17 Ιανουαρίου 2025

www.ipy.gr

Ιστοσελίδα Ποικίλης Ύλης

Μενέλαος Παρλαμάς

Γιατί λέμε το ζάρι, ζάρι;

Όλοι οι Έλληνες έχουν φαίνεται, το μικρόβιο της γλωσσολογίας. Γι’ αυτό και είχαν διαιρεθεί τα παλαιότερα χρόνια σε δύο γλωσσικές παρατάξεις τόσο φανατισμένες, που οι συγκρούσεις τους ξέφυγαν τελείως από τον έντυπο χάρτη και συνεχίστηκαν στα πεζοδρόμια με νεκρούς και αλλαγές κυβερνήσεων.

Θα θυμούνται άλλωστε, οι παλαιότεροι τον σάλο που ξεσήκωσε σ’ όλη την Ανατολική Κρήτη μια γλωσσολογική συζήτηση, για τη σημασία των λέξεων «έψησις» και «όπτησις».

Εξηγείται λοιπόν, και ο διάλογος, που άκουσα προχθές σ ’ ένα συνοικιακό καφενεδάκι. Είχαν τελειώσει το τάβλι τους δύο πελάτες, ο ένας σοβατζής κι ο άλλος τραπεζικός μικροϋπάλληλος —όπως έμαθα υστέρα— και έκαναν τα συνηθισμένα σχόλια. Κάποτε ο ένας είπε:

—Ας ήξερα ποιος το έβγαλε το ζάρι!

— Οι… Πέρσες λένε. Απάντησε διστακτικά ο τραπεζικός.

— Μα δε λέω που βγήκε. Θέλω να πω ποιος το έβγαλε «ζάρι».

— Αυτόν δεν τον ξέρω.

— Μα δεν θέλω να μου πεις το όνομά του. Θέλω να μάθω, γιατί το λένε ζάρι.

Η απορία του σοβατζή —παρά το ακάθαρτο της διατυπώσεώς της— ήταν ένα καθαρότατο γλωσσολογικό αίτημα, που, όσο κι αν είναι δημώδης η προέλευσή του, απαιτεί κάποια σχολαστικότητα η ικανοποίησή του.

Στα αρχαία ελληνικά υπάρχει η λ. όζος. Έχει πολλές σημασίες, όπως βλέπουμε στους φυσιογνώστες συγγραφείς, τον Αριστοτέλη, τον Θεόφραστο και στον Θεόκριτο. Μια άπ’ αυτές είναι και: μέρος στελέχους φυτού. Όταν τώρα σκεφθούμε πως τα «πούλια» του ταβλιού είναι ακριβώς αυτό: μέρη στελέχους φυτού, καταλαβαίνουμε πως εύκολα μπορούσαν να ονομασθούν οζάριαι. Εύκολα ύστερα η σημασία του οζάριον (=πούλι) περιέλαβε και τους συγγενικούς κύβους, τα σημερινά ζάρια, κατά το νόμο της σημασιολογικής επεκτάσεως. Ως προς την περικοπή του οζάριον σε ζάρι, έχουμε διδακτικότατα παραδείγματα: ομμάτιον – μάτι, οψάριον-ψάρι και πολλά άλλα.

Από το βιβλίο του Μενέλαου Παρλαμά  (ΑΠΌ ΤΗ ΖΩΉ ΤΩΝ ΛΈΞΕΩΝ)  Εκδόσεις Δόμος.  

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *