεώργη εξέγερση κατά της επανάκτησης της Κρήτης από τους Οθωμανούς. Οι κατακτητές την κατέστειλαν αμέσως με αρκετό φόρο αίματος και ένταση της καταπίεσης. Το 1858 η σκληρή φορολογία και οι αυθαιρεσίες του Βελή πασά, Γενικού Διοικητή της Κρήτης, έγιναν η αιτία και συγκεντρώθηκαν στα Μπουτσουνάρια πέντε χιλιάδες ένοπλοι Κρήτες με αρχηγό τον Μαυρογένη και υπέβαλαν στους προξένους και το Σουλτάνο μια σειρά από αιτήματα, τα οποία η Πύλη πιεζόμενη από τις μεγάλες δυνάμεις έκανε δεκτά, με κυριότερα την οπλοφορία και την σύσταση δημογεροντιών. Όμως οι Τούρκοι μετά τον πόλεμο της Κριμαίας και την νίκη τους επί των Ρώσων άρχισαν γρήγορα να τα αναιρούν και η στάση αυτή της οθωμανικής διοίκησης έγινε αιτία για τις επόμενες επαναστάσεις.
Το καλοκαίρι του 1866 με αφορμή την μεγάλη φορολογική καταπίεση από τους ενοικιαστές των φόρων (μουκαταγασήδες) άρχισε η μεγάλη επανάσταση που κράτησε μέχρι το 1869, στοίχισε στην Οθωμανική αυτοκρατορία πολλά εκατομμύρια λιρών και πολλές χιλιάδες στρατιώτες, κι ανέδειξε ήρωες απαράμιλλους και υπέροχους.
Σε όλη την Κρήτη ξεσηκώνονται και αναγκάζουν τους Τούρκους να κλειστούν στις μεγάλες πόλεις, εξοπλίζονται με οπλισμό σταλμένο από τις επιτροπές των Κρητών της Αθήνας και της Σύρου. Στα Ηρακλειώτικα μέρη, με γενικό αρχηγό τον Μιχαήλ Κόρακα, και τους Κοκκινίδη, Μαστραχά, Σφακιανάκη, Ρωμάνο, Ζουδιανό, Τρυφίτσο και άλλους, ο χριστιανικός πληθυσμός ξεσηκώνεται κι’ αυτός. Η θυσία του Αρκαδίου στις 8 Νοεμβρίου του 1866 αντί να τους καταβάλλει, ενδυναμώνει την απόφαση τους για «Ένωση ή Θάνατος». Στον Καμαριώτη, στα Μάλλια, στον κάμπο του Καστελλίου και αλλού, οι Τούρκοι υπέστησαν δεινές ήττες. Με νέο πασά της Κρήτης, τον Ομέρ. Οι Τούρκοι αποφασίζουν να κτυπήσουν την εστία των επαναστατών στο Λασίθι με αρχηγό τον Ισμαήλ πασά (με καταγωγή από το Λασίθι), αλλά με την στάση του, ουσιαστικά βοηθάει τους επαναστάτες. Γι’ αυτό και ο Ομέρ πασάς, τον δηλητηρίασε μόλις επέστρεψε στο στρατόπεδο που είχαν οι Τούρκοι στο Καστέλλι. Κάτω από την πίεση των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων οι επαναστάτες και ο Σουλτάνος ήλθαν σε συμφωνία για την παραχώρηση ενός καθεστώτος ημιαυτονομίας με τον Οργανικό Νόμο του 1868.
Η Τουρκία με διάφορες προφάσεις δεν εφάρμοζε τον Οργανικό Νόμο, έτσι με αφορμή τον Ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1877, ο κρητικός λαός εξεγείρεται πάλι με στόχο την κήρυξη της Κρήτης σε αυτόνομη Ηγεμονία με χριστιανό διοικητή και εφαρμογή των συμφωνηθέντων. Δυστυχώς όμως παρά την ήττα της Τουρκίας, στο συνέδριο του Βερολίνου το 1881 με την μεσολάβηση της Αγγλίας, το μόνο κέρδος για την Κρήτη ήταν η Σύμβαση της Χαλέπας. Αυτή προέβλεπε την δυνατότητα διορισμού χριστιανού διοικητή Κρήτης, τη σύγκληση 8θμελούς συνέλευσης, την ίδρυση Κρητικής Χωροφυλακής, τη χρήση της ελληνικής γλώσσας στα δικαστήρια και τα σχολεία και την απαλλαγή από τον κεφαλικό φόρο (χαράτσι).
Οι τουρκοκρητικοί αλλά και η ίδια η Οθωμανική κυβέρνηση δεν μπορούσαν να ανεχθούν την ύπαρξη των προνομίων της σύμβασης της Χαλέπας, και τα κατάργησαν σιγά-σιγά, επιβάλλοντας σκληρά και καταπιεστικά μέτρα. Έτσι στις αρχές του 1896 με την Μεταπολιτευτική επιτροπή του Μ. Κούνδουρου αρχίζει νέα επαναστατική προσπάθεια και ακολουθούν οι σφαγές στα Χανιά 12-15 Μάίου, η οποία συνεχίζεται και το 1897 με την άφιξη ελληνικού στρατού στο Κολυμπάρι με αρχηγό τον Τ. Βάσσο. Τώρα όμως οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις πείσθηκαν ότι αιτία για τα γεγονότα αυτά είναι η άρνηση της Πύλης να εφαρμόσει τις συμφωνίες και αποφάσισαν να επέμβουν με την απόβαση αγημάτων στις πόλεις για περιορισμό των εχθροπραξιών στην ύπαιθρο. Σκληρές μάχες γίνονται σε όλη τη Κρήτη και ιδιαίτερα στις περιοχές γύρω από το Ηράκλειο. Μετά τον ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, την ήττα της Ελλάδας και τις σφαγές στο Ηράκλειο την 25η Αυγούστου 1898, οι μεγάλες δυνάμεις πιέζουν τους Κρητικούς να αποδεχτούν τη λύση της αυτονομίας.
Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, γεννήθηκε, έζησε και έδρασε ο Αντώνιος Τρυφίτσος ή Τρυφόπουλος, όπως ήθελε ο ίδιος το επώνυμο του. Δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία για τον τόπο και το χρόνο γέννησης του, πιθανολογείται ότι γεννήθηκε το 1928 στην Πλάτη Λασιθίου και σε μικρή ηλικία ήταν βοσκός, αλλά έγινε μόνιμος κάτοικος στο χωριό Μπιτζαριανώ και έμαθε την τέχνη του σιδηρουργού στο Καστέλλι όπου και εργαζόταν όταν δεν ασχολούταν με την Ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Σε μικρή ηλικία έζησε την επανάσταση του 1841 των Χαιρέτη και Βασιλογεώργη, ο οποίος ήταν θείος του. Τον ακολούθησε στη Θεσσαλία στην εκεί επανάσταση του 1854, μετά την άτυχη εκείνη επιχείρηση στην Καλαμπάκα μόλις και κατάφερε να διασωθεί και επέστρεψε στην Κρήτη για να λάβει μέρος στην εξέγερση του 1858. Η μεγάλη Κρητική επανάσταση του 1866 ανέδειξε τον Τρυφίτσο σαν οπλαρχηγό της επαρχίας Πεδιάδας και έλαβε μέρος στις μάχες της ανατολικής Κρήτης μαζί με τον Κόρακα, τον Κοκκινίδη, το Μαστραχά, το Σφακιανάκη, το Ρωμάνο, το Βλαχάκη, τον Τυλιανάκη και άλλους. Με τη λήξη της επανάστασης είναι από τους λίγους που αρνούνται να παραδοθούν, και συνελήφθη ενώ κρυβόταν στα Λασιθιώτικα βουνά και φυλακίσθηκε τρία χρόνια. Μετά την Σύμβαση της Χαλέπας τοποθετείται στην Κρητική Χωροφυλακή της επαρχίας Πεδιάδος με τον βαθμό του Λοχαγού. Κατά την τελευταία φάση του Κρητικού ζητήματος ο Τρυφίτσος είναι ο φυσικός ηγέτης της επαρχίας Πεδιάδος. Με κέντρο την Ιερά Μονή Αγκαράθου οργανώνει και διευθύνει τον αγώνα, βοηθάει την επαναστατική επιτροπή των Αρχανών, δίνει κραταιά μάχη κατά των Τούρκων στην Ελιά (26 Απριλίου 1897), και τέλος στις 25 Ιουνίου 1897 τραυματίζεται θανάσιμα στην Επισκοπή, και πεθαίνει στον δρόμο για την Αγκάραθο, λίγο πριν η αγαπημένη του Κρήτη απαλλαγεί από τον Οθωμανικό ζυγό. Η κηδεία του έγινε στο Καστέλλι, όπου βρίσκεται ο τάφος του στον περίβολο της εκκλησίας του Αγίου Αντωνίου.
Πηγές
Δετοράκης Θεοχάρης, «Αντώνιος Τρυφιτσος» εκδ. Δήμου Καστελλίου Πεδιάδος, 1997Κορναράκης Γ. – Λαγουδιανάκη Κ. – Μαρκατάτου Π, – Πατεράκη Γ. – Χατηκων/νου Δ. «Ιστορία της Κρήτης», έκδοση Συλλόγου Δασκάλων & Νηπιαγωγών Ν. Ηρακλείου.Μουρέλλου Ι.Δ. «Ιστορία της Κρήτης» τομ. Α’, Β’, Γ’, έκδοσις Β’, Ηράκλειον Κρήτης 1950.
ΑΛΛΕΣ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΗΡΩΑ
Ο γενναίος αγωνιστής των Κρητικών Επαναστάσεων Αντώνιος Τρυφίτσος ή Τρυφόπουλος
Ήταν ανδρείος με υπέροχο φρόνιμα και μεγάλο πατριωτισμό. Μαζί με την ομάδα των συναγωνιστών του, των οποίων ήταν Αρχηγός, έτρεχε σε κάθε δύσκολη ώρα της Κρήτης. Έλαβε μέρος σε πολλούς αγώνες κατά των Τούρκων καθώς και στην τελευταία κρισιμότατη επανάσταση των Αρχανών. Έπρεπε το φρούριο αυτό να μην πατηθεί από Τούρκους γιατί θα άνοιγαν όλα τα περάσματα προς την Ανατολική Κρήτη. Πολλά από τα γεγονότα αυτά αναφέρονται στο Ημερολόγιο Επιλέκτων Κρητών από τον Ηλία Βουτιερίδη αλλά ιδιαίτερης σημασίας είναι το ιστορικό αρχείο του Δήμου Αρχανών το 1897 το οποίο περιλαμβάνει μεγάλης ιστορικής αξίας έγγραφα.
Η Επιτροπή Αγώνος στις Αρχάνες έλαβε ειδοποίηση από την Ιερά Μονή Αγκαράθου όπου είχε ο Τρυφίτσος το στρατηγείο του ότι φονεύθηκε ο ήρωας.
Φυσικά οι Αρχανιώτες συναγωνιστές του Αντωνίου Τρυφίτσου συμμετείχαν με πολύ πόνο στο πένθος της περιοχής Πεδιάδος με συλλυπητήριες επιστολές και παρουσία σχετική.
Οι Αρχανιώτες πάντα ευγνωμονούν τον Πεδιαδίτη ήρωα Αντώνη Τρυφίτσο για την ουσιαστική και πολύτιμη συμπαράστασή του στην επανάσταση με κέντρο τις Αρχάνες.
Μια προφορική μαρτυρία που θεωρούμε
σκόπιμο να διασώσου με για το μεγάλο
αγωνιστή Αρχηγό Αντώνη Τουοίτσο
Ένας παλιός Καστελλιανός, ο Γεώργιος Ταχατάκης ή Ταχατογιώργης, πατέρας του δασκάλου Μιχάλη Ταχατάκη, διηγείτο στο περιβάλλον του περιστατικά από τη ζωή του Καπετάνιου. Ο ίδιος τον είχε γνωρίσει στο Καστέλλι γιατί ήταν το 1897 23 ετών. Σε κάποια λοιπόν επικείμενη επίθεση των Τούρκων σε οχυρό της περιοχής ο Τρυφίτσος με μια μικρή ομάδα παλικαριών προσπαθούσε να αναχαιτίσει την επίθεση του εχθρού. Ήταν εκεί στο οχυρό ένα ερείπιο με δυο πόρτες. Η μια από τη μεριά του εχθρού και η άλλη από την αντίθετη. Δυσκολία είχαν οι αγωνιστές γιατί οι εχθροί ήταν αρκετοί. Ο καπετάνιος για να εμψυχώσει τα παλικάρια του και για να ξεγελάσει τον εχθρό και να τον κάμει να πιστέψει πως οι χριστιανοί ήταν πολλοί, εφεύρε ένα ευφυολόγημα. Συνέστησε στους αγωνιστές του να μπαινοβγαίνουν από τις δυο πόρτες που είχε το ταμπούρι και τους προέτρεπε σ’ αυτό με ένα παράτονο λογοπαίγνιο που μεγάλωνε το θάρρος τους και την απόφασή τους να …τα βάλουν με τους πολλούς.
Τους έλεγε λοιπόν: Ε, παλικάρια, αραία – αραία και μακραία
να φανούμε μια κατοσταρέα…
Δηλαδή τους έλεγε: «Προχωρείτε αραιά αραιά και μακριά για να φανούμε μια εκατοσταριά…».
Το κόλπο έπιασε. Οι εχθροί όπως τους είδαν να εξέρχονται από τη μια πόρτα, κύματα κύματα, πίστεψαν πως θα ήσαν πολλοί οι χριστιανοί και οι απώλειες σε ζωές από την πλευρά των Τούρκων θα ήταν βεβαιωμένες. Έτσι οπισθοχώρησαν και το «στρατηγικό» μυαλό του καπετάνιου έκανε… το θαύμα του. Έτσι ήταν το μυαλό του μεγάλου αγωνιστή, «…φρόνημα αδάμαστο χαρακτήρα ευσταθή και επιβάλλονταν, πνεύμα ποικίλο και πολύτροπο, νους δεξής και εφευρετικός» όπως τόνισε περιγράφοντας το χαρακτήρα και τις χάρες του Αρχηγού ο Στέφανος Ξανθουδίδης.
ΤΡΥΦΙΤΣΟΣ – ΜΠΟΥΛΙΚΑΤΣΟΣ
Αριστοφάνης Χουρδάκης
συνταξιούχος δάσκαλος
Ο Αρτέμης Καλογερίδης ήταν Σφακιανός και μια δύσκολη περίοδο συνόδευσε τον Αντώνιο Τρυφίτσο να επιστρέφει από τα Χανιά στο Ηράκλειο. Τον Τρυφίτσο τον είχαν πιάσει οι Τούρκοι και τον είχαν φυλακίσει στο φρούριο Φιρκά στα Χανιά. Όταν οι Χανιώτες καπεταναίοι πληροφορήθηκαν την απόφαση των Τούρκων να κρεμάσουν τον Τρυφίτσο, επήγαν ένα βράδυ μερικά παλικάρια και αφού εξουδετέρωσαν τους φρουρούς, τον επήραν και έφυγαν.
Οι καπεταναίοι τον παρέδωσαν σε δυο καλούς οδηγούς να τόνε φέρουν με ασφάλεια στο Ηράκλειο. Γιατί ο Τρυφίτσος δεν γνώριζε καλά τα περάσματα και υπήρχε κίνδυνος να πέσει επάνω σε Τούρκους.
Ο ένας Χανιώτης γύρισε οπίσω, μόλις πάτησαν τα Ηρακλειώτικα. Ο άλλος, ο Αρτέμης Καλογερίδης, ήρθε μέχρι το Καστέλλι, γιατί τον έπεισε ο Τρυφίτσος να μείνει μόνιμα εδώ. Και ήταν ο προσωπικός γραμματέας του Τρυφίτσου για παραπάνω από είκοσι χρόνια, μέχρι το 1897 που σκοτώθηκε στη μάχη της Επισκοπής.
Ο Αρτέμης Καλογερίδης ήταν δικηγόρος-δικολάβος και έμενε την αρχή στο Καστέλλι, όπου ασκούσε το επάγγελμά του. Αργότερα παντρεύτηκε τη μοναχοκόρη του Χουρδοστεφανή και έμενε στην Αγία Παρασκευή. Το 1926 εγκαταστάθηκε στη Βόνη και πέθανε εκεί σε βαθιά γεράματα το 1944.
Το περιστατικό που δημοσιεύεται παρακάτω με τίτλο «ΤΡΥΦΊΤΣΟΣ-ΜΠΟΥΛΙΚΑΤΣΟΣ» είναι πέρα για πέρα αληθινό και μου το αφηγήθηκε ο Νικόλαος Εμ. Καλογερίδης από τη Βόνη που το είχε ακούσει πολλές φορές και από τον παππού του Αρτέμη Καλογερίδη, αλλά και τον πατέρα του. Είναι δημοσιευμένο στο βιβλίο μου «ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ», Ηράκλειο 2007, σελ. 47-49.
…στο Καστέλι Πεδιάδος, όταν καπετάνιος των χριστιανών ήτανε ο Αντώνιος Τρυφίτσος (Γενικός Αρχηγός Επαρχίας Πεδιάδος), καπετάνιος των Τούρκων ήτανε ο Μπουλικάτσος. Αγάς που έμενε στον Καρδουλιανό, ένα χωριό δίπλα στο Καστέλλι.
Στον Καρδουλιανό υπήρχε μια εκκλησία της Παναγίας (υπάρχει και σήμερα) κι επήγε ο Μπουλικάτσος κι ακούμπησε δοκάρια στον τοίχο τσ’ εκκλησίας και έχτισε ένα στάβλο κι έβανε τα βούγια.
Οι χριστιανοί επήγανε κι επαραπονεθήκανε στον Τρυφίτσο, και για να μη δημιουργηθεί επεισόδιο και γίνει αιματοχυσία μεταξύ Τούρκων και χριστιανών, είπανε οι δυο καπετάνιοι να βάλουνε ένα στοίχημα, να τρέξουνε με τσι φοράδες κι αν νικούσε ο Τρυφίτσος, θα χαλούσε το στάβλο ο Μπουλικάτσος και θα έχανε και τη φοράδα του, διαφορετικά θα έχανε τη φοράδα του ο Τρυφίτσος. Και συμφωνούνε έτσι.
Καλά παλικάρια και οι δυο. Λέγανε όμως πως ο Μπουλικάτσος είχε καλύτερη φοράδα και ήτανε και καλύτερος καβαλάρης.
Το μάθανε οι Καστελλιανοί κι άρχισαν να το σκέφτονται, πώς να το κάμουνε να κερδίσει ο Τρυφίτσος. Την εποχή εκείνη υπήρχε στο Καστέλλι ένας Κουντογιώργης (Γεώργιος Κουντάκης), που εφτάρμιζε και έριχνε, λέει, με το μάτι τον κόρακα κάτω. Και πάει και τόνε βρίσκει ο Τρυφίτσος και του λέει:
– Γιάε, Γιωργάκη, σ’ εσένα στηρίζομαι πιο πολύ. Γιατί η φοράδα του Μπουλικάτσου είναι καλύτερη.
Λέει: «Εντάξει, καπετάνιο».
Εμαζευτήκανε λοιπόν οι Τούρκοι, μαζευτήκανε χριστιανοί, να δούνε ποιος θα κερδίσει. Ξεκινήσανε από τη «Λούτρα», ένα μεγάλο πηγάδι στην άκρα του χωριού, εκεί που αρχίζει ο δρόμος Καστέλλι-Γαζέπη Μύλος και θα πηγαίνανε νότια με τις φοράδες μια απόσταση και θα γυρίζανε κι όποιος νικούσε.
Επήγε και ο Κουντογιώργης κι κάθισε στο γύρο του δρόμου και είχε καρφωμένα τα μάτια του στη φοράδα του Μπουλικάτσου να τη φταρμίσει. Την κοίταζε, την κοίταζε, αλλά ο Μπουλικάτσος πήγαινε πολύ πιο μπροστά από τον Τρυφίτσο. Μια στιγμή λοιπόν, όταν γυρίζανε οι δυο καβαλάρηδες και ήτανε να κερδίσει ο Μπουλικάτσος, κάνει μια γρυλιά ο Κουντογιώργης στη φοράδα του Μπουλικάτσου και λέει: «Έλα σου δα !… επιτέλους !…» και μέχρι να το πει, έγινε το έλα να δεις. Κάνει μια τούμπα η φοράδα του Μπουλικάτσου και τόνε ρίχνει κάτω και σπα τα μούτρα του και σπα τα χέρια του και γίνονται ένας τρόχαλος με τη φοράδα.
Νίκησε μετά ο Τρυφίτσος κι χάλασε ο Μπουλικάτσος το στάβλο που είχε χτίσει κολλητά με την εκκλησία στον Καρδουλιανό και ησυχάσανε οι χριστιανοί…
Σημείωση 1η : Κατά πληροφορίες του αείμνηστου ιατρού και ιστορικού ερευνητή Μανόλη Δετοράκη, υπάρχει έγγραφο στα αρχεία της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης Ηρακλείου, του τότε Τελωνείου Ηρακλείου, που έδιδε άδεια στον Μπουλικάτσο, αγά του Καρδουλιανού, να κάνει εξαγωγή φοράδες στη Σμύρνη, για τις ανάγκες του ιππόδρομου, που τις έτρεφε στην πεδιάδα του Καστελλίου και τις εκπαίδευε ο ίδιος.
Σημείωση 2η : Στο χωριό μου, την Αγία Παρασκευή, έζησε ο Νικόλαος Εμμ. Φραγκιαδουλάκης, (1900-1988) που είχε το παρατσούκλι «Μπουλικάτσος». Από νωρίς είχα την περιέργεια να μάθω τι σήμαινε «Μπουλικάτσος» και για ποιο λόγο οι χωριανοί μου του έδωσαν αυτό το παρατσούκλι. Κανείς όμως, από όσους ζούσαν, δεν ήξερε να μου πει. Όταν αργότερα άκουσα την ιστορία του Τρυφίτσου με τον Μπουλικάτσο, αγά του Καρδουλιανού, μου λύθηκε η απορία.
Το παρατσούκλι του Νικολάου Φραγκιαδουλάκη δεν ήταν καθόλου μειωτικό ή κοροϊδευτικό, όπως το συνήθιζαν στα χωριά.
Απλώς τον έλεγαν «Μπουλικάτσο» και τον παρομοίαζαν με έναν αγά, αφού ήταν ο πλουσιότερος Αγιοπαρασκίτης. Παντρεύτηκε μια κοπέλα από τις Πάνω Πουλιές, που ορφάνεψε μικρή και την πήρε ένας πρωτοθείος της από το χωριό μας, που δεν είχε παιδιά και την έκαμε δικό του παιδί. Έτσι η νύφη που είχε το μερίδιό της από τους φυσικούς της γονείς, κληρονόμησε και την περιουσία του θετού της πατέρα και της θετής μάνας. Ο γαμπρός και με το δικό του μερίδιο συγκέντρωσε τέσσερις κληρονομιές-σπάνιο αυτό σε αντρόγυνο-και έγινε γρήγορα μεγάλος νοικοκύρης. Ο γάμος έγινε το 1917, τότε που ζούσε ακόμη ο Μπουλικάτσος στον Καρδουλιανό. Με το δίκιο τους λοιπόν οι χωριανοί μου του κόλλησαν το παρατσούκλι «Μπουλικάτσος» και έπιασε.
Ο Νικόλαος Εμμ. Φραγκιαδουλάκης ήταν μια σπάνια περίπτωση οικογενειάρχη. Παντρεύτηκε πολύ μικρός. Καταγόταν από πολυμελή οικογένεια με οκτώ αδέρφια. Ο ίδιος έκαμε επτά παιδιά και τα πάντρεψε και τα επτά. Ευτύχησε να δει 33 εγγόνια, πολλά δισέγγονα και μερικά τρισέγγονα. Απεβίωσε πλήρης ημερών το 1988.
Η ΚΑΘΟΡΙΣΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΑΝΤΩΝΙΟ ΤΡΥΦΙΤΣΟ
ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣ (25 ΙΟΥΝΙΟΥ 1897)
ΚΑΙ ΤΑ ΓΥΡΩ ΑΠ’ ΑΥΤΗΝ ΓΕΓΟΝΟΤΑ
Η Τουρκική κατάκτηση της Κρήτης αποτέλεσε απλώς μια μετάβαση από ένα δυνάστη σε άλλο. Η Ενετοκρατία είχε αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στην πολύπαθη Μεγαλόνησο. Ο καινούργιος κατακτητής ήρθε να προσθέσει κι άλλα.
Φρικαλεότητες, βία, απάνθρωπη ωμότητα και καταπίεση, παντελής έλλειψη πολιτισμού και ανθρωπιάς ήταν τα χαρακτηριστικά του άξεστου κατακτητή. Οι αθρόοι εξισλαμισμοί, οι επαχθείς φορολογίες, η υποχώρηση και συρρίκνωση της οικονομίας και του εμπορίου, η εκτράχυνση των ηθών με αρπαγές των παιδιών και ατίμωση των γυναικών, η αδυναμία για παιδεία, η μόρφωση, η όχι ανεμπόδιστη εκτέλεση των χριστιανικών καθηκόντων και ο ψαλιδισμός της θρησκευτικής ελευθερίας καθόριζαν τα όρια και σηματοδοτούσαν τα πλαίσια της σχεδόν ζωώδους ζωής των Κρητικών.
Γι’ αυτό και δεν μπορούσαν να μείνουν άπραγοι. Η ψυχή του Κρητικού είναι αδιαφέντευτη. Όσο περιορίζεται, τόσο αντρειεύει. Ούτε στιγμή σ’ όλη τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας οι Κρητικοί δεν έπαψαν να σκέφτονται τη Λευτεριά τους, να καρτερούν υπομονετικά, μα και να σχεδιάζουν και να τολμούν ακόμη και χωρίς ελπίδα. Ο νους και η καρδιά δεν συμφωνούν πάντα.
Η Κρητική Ιστορία είναι, έτσι, γεμάτη από αγώνες και θυσίες. Ιδιαίτερα όμως ο 19ος αιώνας χαρακτηρίζεται ως ο αιώνας των Κρητικών Επαναστάσεων.
Σ’ αυτό το σημείωμά μας, βέβαια, δεν θα μας απασχολήσουν όλα τα γεγονότα της εποχής. Ο στόχος, εξάλλου, δηλώνεται και από τον τίτλο. Ωστόσο, κάποια στοιχεία που θα αναφερθούν θεωρούνται διαφωτιστικά, τόσο για το Γεν. Αρχηγό της Πεδιάδας, τον Αντώνιο Τρυφίτσο, όσο και για τη ζωή στην Κρήτη και, ειδικότερα, στην Πεδιάδα και τα γύρω από την Επισκοπή χωριά.
Γι’ αυτό, πριν φτάσουμε στη μάχη -ή στις μάχες- της Επισκοπής, θεωρούμε απαραίτητο να θίξουμε απλώς τα κυριότερα γεγονότα που έλαβαν χώρα στην περιοχή, μέσα από τα αλλεπάλληλα επαναστατικά κινήματα και τις φοβερές συγκρούσεις και να παρακολουθήσουμε εν τάχει την πορεία του Τρυφίτσου, που, ως αγωνιστής, οπλαρχηγός και τέλος ως Γεν. Αρχηγός Πεδιάδος, σημάδεψε την ιστορία της Κρήτης, θέτοντας ανεξίτηλη τη σφραγίδα της δικής του προσωπικότητας.
Είναι αλήθεια πως για τον περιπετειώδη βίο και την πλούσια δράση του Τρυφίτσου, έχουν γραφεί αρκετά πράγματα, ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, μα, πολλά, τα περισσότερα ίσως, δεν έχουν έρθει ακόμη στο φως. Η προφορική παράδοση και η λαϊκή μούσα, οι διάσπαρτες αναφορές λογοτεχνών, πολιτικών, ιστορικών συγγραφέων, ομιλίες και λόγοι, δημόσια ή ιδιωτικά έγγραφα, δημοσιογραφικά δημοσιεύματα και άρθρα (ανήσυχων φίλων της ιστορίας του τόπου μας) μπορεί, ανάμεσα στ’ άλλα, να προσδώσουν αξιόλογο υλικό για πλουσιότερη και πληρέστερη παρουσίαση της ζωής και της δράσης του γενναίου αγωνιστή.
Ο Τρυφίτσος συνδέεται στενά και άμεσα με το Καστέλλι Πεδιάδος και τον γειτονικό οικισμό του Μπιτζαριανού. Τα σχετικά με την οικογενειακή κατάσταση και τη γέννησή του εξακολουθούν να παραμένουν θολά. Ο ίδιος, αρχικά, φαίνεται να ακολουθεί το επάγγελμα του βοσκού, το οποίο γρήγορα αντικαθιστά μ’ εκείνο του σιδηρουργού, με έδρα το Καστέλλι.
Το πολεμικό βάφτισμα έλαβε σε μικρή ηλικία. Συμμετείχε στα 1854 με το επαναστατικό Σώμα από 300 Κρήτες του Λασιθιώτη οπλαρχηγού Βασιλογιώργη στην επανάσταση της Καλαμπάκας, στη Θεσσαλία. Εδώ αναδείχθηκαν και τα πρώτα δείγματα της ανδρείας και της πολεμικής του αλκής.
Στη μεγάλη Κρητική Επανάσταση του 1866-69 ξεχωρίζει για τα πολλά του προσόντα και καθιερώνεται ως επαναστάτης και αρχηγός στην επαρχία του. Τον βρίσκουμε να πρωταγωνιστεί στον Ξιδά, στην Κασταμονίτσα, στο Αμαριανό, στο Λασίθι, στη Γέργερη, στον Πρινιά, στο Καστέλλι, στους Ζωφόρους, στα Μάλλια. Στο αρχείο του Ιωάννη Μιτσοτάκη περιέχεται έγγραφο, το οποίο αποτελεί πολεμική αναφορά του Τρυφίτσου προς εφημερίδα για δημοσίευση.1 Σ’ αυτό αναφέρει, ως οπλαρχηγός Πεδιάδος, πως άφησε ελεύθερο Τούρκο αιχμάλωτο ονόματι Λαμαρομουσταφά, γιατί κάποτε είχε προσφέρει υπηρεσίες σε Χριστιανούς. Ο ίδιος γράφει χαρακτηριστικά: «… ίνα εννοήσουν πάντες οι Οθωμανοί ότι οι ευεργέται των Χριστιανών ανταμείβονται (κρατείται η ορθογραφία του κειμένου) διά μεγίστης ευγνωμοσύνης…». Ο σκληρός πολεμιστής μπορεί να είναι, επομένως, και μεγαλόψυχος.
Στα χρόνια που ακολουθούν η ζωή στην Κρήτη παρουσιάζει περισσότερες διακυμάνσεις. Μετά την άτυχη έκβαση του Ελληνοτουρκικού πολέμου στα 1897, η όλη κατάσταση επιδεινώνεται. Τα προνόμια, που είχε αναγκαστεί να παραχωρήσει η Πύλη στους Κρήτες, με διάφορα προσχήματα φαλκιδεύονται ή ανακαλούνται. Οι Τούρκοι γίνονται βιαιότεροι. Τα επαναστατικά κινήματα πληθαίνουν. Οι Μεγάλες Δυνάμεις δρουν κατά το συμφέρον τους. Αν και τα πολιτικά πάθη ανάμεσα και στους Κρητικούς οξύνονται, ωστόσο η Κρητική ψυχή μένει ζωντανή. Ο πόθος για τη λευτεριά γιγαντώνει.
Στα 1896 και ιδίως στα 1897 η δράση του Τρυφίτσου φθάνει στο κατακόρυφο. Ήδη έχει καταστεί Έπαρχος Πεδιάδος, δηλαδή πολιτικός διοικητής για την ειρηνική περίοδο, Αρχηγός στη συνέχεια και Γενικός Αρχηγός Πεδιάδος τέλος στα 1897 για τα στρατιωτικοπολεμικά θέματα.
Σ’ όλη την Κρήτη οι συγκρούσεις είναι φοβερές. Εξεγέρσεις σημειώνονται, απ’ άκρου σ’ άκρο, σ’ ολόκληρο το νησί Η Πεδιάδα μπαίνει, ουσιαστικά, στο χορό του πολέμου με την ανελέητη σφαγή της Ανώπολης στις 26 Ιουλίου του 1896. Ο στρατηγός I. Σ. Αλεξάκης γράφει2: «Ο αριθμός των σφαγέντων ανέρχεται εις 37 (κατ άλλους εις 40 και κατ άλλους εις 49), μεταξύ των οποίων τέσσερεις καλόγεροι(μοναχοί)».Και αναφέρει τα ονόματα και τον τόπο καταγωγής τους. Η εκεί Μονή του Αγίου Ιωάννου ερημώνεται. Από τα γύρω χριστιανικά χωριά έσφαξαν γύρω στα 70 άτομα. Στη Γαλίφα έσφαξαν 12.
Για τα μετά τη σφαγή της Ανώπολης γεγονότα πληροφορούμαστε και από άλλη πηγή3. Οι Τούρκοι, στη συνέχεια, έκαψαν την Επισκοπή, το Σγουροκεφάλι, τους Σταμνιούς τα Αϊτάνια, και τα «ιερά Μοναστήρια Χριστού και Αγκαράθου», καθώς και τους Αποστόλους το Μουχτάρω και μέρος του Θραψανού.
Οι μάχες διαδέχονται η μία την άλλη.
Στις 14 Φεβρουάριου 1897 Έλληνες και Τούρκοι συγκρούονται στις Αρχάνες, που ήδη έχει καταστεί το κυριότερο πολεμικό κέντρο στο Νομό. Εδώ διακρίνεται για τον ηρωισμό του ο διάκος Αφθόνιος Ντρετάκης από τη μονή Αγκαράθου, που χαρακτηρίζεται ως νέος Παπαφλέσσας.
Την ίδια μέρα άλλη μάχη διεξάγεται στο Μαλεβύζι. Στο Γάζι, αναφέρει ο Ηλίας Βουτιερίδης, «…ο εξ Επισκοπής Πεδιάδος Βασίλειος Καστρινάκης έπεσε ηρωικώς μαχόμενος εν τη πρώτη γραμμή…».
Στις 7 Μαρτίου η Ελιά, παρότι κείται εντός της ουδέτερης ζώνης, δέχεται επίθεση Οθωμανών και πυρπολείται. Διεξάγεται πολύωρη και λυσσώδης μάχη. Προς ενίσχυση των Χριστιανών καταφθάνουν εδώ από την Επισκοπή, όπου έμεναν, ο οπλαρχηγός Αντώνιος Νταφώτης και ο φρούραρχος Πεδιάδος Γεώργιος Τυλιανάκης, με 300 περίπου άνδρες. Λίγο αργότερα ο Τρυφίτσος ενθαρρύνει και ενισχύει τους μαχητές.
Στις 15 Μαρτίου σκληρή μάχη διεξάγεται στις Αρχάνες. Εδώ πέφτει ηρωικά ο ιερομόναχος Αγκαράθου Φώτιος Παπαδάκης.
Στις 6 Απριλίου, Κυριακή των Βάίών, οι Τούρκοι πυρπολούν τα Αϊτάνια. Ο Τρυφίτσος με το δικηγόρο Γ. Κοκκινάκη τρέπουν σε άτακτη φυγή τους Τούρκους.
Αλλά και στις 7, 8 και 9 Απριλίου οι Αρχάνες και ολόκληρη η ενδοχώρα κυριολεκτικά φλέγονται. Ο Τρυφίτσος σχεδόν παντού είναι παρών. Στη μάχη της 9ης Απριλίου πολεμικές επιχειρήσεις διεξάγονται και γύρω από τα Αϊτάνια. Στη γέφυρα μπροστά από τα Αϊτάνια, με γιγάντια προσπάθεια, οι Χριστιανοί γλίτωσαν από τους Τούρκους, που είχαν εξορμήσει από το Σκαλάνι, τη σημαία που έφερε ο σημαιοφόρος του Γ. Κοκκινάκη, I. Πινακουλάκης. Από την Κακή Ράχη ο Τρυφίτσος ασκεί αφόρητη πίεση στους Τούρκους.
Στις 26 Απριλίου άλλη μάχη διεξάγεται στην Ελιά, την οποία κατείχαν οι Τούρκοι ήδη από της 7ης Μαρτίου. Εδώ, μεταξύ άλλων, πολεμούν οι οπλαρχηγοί και καπετάνιοι Γ. Κοκκινάκης, Μιχ. Αρτεμάκης, ο οποίος και φονεύεται από εχθρικό βόλι, Αντ. Νταφώτης, Εμμ. και Γεώργιος Τυλιανάκης, ο γιατρός Αθ. Ζητάκης, ο οποίος και τραυματίζεται, Νικ. Χατζηδάκης και ο Γεν. Αρχηγός Πεδιάδος Αντώνιος Τρυφίτσος. Τα φυσίγγια τελειώνουν και οι Χριστιανοί, αν και πλεονεκτούν, αναγκάζονται να υποχωρήσουν.
Η κατάσταση, ωστόσο, επιδεινώνεται. Γίνεται ανυπόφορη. Οι χριστιανοί είναι λίγοι, και, το κυριότερο, χωρίς όπλα και φυσίγγια. Απεγνωσμένες είναι οι εναγώνιες προσπάθειες του Γεν. Αρχηγού Πεδιάδας να βρει άνδρες και πολεμικό υλικό για να αντιμετωπίσει τους Τούρκους, όπως φαίνεται και από επιστολές και αναφορές του, πρωτίστως, «προς την εν Αρχάναις επί της Αμύνης Επιτροπήν»,τις οποίες στέλνει από το στρατηγείο του στην Αγκάραθο, αλλά και από την Επισκοπή.
Οι Τούρκοι, ολοένα ενισχυόμενοι, φεύγουν από την Ελιά και βαδίζουν εναντίον της Επισκοπής, όπου εν τω μεταξύ είχε επιστρέφει ο Γεν. Αρχηγός μαζί με άλλους οπλαρχηγούς και μαχητές.
Το πυροβολικό τους τοποθετείται στη θέση Συκιά, 1500 μέτρα από την Επισκοπή, την οποία και σφυροκοπά ακατάπαυτα. Οι Χριστιανοί που βρέθηκαν στο χωριό μάχονται απεγνωσμένα. Μένουν όμως χωρίς φυσίγγια. Έτσι αναγκάζονται να υποχωρήσουν. Στο κρισιμότερο σημείο της μάχης ο οπλαρχηγός Νικ. Χατζηδάκης περικυκλώνεται από τους Τούρκους. Δεν του έχει απομείνει παρά η λόγχη. Ορμά και σκοτώνει τρεις. Εχθρική όμως σφαίρα τον βρίσκει στο μέτωπο και πέφτει κατά γης. Οι δικοί μας με δυσκολία σηκώνουν και κρύπτουν το πτώμα του σε διπλανό σπίτι κάτω από άχυρα. Οι Τούρκοι όμως το ανακάλυψαν και το διαμέλισαν. Ελλείψει πολεμοφοδίων και πάλι οι Χριστιανοί εγκαταλείπουν την Επισκοπή. Οι Οθωμανοί την παραδίδουν στις φλόγες.
Για τη μάχη αυτή ο ίδιος ο Τρυφίτσος, σε έκθεσή του της 26 Απριλίου, γράφει: «…οι Τούρκοι …συσσωματωθέντες εις το χωρίον Ελιά, επετέθησαν προς εκδίκησιν κατά της Επισκοπής, ένθα ευρισκόμεθα, ούτω δε ήρχισε μάχη λυσσωδεστέρα της πρώτης…»4 (δηλ. της Ελιάς).
Ολόκληρη η Πεδιάδα, όπως και οι υπόλοιπες περιοχές του νησιού μας, υφίσταται αναπάντεχες και ανηλεείς επιθέσεις και ζει απίστευτες στιγμές φρίκης και κτηνωδίας.
Στη Γαλίφα, κοντά στην Επισκοπή, μπαίνουν κρυφά οι Τούρκοι στις 9 Μάΐου και κατασφάζουν 9 άνδρες και 3 γυναίκες. Αλλά και την νύκτα της 16ης-17ης Μάίου «…πολυάριθμοι Τουρκοκρήτες εξεστράτευσαν κατά του χριστιανικού χωρίου Γαλίφα… και ήρχισαν την σφαγήν των εν αυτώ ευρισκομένων οικογενειών και γερόντων… Εντός του χωρίου ευρίσκονται φονευμένα και εσφαγμένα και ηκρωτηριασμένα δεινώς δέκα τρία άτομα, εξ ων τρεις γυναίκες γραίαι, εις γέρων ιερεύς εντός της εκκλησίας, οκτώ γέροντες και εν παιδίον. Δύο των θυμάτων τούτων τας κεφαλάς αφήρησαν και παρέλαβον οι δολοφόνοι των δε λοιπών απέκοψαν τα χείλη μετά του μύστακος, τας ρίνας και τα ώτα και εν γένει θηριωδέστατα ηκρωτηρίασαν αυτά…».5
Εναντίον της Επισκοπής θα επανέλθουν περίπου 1000 στις 24 Ιουνίου, θα πυρπολήσουν όσα σπίτια είχαν μείνει από την τελευταία επίθεσή τους τον Απρίλιο, αναγκάζοντας τους άοπλους Χριστιανούς να ζητήσουν τη σωτηρία τους στη φυγή. Ιδού πως περιγράφει στη συνέχεια τη μάχη αυτή ο Ηλ. Βουτιερίδης: «… Οι Οθωμανοί καύσαντες τας εναπολειπομένας οικίας, επέστρεψαν εις το ορμητήριόν των, οπόθεν την επομένην [25, δηλ., Ιουνίου] αποθρασυνόμενοι εκ της χθεσινής επιτυχίας των, αθρόοι επέδραμον πάλιν κατά της Επισκοπής με το σχέδιον ήδη ν’ αρπάσωσι τα ζώα, άπερ οι Χριστιανοί έφερον εκεί προς βοσκήν, προχωρήσαντες μέχρι της θέσεως «Χριστός».
Όσοι των Χριστιανών ευρίσκοντο κατά το μέρος τούτο καταλαμβάνουσιν οχυράς θέσεις και άρχονται πυρός κατά των επερχομένων. Η συμπλοκή διήρκει επί τρεις ήδη ώρας, ότε εξαντληθέντων των φυσιγγίων των Χριστιανών, ούτοι υποχωρούσι ζητούντες την σωτηρίαν των εν τη φυγή. Εν τω μεταξύ όμως οι συνεχείς πυροβολισμοί ειδοποιούσι περί των συμβαινόντων τους εις τα άλλα χωρία οπλοφόρους, οίτινες αθρόοι σπεύδουσιν υπό τον Γεν. Αρχηγόν Πεδιάδος Αντ. Τρυφόπουλον, όπως αποκρούσωσι τον εχθρόν. Ο Τρυφόπουλος, μόλις αντίκρυσε τους Οθωμανούς ορμά εναντίον των έφιππος και πολύ προ των άλλων οπλιτών του, οίτινες, εκτός ενός ωκύποδος 18ετούς νεανίου, δεν δύνανται ν’ ακολουθήσωσιν αυτόν τρέχοντα. Πολλοί των εχθρών, όντες συγχώριοί του, τον ανγνωρίζουσι και, έχοντες πείραν της ανδρείας του, τρέπονται εις άτακτον φυγήν. Ο Τρυφόπουλος έχει φονεύσει ήδη δύο και μεθύων εκ της επιτυχίας καταδιώκει αυτούς μετά του νεανίου, ότε ομάς Οθωμανών, ιδούσα ότι μόνον δύο κυνηγούσιν αυτούς, κρύπτονται παρά την θέσιν «Χριστός» και πυροβολούσι κατά του Αρχηγού, ούτινος πλήττουσιν αμφοτέρους τους βραχίονας. Ο συνοδός του νεανίας, αντιληφθείς του τραυματισμού του, πληροί το όπλον του και, επιτυχώς βαλών, φονεύει ένα των ενεδρευόντων Οθωμανών εκ του συστάδην πλέον, και μετά τούτο, εκ νέου πληρώσας αυτό, το δίδει εις τον τραυματίαν Αρχηγόν, όστις φονεύει άλλον των εχθρών. Οι Οθωμανοί, καταπτοηθέντες, τρέπονται εις φυγήν και ο νεανίας προσπαθεί ν’ αναβιβάση τον τραυματίαν Τρυφόπουλον επί κυριευθείσης τουρκικής ημιόνου, ότε καταφθάνουσιν ασθμαίνοντες και οι άλλοι οπλοφόροι, ων πολλοί εξακολουθούσι την καταδίωξιν των εχθρών. Ο Τρυφόπουλος απέρχεται του πεδίου της μάχης, ίνα πορευθή εις Αγκάραθον προς περιποίησιν των τραυμάτων του, αλλ’ η τρομερά επελθούσα αιμορραγία επιφέρει τον καθ’ οδόν θάνατόν του…». Δεν χτυπήθηκε, δηλαδή, στο κεφάλι ή στο στήθος, γεγονός που θα επέφερε αναπόφευκτα και αμέσως το θάνατο. Αυτός οφειλόταν σε μια αιτία, που, υπό διαφορετικές συνθήκες, ίσως να μην ήταν θανατηφόρα. Πιο κάτω θα γίνει πάλι λόγος γι’ αυτήν την αιμορραγία.
Σήμερα ο τάφος του βρίσκεται στο προαύλιο του Αγ. Αντωνίου στο Καστέλλι. Αυτό, βέβαια το γνωρίζουν όλοι οι Καστελλιανοί, όχι όμως και όλοι οι κάτοικοι των γύρω χωριών.
Έτσι έκλεισε τη ζωή και τη δράση του ο ηρωικός πολεμάρχης. Στην Επισκοπή, στη θέση «Χριστός»6, που αναφέρεται και ως «Μοναστήριον Χριστού»,7 «Ιερά Μονή του Χριστού»,8 «Μετόχιον Χριστού»,9 ανάμεσα στην Επισκοπή και στο Σγουροκεφάλι και η οποία είναι γνωστή και για άλλο λόγο. Εδώ λειτούργησε, σε δύσκολους καιρούς, η μια από τις δυο Ελληνικές Σχολές της Πεδιάδας,10 η Σχολή του Χριστού.
Στο σημείο αυτό θεωρούμε αναγκαίο -και χρήσιμο- να αναφερθούμε με πολλή συντομία σ’ αυτό το Σχολείο που, δυστυχώς ο χρόνος και η ανθρώπινη παρέμβαση σχεδόν έχουν εξαφανίσει..
Σήμερα μόνο μισοερειπωμένοι τοίχοι γύρω, σε σχήμα ορθογώνιο, διαγράφουν το εξωτερικό περίγραμμα της Ελληνικής Σχολής ή του Σχολαρχείου, όπως συνηθέστερα λεγόταν. Πανύψηλα παράθυρα, άφηναν άπλετο φως να μπαίνει στις αίθουσες διδασκαλίας, ενώ για τις ανάγκες των μαθητών φαίνεται πως υπήρχαν και άλλα οικήματα.
Από κτηματολόγιο του 1926 της ιεράς μονής Αγκαράθου, στην ιδιοκτησία της οποίας ανήκε το Μετόχι του Χριστού, πληροφορούμαστε ότι διέθετε αγρό έκτασης 12 Μουζουρίων, αμπέλι 80 εργατών, διάφορα ήμερα και άγρια δένδρα, τα οποία κατονομάζονται και απαριθμούνται, δύο πηγάδια και 10 ισόγεια οικήματα. Σε παλαιότερο κτηματολόγιο [βλ. σημ. 9] αναφέρονται άλλοι αριθμοί. Ένα απ’ αυτά διαχωριζόταν σε τρία δωμάτια με πλινθότοιχους και ήταν στεγασμένο με ντόπια κεραμίδια. Τα οικήματα αυτά, σώα και αβλαβή, όσον αφορά «την τοιχοποιίαν» [κτηματολόγιο του 1926] άλλοτε εχρησίμευαν για τη λειτουργία επαρχιακού Ελληνικού Σχολείου.
Εδώ λοιπόν λειτούργησε αυτό το Σχολείο, αληθινό πνευματικό φυτώριο στα δύσκολα εκείνα χρόνια, στο οποίο φοιτούσαν μαθητές όχι μόνο από τα χωριά του τότε Δήμου Επισκοπής αλλά και από άλλα μακρινότερα χωριά. Εδώ φοίτησαν αρκετοί μαθητές με πλούσια και ποικίλη μετεξέλιξη και δίδαξαν σπουδαίοι δάσκαλοι. Ενδεικτικά αναφέρομε τον Τίτο Ζωγραφίδη από τη Γαλίφα, Επίσκοπο Πέτρας και αργότερα Μητροπολίτη Ηρακλείου, επί των ημερών του οποίου η Σχολή γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση και προσέλαβε εξαιρετικό κύρος. Συνολικά το Σχολείο λειτούργησε από το 1883 μέχρι το 1906, το πιθανότερο.
Στο παραπάνω κτηματολόγιο αναφέρεται ακόμα ένα αλώνι. Είναι, σχεδόν με βεβαιότητα, του “Χριστού τ’ αλώνι”, όπου ο Τρυφίτσος με τα παλικαριά του και τους ντόπιους Χριστιανούς κατατρόπωσε τους Τούρκους στην προαναφερθείσα φονική μάχη που του στοίχισε τη ζωή. Γι’ αυτή τη μάχη τα ιστορικά στοιχεία, όσα τουλάχιστον μέχρι στιγμής γνωρίζουμε, δεν είναι πολλά. (Βασική πηγή αποτελεί ο Η. Βουτιερίδης). Η έρευνα ή η συγκυρία δεν αποκλείεται να ρίξουν στο μέλλον περισσότερο φως. Ωστόσο η λαϊκή μούσα και η προφορική παράδοση, στο βαθμό που η φύση τους επιτρέπει, παρέχουν τη δυνατότητα άντλησης τέτοιων στοιχείων.
Έτσι, λοιπόν, την ημέρα που οι Τούρκοι επιτέθηκαν στην Επισκοπή ο Τρυφίτσος βρισκόταν στο Καστέλλι. Το στρατηγείο του το έχει στην Αγκάραθο. Έφθασε έφιππος στην Επισκοπή. Οπλοφόροι από όλα τα γύρω χωριά θέτουν εαυτούς υπό την ηγεσία του αρχηγού. Η σύγκρουση στο αλώνι του Χριστού είναι φοβερή. Ο Τρυφίτσος ακάθεκτα επιτίθεται. Οι Τούρκοι πανικοβάλλονται. Εκείνος τους καταδιώκει. Διασκορπίζονται. Σ’ αυτή την καταδίωξη ο Αρχηγός, αφήνοντας πίσω τους άλλους, που ήταν αδύνατον να τον ακολουθήσουν, τρέχει μαζί με ένα μόνο νεαρό 18 χρονών. Είναι ο “ωκύπους 18ετής νεανίας” που αναφέρει ο Ηλίας Βουτιερίδης, όπως είδαμε παραπάνω.
Σε μια απόσταση από τον τόπο της μάχης, γύρω στα 200-300 μέτρα προς βορρά, στην κορυφή περίπου της γωνίας που σχηματίζει ο δρόμος από Επισκοπή καθώς διακλαδώνει προς Νεκροταφείο αφενός και Χριστό αφετέρου,11 συνέβησαν όσα παρακολουθήσαμε από το ημερολόγιο του Ηλία Βουτιερίδη.
Και εδώ σταματάμε για λίγο. Ποιος ήταν, άραγε ο “ωκύπους νεανίας”; Σύμφωνα με τα τραγούδια,12 από τα οποία ενδεικτικά αναφέρομε το με αριθ. 1 «Και δεν τα’ ακλούθηξε κιανείς μόν’ ο Μουχταριανάκης …», και 6 «Κι’ εκειά κοντά του βρέθηκε ένα Μουχταριανάκι …» ο νεαρός αυτός ήταν από το Μουχτάρω, το σημερινό Ευαγγελισμό.13
Ο έγκριτος και ακούραστος ερευνητής – ιστορικός Γ. Καλογεράκης, διασώζει αφήγηση του Πετρομιχελάκη Κων/νου του Παύλου, από τους Αποστόλους, όπου λέει: «… Όταν εσκοτώθηκε ο Τρυφίτσος στη μάχη στην Πισκοπή το 1897 ήταν ένα παιδί από το Μουχτάρω, Κολετζομανόλη14 τόνε λέγανε και τον επαράλαβε τραυματισμένο τον Τρυφίτσο. Ο Κολετζομανόλης ήτανε γύρω στα 17-18 χρονώ…».
Και άλλοι συμφωνούν με αυτήν την άποψη.
Όμως υπάρχει και άλλη εκδοχή για το συγκεκριμένο θέμα. Ο γιατρός Βασίλης Πουλιανάκης από το Σγουροκεφάλι υποστηρίζει ότι ο “ωκύπους νεανίας” ήταν ο πατέρας του Ιωάννης,15 ο οποίος και ανήκε στο εκστρατευτικό σώμα του Τρυφίτσου. Ο ίδιος, ανάμεσα στα άλλα, του είχε διηγηθεί και τα σχετικά με τη μάχη, τα οποία, καθώς εξιστορεί ο γιατρός, ανταποκρίνονται στην περιγραφή του Ηλία Βουτιερίδη.
Στη φονική αυτή μάχη έλαβε μέρος και ο Ιωάννης Τζανάκης ή Μπογιατζής από την Επισκοπή. Ο εγγονός του, συνταξιούχος σήμερα δάσκαλος, Ζαχαρίας Ρασιδάκης, ετών 74 μου κατέθεσε την εξής, ιδιαίτερα αξιομνημόνευτη, μαρτυρία : Ο παππούς του, αμέσως μετά τον τραυματισμό του Τρυφίτσου, βρέθηκε πλάι του. Πρωτοστάτησε στο δέσιμο των τραυμάτων. Όμως είτε από βιασύνη είτε από άγνοια το τραυματισμένο χέρι το έδεσε από κάτω. Προφανώς εννοούσε κάτω από το τραύμα. Έτσι η αιμορραγία, φυσικά, δεν μπορούσε να σταματήσει. Αυτό, ως γεγονός έστω και διαφοροποιημένο, έρχεται μάλλον να επιβεβαιώσει και το με αριθ. 5 απόσπασμα τραγουδιού που διέσωσε ο Θεοχάρης Δετοράκης16 και που έχει ως εξής:
«…Νά ’θέλα νά ν’ οι Χριστιανοί άντρες που να κατέχου, να πιάσου δυο δεματικά τα χέρια ντου να δέσου, ίσως και να ’πεμπεν ο Θιος κ’ η Παναγιά η Παρθένα να ’τον αυτό η γι-αφορμή για να σταθεί το αίμα…».
Ο Νικόλαος Χατζάκης που πέθανε πριν από δύο μήνες σε ηλικία 97 ετών μου διηγήθηκε όσα του έλεγε ο πεθερός του Νικόλαος Πιτσουλάκης ή Πιτσουλοκοκόλης, και αυτός από τους πολεμιστές της μάχης. Οι αχεράδες, έτσι αποκαλούσαν τους Τούρκους (από τη λέξη άχυρα = άχερα) είχαν έρθει από τη Βάθια για να πάρουν τον καρπό και τα άχυρα που εκείνη τη χρονική περίοδο σόδιαζαν οι Χριστιανοί. Κι’ αυτό δε γινόταν για πρώτη φορά. Ούτε μόνο γι’ αυτά τα προϊόντα. Ζώα και κάθε είδους αγαθά αποτελούσαν πάντα στόχο και αιτία συγκρούσεων. Οι δικοί μας προσπαθούσαν να τους κρατήσουν με κάθε μέσο υπερασπίζοντας το βιος τους. Η κόρη του Νικ. Χατζάκη και εγγονή του Νικ. Πιτσουλάκη, Στασούλα Σταυρουλάκη – Χατζάκη έχει πολύτιμη κληρονομιά ένα γιαταγανοειδές μαχαίρι – τσιστρέτο το λέγανε- με κυρτή δηλαδή λάμα που ανοιγοκλείνει στην ξύλινη λαβή του, και με το οποίο κατά τις διηγήσεις του παππού της και τότε και άλλες πολλές φορές είχε αντιμετωπίσει τους Τούρκους. Πράγμα όχι βέβαια ασυνήθιστο, αφού οι αγωνιστές της Κρήτης συχνά δεν είχαν όπλα ή φυσίγγια.
Και ο Μανόλης Σφακιανάκης από την Επισκοπή, Δημοτικός Σύμβουλος σήμερα στο Δήμο μας, θυμάται από τον πατέρα του Γεώργιο ιστορίες που του είχε διηγηθεί ο δικός του πατέρας Εμμανουήλ Σφακιανάκης.
Ο παππούς, λοιπόν, Σφακιανάκης πολέμησε, μεταξύ των πρώτων, στη μάχη του Χριστού. Ήταν ένα πολύ γεροδεμένο παλικάρι. Αυτός ήταν εκείνος που σήκωσε στους ώμους του τον τραυματισμένο αρχηγό για να τον ανεβάσει πάνω στο μουλάρι, προκειμένου να πορευθεί προς Αγκάραθο για να του προσφερθεί η αναγκαία βοήθεια. Αυτά έλεγε στο Μανόλη ο πατέρας του κι ακόμη πως μετά τη μάχη ο παππούς του ήρθε στην Επισκοπή με τα ρούχα του γεμάτα αίματα από το αίμα του Τρυφίτσου.
Πολέμησαν ακόμη τους Τούρκους εδώ από την Επισκοπή ο Τζατζαδάκης Γεώργιος, ένα από τα παλικάρια του Τρυφίτσου και πατέρας του καπετάν Δημήτρη Τζατζά που είχε σημαντικό ρόλο στην απαγωγή του Γερμανού στρατηγού Κράϊπε το 1944.
Ακόμη ο Στυλιανός Φουρναράκης, Στυλιανός Φανουράκης, ο Νικόλαος Ξειδιανάκης, ο παππούς του γνωστού και με πλούσια δράση αντιστασιακού Νίκου Λιονάκη Εμμανουήλ Κουντάκης από το Καστέλλι, ο Γεώργιος Καστρινάκης από το Σγουροκεφάλι.
Και άλλοι, τόσο από την Επισκοπή όσο και από τα γύρω χωριά, πρόταξαν τα στήθη τους υπερασπιζόμενοι το βιος και την ανθρωπιά τους, αγωνιζόμενοι για τη Λευτεριά και την ένωση της Κρήτης μας, με τη Μητέρα Πατρίδα. Ήδη καταβάλλεται προσπάθεια για την καταγραφή όλων αυτών (και τυχόν σχετικών ιστοριών) που συνήθως δρουν στην απέναντι, στην αθέατη πλευρά της Ιστορίας. Η τιμή της μνήμης θα είναι το ελάχιστο δείγμα της οφειλόμενης απ’ τους απογόνους σ’ αυτούς ευγνωμοσύνης.
Στη μάχη αυτή – όπως και στις περισσότερες της Πεδιάδας αλλά και της ευρύτερης περιοχής μάχες – πρωταγωνιστής ήταν ο Γενικός Αρχηγός Αντώνιος Τρυφίτσος. Αυτόν τον ατρόμητο πολεμιστή, που σ’ αυτό το πεδίο της μάχης άφησε την τελευταία του πνοή, χαρίζοντας σε ’μας τη Αευτεριά που ο ίδιος δεν πρόλαβε να γευθεί, ο Δήμος Επισκοπής εκπληρώνοντας ίχνη αυτονόητου χρέους, θέλησε να επαναφέρει, στο ιστορικό προσκήνιο. Να ανασκαλέψουν οι μεγαλύτεροι ιστορίες των πατεροπαππούδων τους, να μάθουν οι νεότεροι και κανείς να μην ξεχνά.
Για τα 111, λοιπόν, χρόνια από τις φοβερές εκείνες στιγμές, οργάνωσε βραδιά μνήμης (6/7/2008) προς τιμήν του αρχηγού και των συναγωνιστών του, με αναφορά ιστορικών στοιχείων, φωτογραφικό υλικό, μουσική και τραγούδια.17 Κι ακόμη την αποκάλυψη απλής αναθηματικής στήλης με το παρακάτω επίγραμμα που σύνταξε ο γράφων, πρόεδρος τότε του Δημοτικού Συμβουλίου και πρόεδρος της επιτροπής πολιτισμού του Δήμου και φιλοτέχνησε ο καλλιτέχνης αγιογράφος Βασίλης Βαρδάκης, μέλος της ίδιας επιτροπής:
«Τον Αντώνιον Τρυφίτσον, Γεν. Αρχηγόν Πεδιάδος, ευψυχότατον, θανασίμως υπέρ ελευθερίας τρωθέντα παρά την Ιεράν Μονήν του Χριστού κατά την μάχην της Επισκοπής, 25 Ιουνίου 1897, ο Δήμος Επισκοπής, επί τη εκατοστή και ένδεκάτη επετείω, τώδε μνημείω αρετής ευγνωμόνως τιμά».
Αυτό, βέβαια, αποτέλεσε απλώς την αρχή, με στόχο να πληροφορηθεί ο πολύς κόσμος τα γεγονότα, να προβληματιστεί, να ενδιαφερθεί και να προσεγγίσει την τοπική ιστορία.
Πιο πέρα η σημερινή Δημοτική αρχή σκέφτεται και σχεδιάζει να ανακατασκευάσει το αλώνι, – η θέση του σύμφωνα με πληροφορίες από πολλούς18 που το πρόφθασαν και το θυμούνται ακόμη, βρισκόταν 50 περίπου μέτρα από τη δυτική πλευρά του εξωτερικού τοίχου της Ελληνικής Σχολής του Χριστού, ανάμεσα στις καλλιεργούμενες εκεί σήμερα ελιές – να κατασκευάσει ένα μνημείο προς τιμήν του αρχηγού και να καθιερώσει τοπική εορτή την ημέρα της μάχης.
Κων. Παπαδάκης, φιλόλογος Δημοτικός Σύμβουλος Δήμου Επισκοπής
Ο ΘΑΝΑΣΙΜΟΣ ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΤΡΥΦΙΤΣΟΥ
«ΣΤΣΗ ΠΙΣΚΟΠΗΣ ΤΆΛΩΝΙ»
Πριν από πέντε χρόνια άρχισα να δουλεύω για να γράψω την ιστορία του χωριού μου, του Καινούργιου Χωριού Πεδιάδας. Για να γίνει η εργασία αυτή, μελέτησα πολλές ιστορικές και λαογραφικές πηγές. Μελέτησα πολλά έγγραφα, τα οποία υπάρχουν στη Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη Ηρακλείου, αλλά μίλησα πολύ και με τους κατοίκους του χωριού μου και των γύρω χωριών, που είχαν κάτι καινούριο να μου πουν. Προσπάθησα να διασταυρώσω τις πληροφορίες(μαρτυρίες) αυτές με τα στοιχεία των γραπτών ιστορικών πηγών.
Στο σημείωμα μου αυτό θα αναφερθώ σε μια μαρτυρία, την οποία θεωρώ αξιόπιστη και αναφέρεται στο θανάσιμο τραυματισμό του Αντωνίου Τρυφίτσου ή Τρυφόπουλου, στην αγροτική περιοχή «Χριστός», του χωριού Επισκοπή Πεδιάδας, το οποίο χωριό βρίσκεται δίπλα στο Καινούργιο Χωριό, το χωριό μου.
Στην προσπάθεια που έκανα, για να γράψω το βιβλίο και μελετώντας τα ιστορικά στοιχεία τα οποία αναφέρονται στα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας της περιοχής μας, βρέθηκα μπροστά στη γνωστή και μεγάλη αυτή μορφή του Κρητικού αγώνα, τον Αντώνιο Τρυφίτσο.
Μελέτησα με προσοχή τη βιβλιογραφία, η οποία υπάρχει για το γενναίο αυτό άνδρα. Δε θα επαναλάβω τις πληροφορίες για τη ζωή και τους αγώνες του, οι οποίες έχουν δημοσιευτεί από αξιόλογους ερευνητές, θα σταθώ σε κάποια σημεία της ζωής του και σε μια μαρτυρία στην οποία περιγράφεται με λεπτομέρειες ο θανάσιμος τραυματισμός του. Η πρώτη διαπίστωση που έκανα μελετώντας τη βιβλιογραφία, η οποία αναφέρεται στον Τρυφίτσο, είναι ότι δεν υπάρχουν αποδεικτικά στοιχεία για τον τόπο και τον ακριβή χρόνο γέννησης του, αλλά ούτε και για τους γονείς του.
Όταν λέω ότι δεν υπάρχουν στοιχεία, εννοώ ότι δεν συνάντησα εγώ και απ’ότι γνωρίζω δεν έχουν δημοσιευθεί μέχρι τώρα τέτοια στοιχεία. Η έρευνα βέβαια συνεχίζεται και πολλές φορές μας επιφυλάσσει εκπλήξεις.
Η γέννηση του το 1828 με 1830 και η εγκατάσταση της οικογένειάς του στο χωριό Μπιτζαριανώ λίγο έξω από το Καστέλλι δεν αμφισβητούνται. Ο Στ. Ξανθουδίδης αναφέρει ότι κατά την τελευταία επανάσταση του 1897 ήταν «γέρων εβδομηκοντούτης». Φαίνεται ότι στην παιδική ηλικία του βοηθούσε την οικογένειά του, η οποία ασχολούνταν με την κτηνοτροφία και στη συνέχεια έμαθε την τέχνη «του χαρκιά» (σιδηρουργού) και δούλευε στην περιοχή του Καστελλίου.
Ο Τρυφίτσος χαρακτηρίζεται από το Στέφανο Ξανθουδίδη «άνδρας με πλούσια σωματικά και ψυχικά χαρίσματα. Σώμα χαλύβδινον, κράσιν σιδηράν, δύναμιν και ρώμην, ανδρικήν γενναιότηταν υπέροχον, νουν δεξιόν και εφευρετικόν».
Ο Βουτιερίδης γράφει για τον Τρυφίτσο «ότι ετύγχανε Κρητικώτερος του Κρητός καθ’ όλα και εις αυτήν ακόμην την τσάρκαν με δαιμονίαν ευστροφίαν πνεύματος, ανδρειότατος μεταξύ των ανδρείων αρχηγών ου μόνον του τμήματος, αλλά πάσης της νήσου».
Οι αρετές αυτές του Τρυφίτσου και οι σπουδαίες υπηρεσίες του προς την πατρίδα αναγνωρίζονται από όλους. Σε συνέλευση των οπλαρχηγών, η οποία έγινε τρεις μήνες πριν από το θάνατό του, στο χωριό Επισκοπή Πεδιάδας, ανακηρύσσεται Γενικός Αρχηγός της επαρχίας.
Διεπίστωσα ότι δεν ήταν πολύ γνωστά, στην περιοχή μου, τα τραγικά γεγονότα των τελευταίων χρόνων της τουρκοκρατίας και ιδιαίτερα η δράση του Τρυφίτσου.
Ο μεγάλος αυτός οπλαρχηγός, που έδρασε κυρίως στην Πεδιάδα, είχε το στρατηγείο του «στη γειτονιά»του χωριού μου, τη Μονή Αγκαράθου, ανακηρύχτηκε Γενικός Αρχηγός της επαρχίας μας, σε συνέλευση οπλαρχηγών, η οποία έγινε στην Επισκοπή και που τελικά έχασε τη ζωή του, έξω από το χωριό αυτό, έπρεπε να τιμηθεί και από τους κατοίκους του Δήμου μας.
Ο Δήμος Επισκοπής τοποθέτησε, πριν από λίγο καιρό, μια αναμνηστική πλάκα στο χώρο της Μονής του Χριστού και έγινε μια ωραία εκδήλωση τιμής για το γενναίο Αρχηγό και τους άνδρες του.
Έρχομαι τώρα στη μαρτυρία για τον τραυματισμό του Τρυφίτσου.
Βρισκόμαστε στο έτος 1897.Έχει γίνει τη νύχτα της 26ης προς την 27ην Ιουλίου 1896, η μεγάλη σφαγή στην Ανώπολη και στο Μοναστήρι του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου. Ακολούθησαν οιμάχες στην Ελιά 7 Μαρτίου 1897, ο εμπρησμός των Αϊτανίων 6 Απριλίου 1897, οι νέες μάχες Ελιάς-Επισκοπής 26 Απριλίου 1897, η σφαγή των χριστιανών στη Γαλίφα στις 9 Μάΐου 1897 και ακολούθησε η μάχη Σγουροκεφαλίου – Επισκοπής στις 25 Ιουνίου 1897, στην οποία έχασε τη ζωή του ο Τρυφίτσος.
Στις 24 Ιουνίου 1897 η Επισκοπή δέχεται επίθεση 1000 περίπου Οθωμανών, οι οποίοι έρχονται από την περιοχή του Σκαλανίου. «Οι Οθωμανοί καύσαντες τας εναπολειπομένας οικίας του χωρίου, επέστρεψαν εις το ορμητήριόν των, οπόθεν την επομένην, (25ην Ιουνίου 1897), επέδραμον πάλιν κατά της Επισκοπής προχωρήσαντες μέχρι της θέσεως «Χριστός». (Η. Βουτιερίδης)
Οι χριστιανοί, οι οποίοι βρίσκονται στην περιοχή και είναι κάτοικοι Σγουροκεφαλίου και Επισκοπής πιάνονται σε μάχη, η οποία διαρκεί τρεις ώρες Οι οπλοφόροι της περιοχής ειδοποιούνται και «σπεύδουσιν υπο τον Γενικόν Αρχηγόν Πεδιάδος Αντώνιον Τρυφόπουλον, όπως αποκρούσωσιν τον εχθρόν».
Η μαρτυρία για την εξέλιξη της μάχης, από το σημείο αυτό και μετά, προέρχεται από τον Γιάννη Βασιλείου Πουλιανάκη (Χατζή) και έφθασε σε μένα από το γιό του γιατρό Βασίλη Πουλιανάκη και τα εγγόνια του Φώτη και Γιάννη Πουλιανάκη.
Ο Γιάννης Βασ. Πουλιανάκης γεννήθηκε στο Σγουροκεφάλι το 1875 και πέθανε το 1972 σε ηλικία 97 ετών.
Σύμφωνα με τη μαρτυρία των παραπάνω συγγενών του και κυρίως του γιού του Βασίλη, ο πατέρας του Γιάννης Πουλιανάκης γνωρίζεται με τον Τρυφίτσο στη Μονή Αγκαράθου, όπου οι Πουλιανάκηδες είχαν κάποιο συγγενή μοναχό, ο οποίος είχε πάρει μαζί του το Γιάννη στο μοναστήρι.
Ο Τρυφίτσος βλέπει ότι ο Πουλιανάκης είναι νέος, έξυπνος, τολμηρός και σβέλτος και ζητά από τους δικούς του να τον πάρει μαζί του για να μάθει την τέχνη «του χαρκιά».
Αυτό έγινε. Ο Πουλιανάκης ήταν χαρκιάς και είχε το εργαστήριό του στο Σγουροκεφάλι.
Ο Γιάννης Β.Πουλιανάκης είναι δίπλα στον Τρυφίτσο στο σιδηρουργείο και στις μάχες που έγιναν στην περιοχή μας.
Στην συγκεκριμένη μάχη της 25ης Ιουνίου 1897, σύμφωνα με τη μαρτυρία του γιού του Πουλιανάκη, ο οποίος μου διηγείται:
«Ο πατέρας μου, μου περιέγραψε πολλές φορές πως τραυματίστηκε ο αρχηγός του και τι έγινε στην συνέχεια.
Ο αρχηγός μας έφιππος κινείται από το Σγουροκεφάλι προς την Επισκοπή και συγκεκριμένα προς “το Χριστό”. Τον ακολουθούν τρέχοντας οι άνδρες του.
Εγώ βρίσκομαι δίπλα του πεζός, έχοντας δύο όπλα, ένα στον ώμο σταυρωτά και ένα στα χέρια. Κυνηγούμε τους Τούρκους προς το Χριστό όπου υπάρχουν αλώνια».
Θα ήθελα εδώ να σημειώσω ότι στην περιοχή υπήρχε και υπάρχει μια μικρή Μονή, η Μονή του Χριστού η οποία πήρε το όνομα από την εκκλησία της Μεταμόρφωσης του Χριστού που υπάρχει εκεί. Η Μονή αυτή ήταν Μετόχι της Αγκαράθου και είχε την εκκλησία και άλλα κτίρια, ήταν δε μέσα σε αγρό 20 μουζουριών. Στα κτίρια αυτά, στο χώρο της Μονής του Χριστού λειτούργησε από το 1883 μέχρι το 1905 το πρώτο Ελληνικό Σχολείο στην περιοχή μας.
Επανέρχομαι στη μαρτυρία του Πουλιανάκη.
«Οι Οθωμανοί όταν είδαν τον Τρυφίτσο το έβαλαν στα πόδια. Τους κυνηγούμε από το Σγουροκεφάλι προς το Χριστό. Ο καπετάνιος έχει σκοτώσει κάποιους από αυτούς. Έφιππος ο αρχηγός τους κυνηγά.
Δυο τουρκοκρητικοί από το χωριό Πάνω Βάθεια (τους αναγνώρισαν μετά) βλέποντας ότι ο Τρυφίτσος είναι ακάλυπτος μπροστά από τους άνδρες του και ακολουθείται μόνο από ένα άνδρα, κρύβονται στον τράφο ενός αλωνιού και τον κτυπούν τραυματίζοντας τον και στα δυο χέρια, όπως τα είχε απλωμένα κρατώντας το όπλο.
Ο τραυματισμός είναι πολύ σοβαρός. Τρέχει πολύ αίμα. Ο καπετάνιος μου φωνάζει:
- Γιαννιό, με φάγανε οι σκύλοι, απάνω τους.
- Αγάντα καπετάνιο, του φωνάζω εγώ.
Όπως σηκώνονται οι τουρκοκρητικοί και κτυπούν, σημαδεύω και σκοτώνω τον ένα, πετώ το δεύτερο όπλο στον καπετάνιο, ο οποίος έχοντας οπτικό πεδίο σκοτώνει και τον άλλο. Οι υπόλοιποι έχουν φύγει.
Στα δευτερόλεπτα που μεσολαβούν έχουν φθάσει και οι υπόλοιποι άνδρες, κάτοικοι κυρίως του Καστελλίου, Μουχτάρων και Σγουροκεφαλίου-Επισκοπής.
Από τα χέρια του Τρυφίτσου τρέχει «ποταμός» το αίμα. Δένομε τα χέρια με πανιά για να σταματήσομε την αιμορραγία και πηγαίνομε προς το Σγουροκεφάλι με σκοπό να μεταφέρομε τον Τρυφίτσο, στην Αγκάραθο.
Ακολουθούμε το σύντομο μονοπάτι που περνούσε από το σημερινό Δημοτικό Σχολείο και βαδίζομε νοτιοανατολικά στην ανηφορά. Λίγα μόλις μέτρα από το Σγουροκεφάλι εκεί που υπήρχε ένα διπλό χαράκι, ο καπετάνιος ζήτησε νερό. Του δώσαμε. Ήπιε μια ρουφιά και ξεψύχησε.
Η μαρτυρία του Πουλιανάκη είναι ακριβής και «δένει» απόλυτα με όλα τα ιστορικά στοιχεία, τα οποία γνωρίζομε.
Θα αναφέρω μερικές διαπιστώσεις για να στηρίξω την μαρτυρία αυτή, αποδεχόμενος βέβαια την άποψη, ότι κάθε καινούριο στα ιστορικά γεγονότα, πρέπει να αποδεικνύεται και πάντα στη «βάσανο» της ιστορικής αλήθειας.
Υπάρχουν στοιχεία, τα οποία αποδεικνύουν ότι ο Ιωάννης Βασιλείου Πουλιανάκης γεννήθηκε το 1875 και πέθανε το 1972, σε ηλικία 97 ετών.
Ο Πουλιανάκης ήταν « χαρκιάς» και είναι γνωστός ο χώρος του εργαστηρίου του στο χωριό Σγουροκεφάλι.
Ο Τρυφίτσος ήταν «χαρκιάς» στην περιοχή του Καστελλίου. Ο Πουλιανάκης έμαθε την τέχνη απ’ αυτόν, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των συγγενών του.
Ο Πουλιανάκης είχε περιγράψει πολλές φορές, το θανάσιμο τραυματισμό του καπετάνιου, στο γιο του Βασίλη και στα εγγόνια του Φώτη και Γιάννη. Αναφέρει ότι οι Τουρκο-Κρητικοί που τον χτύπησαν ήταν από την Πάνω Βάθεια. Η Πάνω Βάθεια ήταν καθαρό τουρκοχώρι της περιοχής, λόγω του εύφορου εδάφους της και οι Τούρκοι την ονόμαζαν «βιόλα».
Στην απογραφή του 1881 η Πάνω Βάθεια έχει 58 μουσουλμανικές οικογένειες και μόνο 1 χριστιανική.
Η περιγραφή της μάχης, την οποία κάνει ο Ηλίας Βουτιερίδης στο ημερολόγιο του Τάγματος των Επιλέκτων Κρητών είναι η ίδια με την περιγραφή του Πουλιανάκη.
Ο Βουτιερίδης γράφει: «Ο Τρυφόπουλος μόλις αντίκρισε τους Οθωμανούς ορμά εναντίον των έφιππος και πολύ προ των άλλων οπλιτών του, οίτιτες, εκτός ενός ωκύποδος 1 δετούς νεανίου, δεν δύνανται να ακολουθήσωσιν αυτός τρέχοντα».
Ένα από τα δημοτικά τραγούδια αναφέρεται στην ηλικία του νέου που βρέθηκε δίπλα του την ώρα του τραυματισμού του. «Ένα παιδί είκοσι χρονών ήραξε και τον παίρνει στον ώμο του τον ήβαλε και στο Καστέλλι πηαίνει».
Ο Πουλιανάκης είναι ο μόνος, που μιλάει για το αλώνι, στον τράφο του οποίου κρύφτηκαν οι Τουρκοκρητικοί και τους κτύπησαν. Θεωρώ πολύ σημαντικό το γεγονός ότι έρχονται οι κάτοικοι της Πεδιάδας με τα δίστιχα και τα λυπητερά τραγούδια τους, με τα οποία θρήνησαν και ύμνησαν τον Τρυφίτσο, να ενισχύσουν την συμμετοχή και ακριβή περιγραφή της μάχης από τον Ιωάννη Βασιλείου Πουλιανάκη.
Τι λένε τα δημοτικά τραγούδια, τα οποία είναι πάντα πιο κοντά στην πραγματικότητα.
«Αηδόνια μη λαλήσετε και δάφνες ξεραθείτε… και για τον καπετάνιο μας κλαίτε και λυπηθείτε και για τον καπετάνιο μας τον καπετάν-Αντώνη, απού τον εσκοτώσανε στση Πισκοπής τ’ αλώνι. Πουλιά μην κελαϊδήσετε, μην τραγουδείς αηδόνι τον Αρχηγό σκοτώσανε στην Πισκοπή στ’ αλώνι».
Στην περιοχή «του Χριστού», στην Επισκοπή υπήρχαν μέχρι πριν λίγα χρόνια αλώνια και το συγκεκριμένο αλώνι, ήταν μέσα στους αγρούς «των 20 μουζουριών», οι οποίοι αγροί αναφέρονται στο κτηματολόγιο του 1866 ως ιδιοκτησία της Μονής του Χριστού, η οποία ήταν Μετόχι της Μονής Αγκαράθου.
Γιάννης Τζαγάκης συντ/χος δάσκαλος – συγγραφέας Καινούριο Χωριό Πεδιάδας





Οι χορηγοί του εντύπου από το οποίο αντλήθηκαν οι πληροφορίες πρέπει να αναφέρονται πάντα, διότι η συμβολή τους είναι εξίσου σημαντική με των ανθρώπων που ασχολούνται με την έρευνα και την συγγραφή, γιατί συντελούν στην διάδοση και γνώση της ιστορίας στον ευρύ πληθυσμό που ενδιαφέρετε να μάθει.